Την εκτίμηση ότι οι δυνατότητες που δίνει η τεχνολογική εξέλιξη θα αυξήσουν την παγκόσμια παραγωγικότητα σε επίπεδα που θα ακυρώσουν από τους δασμούς που επιβάλλει η αμερικανική κυβέρνηση, εξέφρασε ο διεθνούς φήμης CEO της Roubini Macro Associates, Nouriel Roubini , στο οικονομικό πλαίσιο των 10o Φελόρου 9- 12 Απριλίου, κατά τη διάρκεια της συζήτησης με τίτλο «Οι εμπορικοί πόλεμοι τροφοδοτούν την επόμενη κρίση;».
« Είμαι φυσικά απαισιόδοξος γιατί συντελείται μία αλλαγή στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Οδηγούμαστε σε μία περίοδο παγκόσμιας αστάθειας» ανέφερε χαρακτηριστικά. «Υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι, οι “megathreats” για τις έγραψα πριν από δύο χρόνια. Όμως το θετικό είναι ότι βρισκόμαστε στο όριο μιας τεχνολογικής επανάστασης, που δεν έχουμε ξαναδεί στην ιστορία». Όπως εξήγησε ο ίδιος, αυτή η επανάσταση θα οδηγήσει σε τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία με τη σειρά της θα αυξήσει τον παγκόσμιο ΑΕΠ που θα αγγίξει τις 200 μονάδες βάσης. Από την άλλη, σύμφωνα με τον κ. Ρουμπίνι, οι δασμοί που θα οδηγήσουν σε μείωση της ΑΕΠ κατά 50 μονάδες βάσης.
«Η αναλογία είναι 4 προς 1. Το μήνυμά μου είναι μεσοπρόθεσμα ότι η τεχνολογία θα ακυρώσει τους δασμούς», δήλωσε απορρίπτοντας τις προβλέψεις της Wall Street για ύφεση στην αμερικανική οικονομία. Όπως είπε στη συνέχεια, δεν είμαστε αναγκαστικά εκεί, κυρίως αν υπάρξει αποκλιμάκωση της έντασης με τους περισσότερους εμπορικούς εταίρους.
Στη συνέχεια προειδοποίησε ότι αν κλιμακωθεί περαιτέρω η σύγκρουση των ΗΠΑ-Κίνας, τότε οι δύο οικονομίες θα γνωρίσουν την ανάπτυξη της, γεγονός που έχει παγκόσμιες. Αναφερόμενος στην πολιτική της Κίνας σημειώνει ότι δημιουργεί προβλήματα όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά και σε μεγάλο μέρος του παγκόσμιου Νότου και σε χώρες όπως η Ινδία, η Νότια Αφρική και η Βραζιλία που διαμαρτύρονται για τις πρακτικές ντάμπινγκ που ακολουθεί το Πεκίνο. «Η Κίνα πρέπει να πάρει στα σοβαρά αυτές τις ανησυχίες και να καταλάβει ότι πρέπει να καταναλώσει περισσότερο και να αποταμιεύσει λιγότερο» τόνισε, συμπληρώνοντας ότι «Αυτές οι ανισορροπίες γίνονται πρόβλημα για όλο τον κόσμο και η Κίνα δεν έχει καταλάβει ακόμα». Σε ό,τι αφορά στις αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών προέβλεψε ότι η Fed θα κρατήσει στάση αναμονής, ενώ η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια περισσότερο από ότι αρχικά είχε εκτιμηθεί, φτάνοντας τελικά στο 1,5%.
«Η Ευρώπη πρέπει να διαπραγματευτεί μία αποκλιμάκωση. Δεν μου αρέσει η λέξη ανταπόδοση» δήλωσε ο Joaquim Miranda Sarmento, Υπουργός Οικονομικών της Πορτογαλίας . Αναγνωρίζοντας ότι ο Τραμπ «έχει ανάγκη να εμφανιστεί ως νικητής», πρότεινε η Ε.Ε. να μειώσει το εμπορικό πλεόνασμα που διατηρεί με τις ΗΠΑ αυξάνοντας την αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού και ενέργειας από τις ΗΠΑ. «Πιστεύω ότι η Ευρώπη πρέπει να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ για να μειωθεί το εμπορικό πλεονέκτημα με τις και μεσοπρόθεσμα να αναπτύξει τη δική της αμυντική βιομηχανία. Η Πορτογαλία εδώ και χρόνια υποστηρίζει ότι πρέπει να επικεντρωθούμε στην ανάπτυξη του ναυτικού και της αεροπορίας για να ενισχυθεί η αμυντική ικανότητα της Ευρώπης, ενώ το μεσοπρόθεσμο δημιουργεί μία ισχυρή αμυντική βιομηχανία». Τέλος, υποστήριξε ότι τα κίνητρα του Τραμπ είναι κυρίως πολιτικά και συνδέονται με τις ανησυχίες που έχουν για τη βιομηχανική παραγωγή στις ΗΠΑ και την ασφάλεια της χώρας του.
Την ανάγκη συνεργασίας των ΗΠΑ-Κίνας όχι μόνο στον οικονομικό τομέα αλλά σε όλα τα θέματα που απασχολούν την παγκόσμια κοινότητα υπογράμμισε ο Henry Huiyao Wang, Ιδρυτής και Πρόεδρος του Κέντρου για την Κίνα και την Παγκοσμιοποίηση (CCG) – Πρώην Σύμβουλος του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας . «Είναι λάθος αυτός ο πόλεμος του Προέδρου Τραμπ ενάντια σε όλους, διαταράσσει το παγκόσμιο σύστημα» ανέφερε, προσθέτοντας ότι «Ο κόσμος χρειάζεται η Κίνα και οι ΗΠΑ να δουλέψουν μαζί. Αν θέλει ο Πρόεδρος Τραμπ να μείνει στην ιστορία ως ένας ηγέτης που προάγει την ειρήνη χρειάζεται τη βοήθεια της Κίνας. Είναι ανόητο οι δυο μεγαλύτερες οικονομίες να μαλώνουν χωρίς λόγο και να συμπεριφέρονται σαν μικρά παιδιά». Ανέφερε επίσης ότι η Κίνα βελτιώνει τις σχέσεις της με χώρες όπως η Ινδία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, «οδηγούμαστε στο επόμενο στάδιο της παγκοσμιοποίησης».
Την ημέρα ότι η Fed δεν θα λάβει άμεση απόφαση μείωσης των επιτοκίων, εξέφρασε η Dame DeAnne Julius, Ιδρυτικό Μέλος της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής, Τράπεζα της Αγγλίας . «Πιστεύω ότι οι Κεντρικές Τράπεζες αγωνίζονται για την αξιοπιστία τους και δεν μπορούν να αφήσουν να ξεφύγουν ο πληθωρισμός» ανέφερε, συμπληρώνοντας ότι «Δεν ξέρουμε πού θα οδηγηθούμε με αυτούς τους δασμούς και η ανεργία στις ΗΠΑ είναι χαμηλή. Είναι ξεκάθαρο ότι η Fed πρέπει να περιμένει τουλάχιστον έξι μήνες πριν λάβει κάποια απόφαση» κατέληξε.
Τη συζήτηση συντόνισε o Paul Taylor, Senior Fellow, Friends of Europe, Αρθρογράφος, The Guardian .