Να στείλει μήνυμα στην Ουάσιγκτον και το… NATO, ενώ παράλληλα χτίζει τη διαπραγματευτική θέση της Τουρκίας επιχειρεί ο Ταγίπ Ερντογάν, εφαρμόζοντας υψηλών τόνων και σημειολογικών αναφορών στρατηγική.
Σε αυτό το πλαίσιο περιλαμβάνονται οι διαρκείς αλλεπάλληλες δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων, οι διπλωματικές πρωτοβουλίες και οι πολιτικές προκλήσεις σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα, καθώς και οι διαρροές στον Τύπο για τις επικείμενες ενέργειες της Άγκυρας.
Υπ’ αυτό το πρίσμα η κλήση του πρέσβη των ΗΠΑ στην Άγκυρα από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, για το ζήτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρμενίων, δεν αποτελεί μόνο τυπική κίνηση, αλλά σαφή προσπάθεια καταχώρησης του θέματος στα ανοιχτά μέτωπα, με στόχο να κεφαλαιοποιηθεί η απώλεια για να διεκδικηθούν πολλαπλάσια κέρδη στη συνέχεια και μάλιστα σε θέματα ουσίας.
Αμέσως μετά την ψήφιση ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου εξαπέλυσε πυρά κατά των Αμερικανών βουλευτών που στήριξαν το ψήφισμα και τους κατηγόρησε ότι «εκμεταλλεύονται την ιστορία στην πολιτική».
Τον περασμένο Νοέμβρη ο γερουσιαστής και συνεργάτης του Τραμπ, Λίντσεϊ Γκράχαμ, μπλόκαρε το ψήφισμα για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, μετά τη συνάντηση Τραμπ – Ερντογάν.
Σημειώνεται ότι η διαφωνία του Γκράχαμ ήρθε μερικές ώρες αφότου παρευρέθηκε μαζί με μερικούς ακόμη γερουσιαστές των Ρεπουμπλικάνων στη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Λευκό Οίκο.
Η γενοκτονία των Αρμενίων έχει ήδη αναγνωρισθεί από τη Ρωσία και από κάποιες χώρες της Ευρωπαϊκές Ένωσης.
Η Τουρκία έχει επανειλημμένα αρνηθεί την γενοκτονία υποστηρίζοντας ότι τόσο οι Τούρκοι όσο και Αρμένιοι υπήρξαν θύματα των όσων συνέβησαν την περίοδο 1915-1917.