Το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη μεταλάσσεται, διαφοροποιείται και… γιγαντώνεται, με τις ασφαλιστικές να παίζουν κεντρικό ρόλο κυρίως ως στόχο εξαγορών, ενώ ρυθμιστές και επόπτες ευνοούν τα deals σε αυτή την κατεύθυνση.
Μέχρι πρότινος η δυναμική αυτή ήταν σχετικά… “σιωπηρή”, ωστόσο η έντονη κινητικότητα ιταλικών τραπεζών και η ανάγκη για την ενεργητική διαχείριση του πλεονασματικού κεφαλαίου από τις ελληνικές τράπεζες έχουν “γυρίσει κεφάλια”, καθώς τέσσερα νέα deals στην Ευρώπη προστίθενται στην ήδη μακροσκελή λίστα σχημάτων bancassurance.
Οι τράπεζες, ενισχυμένες από βελτιωμένη κερδοφορία και ευνοϊκή ρυθμιστική μεταχείριση, εντείνουν τη στρατηγική τους για εξαγορά ασφαλιστικών εταιριών και επέκταση ολοκληρωμένων μοντέλων bancassurance. Αυτή η στρατηγική αναδιάρθρωση — που παλαιότερα θεωρούνταν πολύπλοκη και επικίνδυνη — θεωρείται πλέον δομικά επωφελής, τόσο από τις εποπτικές αρχές όσο και από τις αγορές.
Η νέα εποχή του bancassurance υποστηρίζεται θεσμικά, αποδίδει εμπορικά και θωρακίζει τις τράπεζες έναντι οικονομικών και κυκλικών διαταραχών. Παράλληλα, αυξάνει τις απαιτήσεις για διαφάνεια, συμμόρφωση (MiFID II, IDD), ενιαία εποπτεία και περιορισμό της διπλής μόχλευσης. Για τις ανεξάρτητες ασφαλιστικές, η πίεση εντείνεται, καθώς οι τράπεζες αποκτούν πλήρη έλεγχο στα κανάλια διανομής και εισέρχονται δυναμικά στην ασφάλιση περιουσίας, ζωής και σύνταξης.
Η περίπτωση της Πειραιώς, σε συνδυασμό με τη συνολική ευρωπαϊκή κινητικότητα, αποτυπώνει τη μετάβαση από τη συνεργατική διανομή σε ένα ενοποιημένο, στρατηγικά συντονισμένο και κεφαλαιακά αποδοτικό μοντέλο, όπου η ασφάλιση παύει να είναι βοηθητική λειτουργία και γίνεται δομικό συστατικό της σύγχρονης τραπεζικής στρατηγικής.
Εκτός από τη διαφοροποίηση των εσόδων και τον περιορισμό της εξάρτησης από τα επιτοκιακά έσοδα, οι τράπεζες μέσω των ασφαλιστικών αποκτούν πρόσβαση σε μεγάλα pools κεφαλαίων και πελατών, διευρύνοντας έτσι τη δραστηριότητα Wealth Management και διαμορφώνοτας ισχυρότερα revenue streams. Παράλληλα, όμως αποκτούν πρόσβαση σε κεφάλαιο με διαφορετικές ρυθμιστικές απαιτήσεις, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε νέο κύκλο ανάπτυξης μέσω χορηγήσεων και επενδύσεων…
Στην πραγματικότητα, η εξαγορά ασφαλιστικών από τράπεζες αποτελεί την πίσω πόρτα για τη διάχυση κεφαλαίων από ασφαλιστικά pools στην αγορά χρηματοδοτήσεων και equity, ενώ παράλληλα προσφέρει στις τράπεζες πιο αποτελεσματική διαχείριση ακινήτων, άρα αντίσταση σε διορθώσεις της αγοράς Real Estate και πιο αποδοτική διαχείριση ρίσκου, καθώς αξιοποιούνται διαφορετικά assets…
Άλλαξαν στάση και οι επόπτες
Οι ρυθμιστικές αρχές βλέπουν το bancassurance ως δρόμο προς πιο διαφοροποιημένες και ανθεκτικές τραπεζικές δομές, με την προϋπόθεση αναβάθμισης της συμμόρφωσης και της διαχείρισης κινδύνου.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) επιβεβαίωσε πρόσφατα ότι η υπεραξία από εξαγορές μέσω ασφαλιστικών θυγατρικών δεν χρειάζεται να αφαιρείται από τα κεφάλαια της μητρικής, μειώνοντας σημαντικά το κόστος εξαγορών.
Οι τράπεζες δεν περιορίζονται πλέον στη συνεργασία διανομής προϊόντων με ανεξάρτητους ασφαλιστικούς φορείς. Αντίθετα, προχωρούν σε πλήρη ιδιοκτησία και έλεγχο του ασφαλιστικού σκέλους, αξιοποιώντας τις συνέργειες μεταξύ των τραπεζικών προϊόντων (στεγαστικά, καταναλωτικά δάνεια, καταθέσεις) και των ασφαλιστικών λύσεων (ζωής, συντάξεων, προστασίας περιουσίας). Αυτό το μοντέλο δεν απλώς αυξάνει τη διατηρησιμότητα και την εμπιστοσύνη των πελατών, αλλά ενισχύει και την αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων μέσω εσόδων από προμήθειες, τα οποία είναι λιγότερο εξαρτημένα από τους κύκλους επιτοκίων.
Ανοιχτοί στον “Δανέζικο Συμβιβασμό”
Η δυναμική αυτή ενισχύεται από την πάγια πια ρυθμιστική προσέγγιση της Ε.Ε. με το πλαίσιο των Χρηματοοικονομικών Ομίλων (FiCo), και ειδικότερα τον Δανέζικο Συμβιβασμό (Άρθρο 49.1 του CRR), που επιτρέπει την ευνοϊκή μεταχείριση των συμμετοχών σε ασφαλιστικές εταιρίες, χωρίς πλήρη αφαίρεση από τα κεφάλαια της τράπεζας. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) έχει αποσαφηνίσει ότι η υπεραξία από εξαγορές μέσω των ασφαλιστικών θυγατρικών δεν αφαιρείται από τα ίδια κεφάλαια της μητρικής τράπεζας, μειώνοντας το ρυθμιστικό βάρος τέτοιων στρατηγικών κινήσεων.
Ειδικότερα, κομβικής σημασίας για αυτή την αναβίωση είναι το ρυθμιστικό πλαίσιο των Χρηματοοικονομικών Ομίλων (FiCo) της ΕΕ, ειδικότερα το Άρθρο 49.1 (Δανέζικος Συμβιβασμός) του Κανονισμού Κεφαλαιακών Απαιτήσεων (CRR).
Με βάση αυτό:
- Οι μετοχικές συμμετοχές σε ασφαλιστικές θυγατρικές σταθμίζονται με κίνδυνο, αντί να αφαιρούνται από τα ίδια κεφάλαια.
- Η υπεραξία που παράγεται από ασφαλιστικές εξαγορές δεν αφαιρείται από τα εποπτικά κεφάλαια της μητρικής τράπεζας.
- Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας βελτιώνονται, ενισχύοντας και την επενδυτική εμπιστοσύνη.
Διαφοροποίηση εσόδων
Παράλληλα, η τάση αυτή εκφράζει μια δομική ανάγκη για μείωση της εξάρτησης από τα καθαρά έσοδα τόκων (NII) και ενίσχυση της διατηρήσιμης κερδοφορίας.
«Το bancassurance δεν είναι πλέον δευτερεύουσα δραστηριότητα — εξελίσσεται σε πυλώνα στρατηγικής διαφοροποίησης και κεφαλαιακής βελτιστοποίησης», σημειώνουν αναλυτές Nicolas Charnay, Taos D Fudji της S&P Global.
Σε ένα περιβάλλον αβέβαιων επιτοκίων και συρρικνωμένων περιθωρίων δανεισμού, οι τράπεζες αναζητούν έσοδα από προμήθειες και δραστηριότητες με περιορισμένες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Τα ασφαλιστικά προϊόντα — ειδικά ζωής και συντάξεων — προσφέρουν:
- Υψηλές αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων (συχνά διψήφιες)
- Σταθερά εισοδήματα προμηθειών
- Μακροχρόνιες σχέσεις με πελάτες
Η δυνατότητα διασταυρούμενων πωλήσεων είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Οι τράπεζες μπορούν να ενσωματώσουν ασφαλιστικά προϊόντα (π.χ. στεγαστικά, αυτοκινήτου, συντάξεων) στις βασικές τους τραπεζικές προσφορές.
Πώς Μειώνεται ο Κίνδυνος
Η πλήρης ενσωμάτωση ασφαλιστικής δραστηριότητας μπορεί να μειώσει τη μεταβλητότητα των αποτελεσμάτων, εφόσον διαχειριστεί σωστά:
- Οι ασφαλιστικές θυγατρικές εμφανίζουν υψηλούς δείκτες φερεγγυότητας, παρέχοντας κεφαλαιακά μαξιλάρια.
- Η κοινή διαχείριση κινδύνου επιτρέπει συντονισμό σε κοινές εκθέσεις, όπως ακίνητα και κρατικά ομόλογα.
- Τα ασφαλιστικά προϊόντα λειτουργούν ως φυσικά αντισταθμίσματα σε κινδύνους τραπεζικής δραστηριότητας.
Επιπλέον, οι τράπεζες προσανατολίζουν τις ασφαλιστικές προς προϊόντα χαμηλού κεφαλαιακού κινδύνου (π.χ. unit-linked), αυξάνοντας την απόδοση με περιορισμένο ρίσκο.
Η ακτινογραφία του deal της Πειραιώς για την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής
Η Ελλάδα εντάσσεται δυναμικά στην ευρωπαϊκή στρατηγική με την εξαγορά από την Πειραιώς Financial Holdings του 90% της Εθνικής Ασφαλιστικής το Μάρτιο του 2025.
Βασικά Στοιχεία:
- Αγοραστής: Piraeus Financial Holdings (μέσω τραπεζικής θυγατρικής)
- Στόχος: 90% της Εθνικής Ασφαλιστικής
- Στρατηγική πρόθεση: Ενίσχυση προμηθειών, διαφοροποίηση εσόδων
- Κεφαλαιακή επίπτωση: Διαχειρίσιμη, χωρίς να επηρεάζει την εποπτική εικόνα
“Η εξαγορά ευθυγραμμίζεται με τη στρατηγική της Πειραιώς για ολιστική παροχή χρηματοοικονομικών υπηρεσιών,” αναφέρουν οι Nicolas Charnay, Taos D Fudji της S&P.
Επιπτώσεις στον Χρόνο
Ορίζοντας | Επίπτωση |
---|---|
Βραχυπρόθεσμα | Άμεση ενίσχυση προμηθειών· περιορισμένη κεφαλαιακή επιβάρυνση από υπεραξία |
Μεσοπρόθεσμα | Ενεργοποίηση συνεργειών διανομής· βελτίωση αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων |
Μακροπρόθεσμα | Πλατφόρμα για περιφερειακή ανάπτυξη· ενίσχυση ανθεκτικότητας εσόδων |
Η Εθνική Ασφαλιστική προσφέρει ευρεία πελατειακή βάση, αξιοπιστία και τεχνογνωσία. Η Πειραιώς αποκτά πλήρη έλεγχο σχεδίασης, τιμολόγησης και διανομής — ενισχύοντας τη στρατηγική της ευελιξία.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες που ελέγχουν ασφαλιστικές
Καθιερωμένα Μοντέλα:
- Crédit Agricole (Γαλλία): Crédit Agricole Assurances
- Intesa Sanpaolo (Ιταλία): Intesa Sanpaolo Vita
- CaixaBank (Ισπανία): VidaCaixa
- BNP Paribas (Γαλλία): BNP Paribas Cardif
- KBC Group (Βέλγιο): Πλήρως ενσωματωμένο μοντέλο
- Nordea Bank (Σκανδιναβία): TopDanmark Life (2022)
- Danske Bank: SEB Pension (2018)
Πρόσφατες Εξαγορές:
- BNP Paribas (2024): Εξαγορά AXA Investment Managers μέσω Cardif
- Piraeus Financial Holdings (2025) Εξαγορά Εθνικής Ασφαλιστικής
- Banco BPM (2025): 90% του asset manager Anima μέσω ασφαλιστικής
- BPCE Group (2025): Κοινοπραξία με Generali στον τομέα διαχείρισης κεφαλαίων
Επιπτώσεις στην Αγορά
Για τις Τράπεζες:
- Μείωση μεταβλητότητας κερδών
- Ανώτερη αποδοτικότητα κεφαλαίων
- Είσοδος σε συνταξιοδοτικά και επενδυτικά προϊόντα
Για τις Αυτόνομες Ασφαλιστικές:
- Πίεση στις λιανικές πωλήσεις
- Ανάγκη εξειδίκευσης ή συγχώνευσης
Για τις Αρχές:
- Ανάγκη ενιαίας εποπτείας σε ομίλους
- Παρακολούθηση τιμολογιακών πρακτικών
- Έλεγχος διπλής μόχλευσης και ενδοομιλικής έκθεσης