Η μαζική μείωση της ανθρωπιστικής βοήθειας την οποία χορηγούν οι ΗΠΑ διεθνώς, σε συνδυασμό με τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον των ανταρτών Χούθι, θα έχουν καταστροφικές συνέπειες για τον πληθυσμό της Υεμένης, από τον οποίο ο μισός και πλέον έχει ανάγκη βοήθειας απλά και μόνο για να επιβιώσει, προειδοποιεί σήμερα η Διεθνής Αμνηστία.
Τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε πάγωμα της αμερικανικής βοήθειας στο εξωτερικό. Ακολούθησε η ανακοίνωση της Ουάσιγκτον πως ακυρώνει το 83% των προγραμμάτων της αμερικανικής υπηρεσίας διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας, της USAID.
Καθώς οι ΗΠΑ ήταν η χώρα που παρείχε το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς βοήθειας στην Υεμένη για χρόνια, διαθέτοντας 768 εκατ. δολάρια το 2024, οι δραστικές περικοπές αυτές απειλούν να επιδεινώσουν περαιτέρω μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο στο κράτος 38 εκατομμυρίων κατοίκων, προειδοποιεί η ΜΚΟ.
Επικαλούμενη εργαζόμενους στο πεδίο, η Αμνηστία υπογραμμίζει πως το ότι έκλεισαν οι κρουνοί της χρηματοδότησης οδήγησε στο «κλείσιμο ζωτικής σημασίας υπηρεσιών αρωγής και προστασίας».
Πλήττονται κυρίως η θεραπεία του υποσιτισμού παιδιών, εγκύων και θηλαζουσών, η προσφορά στέγης σε θύματα βίας λόγω του φύλου και τις παιδιατρικές υπηρεσίες. Πολλές από τις υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας ή προστασίας γυναικών επίσης απειλούνται.
«Η βάναυση και ανεύθυνη μείωση της αμερικανικής βοήθειας θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τις πιο ευάλωτες και περιθωριοποιημένες ομάδες στην Υεμένη, ειδικά για τις γυναίκες και τα κορίτσια, για τα παιδιά και τους ανθρώπους που εκτοπίστηκαν εξαναγκαστικά», ανέφερε η Ντιάλα Χαϊντάρ, ερευνήτρια της ΜΚΟ ειδικευμένη στη Μέση Ανατολή. «Εκατομμύρια άνθρωποι στην Υεμένη θα βρεθούν χωρίς την υποστήριξη που έχουν απελπιστικά ανάγκη» αν δεν αποκατασταθεί η βοήθεια, προειδοποίησε.
«Χρειάστηκε να πάρουμε αποφάσεις ζωής και θανάτου με βάση ελάχιστων ή καθόλου πληροφοριών. Συχνά, δεν υπάρχει κανένας να απαντήσει» διότι η USAID ουσιαστικά καταργήθηκε, αφηγήθηκε εργαζόμενος στον ανθρωπιστικό τομέα στη Διεθνή Αμνηστία.
Πελώριοι τομείς της χώρας ελέγχονται από τους Χούθι και γίνονται από τα μέσα του Μαρτίου στόχοι σχεδόν καθημερινών αεροπορικών βομβαρδισμών, στο πλαίσιο νέας εκστρατείας της Ουάσιγκτον με σκοπό οι αντάρτες να σταματήσουν τις επιθέσεις τους εναντίον της εμπορικής ναυσιπλοΐας που κινείται ανοικτά της Υεμένης προς τη Διώρυγα του Σουέζ, ενέργειες τις οποίες άρχισαν χονδρικά έναν μήνα μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας.
«Η στρατιωτική κλιμάκωση» και «η μείωση της αμερικανικής βοήθειας» χωρίς αμφιβολία «θα χειροτερέψουν την ανθρωπιστική καταστροφή», υπογραμμίζει η Ντιάλα Χαϊντάρ.
Η ΜΚΟ θυμίζει ακόμη πως το ότι η Ουάσιγκτον κατέταξε ξανά τον Μάρτιο τους Χούθι στις «ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις» ανάγκασε διάφορες οργανώσεις να αναστείλουν κάθε δραστηριότητα σε περιοχές ελεγχόμενες από το κίνημα ανταρτών.
Τα αμερικανικά μέτρα που βάζουν στο στόχαστρο τις de facto αρχές των Χούθι «πρέπει να προβλέπουν σαφείς και αποτελεσματικές εξαιρέσεις για τις ανθρωπιστικές επιχειρήσεις», επιχειρηματολογεί η κυρία Χαϊντάρ, προσθέτοντας ότι «η πλειονότητα των πολιτών που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη για βοήθεια» ζει σε περιοχές ελεγχόμενες από το κίνημα στη βόρεια Υεμένη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ