Νέο push προκειμένου να εκμεταλλευτεί το θετικό κλίμα και τη συγκυρία ώστε να καλύψει το gap στις κεφαλαιοποιήσεις στο Χρημαστιστήριο επιχειρεί η διοίκηση της Πειραιώς, προσφέροντας δέλεαρ και σκιαγραφώντας με μεγαλύτερη σαφήνεια τις προοπτικές της.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο CFO της Πειριαώς Τέο Γκαρδέλης είχε μπαράζ επαφών με αναλυτές κασι επενδυτές, με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και την ανάδειξη των εγγενών πλεονεκτημάτων και της προβλεψιμότητας της, ώστε να καταστήσει πιο ελκυστικό τον τίτλο της τράπεζας.
Ειδικότερα, ο CFO της Πειριαώς, εστίασε στη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μοντέλου -που περιλαμβάνει την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής και την αναζήτηση deal στο Wealth Management-, την ανάδειξη του συγκριτικού πλεονεκτήματος της πληρωμής μερισμάτων σε μετρητά και να υπογραμμίσει τις μετριπαθείς και ρεαλιστικές προοπτικές, που προσφέρει η Πειριαώς.
Σε επίπεδο μακροοικονομικών εκτιμήσεων η Πειραιώς τοποθετεί τον πήψη της ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας στο 2%, επίπεδο διπλάσιο από της Ευρωζώνης και χαμηλότερο από τις “ψαλιδισμένες” προβλέψεις της ΤτΕ και της ελληνικής κυβέρνησης.
Μέρισμα μόνο σε μετρητά
Η Πειραιώς προχώρησε σε διαφοροποίηση της στρατηγικής της σε σχέση με τις υπόλοιπες ελληνικές τράπεζες, επιλέγοντας να διαθέσει το 35% των κερδών του 2024 αποκλειστικά σε μερίσματα μετρητών, αντί για πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών. Η απόφαση αυτή στηρίχθηκε στις απόψεις των μετόχων και τη δέσμευση της διοίκησης να καθιερώσει την Πειραιώς ως μια αξιόπιστη τράπεζα με σταθερή μερισματική πολιτική.
Στο μεσοπρόθεσμο πλάνο (2025-2028), η διοίκηση στοχεύει σε διανομή του 50% των κερδών με πιθανή αύξηση στο 70% εφόσον οι κεφαλαιακοί δείκτες παραμείνουν σε άνετα επίπεδα.
Η διοίκηση της Πειραιώς επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της σε σταθερές και διαρκείς αποδόσεις σε μετρητά προς τους μετόχους, αντί να εστιάσει σε προγράμματα επαναγοράς μετοχών. Η ημερήσια διάταξη της πρόσφατης Γενικής Συνέλευσης περιελάμβανε την πρόταση διανομής περίπου 373 εκατ. ευρώ ως μέρισμα, ποσό που αντιστοιχεί σε περίπου 0,3 ευρώ ανά μετοχή.
Η τράπεζα επιβεβαίωσε επίσης ότι σχεδιάζει να διατηρήσει ένα ποσοστό διανομής μερίσματος κοντά στο 50% για την περίοδο 2025-2028, με πιθανή αύξηση στο 70%, εφόσον τα κεφαλαιακά επίπεδα το επιτρέψουν.
Εξαγορά Εθνικής Ασφαλιστικής
Η εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής αποτελεί συμφωνία που χρηματοδοτείται 100% με μετρητά, με την ολοκλήρωσή της να αναμένεται το τέταρτο τρίμηνο του 2025.
Η Πειραιώς ανέλυσε τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση εξαγοράς:
- Ευθυγράμμιση με τους μακροπρόθεσμους αναπτυξιακούς στόχους της τράπεζας, καθώς η ασφαλιστική αγορά παρουσιάζει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης.
- Διεύρυνση της βάσης των εσόδων, μειώνοντας τη στήριξη της κερδοφορίας αποκλειστικά στα καθαρά έσοδα από τόκους (NIM).
- Δυνατότητα ένταξης στο καθεστώς “Danish Compromise”, το οποίο αν εγκριθεί μπορεί να προσθέσει 50 μονάδες βάσης (bps) στον δείκτη CET1.
- Αποδοτική απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE), με την εξαγορά να υπολογίζεται ότι θα παράγει 13-14% ROE, υψηλότερο από το κόστος κεφαλαίου της τράπεζας (~12%).
Η τράπεζα επισήμανε ότι δεν έχει ενσωματώσει ακόμα στις προβλέψεις της συνέργειες από τη συμφωνία, ούτε την εφαρμογή του Danish Compromise, γεγονός που δημιουργεί δυνητικά ανοδικά περιθώρια αναθεώρησης των προβλέψεων.
Επιπλέον, δεν αναμένονται άμεσες αλλαγές στις υπάρχουσες αποκλειστικές συμφωνίες bancassurance της Εθνικής Ασφαλιστικής.
Στο ερώτημα για την απόκτηση του εναπομείνοντος 10% από την Εθνική Τράπεζα η διοίκηση της Πειραιώς παραπέμπει σε σταδιακή εξαγορά με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, δεν αναφέρει τον χειρισμό της ρήτρας Come Along που έχει η CVC με την Εθνική Τράπεζα και αν τελικά επιλέξει την ενεργοποίησή της με την ολοκλήρωση του deal. Πρόκειται για παράγοντα που ενισχύει το ρίσκο λόγω περιορισμού της προβλεψιμότητας, όχι όμως αισθητά.
Παράλληλα, η ασφαλιστική αγορά στην Ελλάδα παραμένει υποαναπτυγμένη (~2% του ΑΕΠ), δίνοντας σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, ειδικά στον τομέα της ιδιωτικής υγείας και των γενικών ασφαλίσεων.
NII και επιτόκια
Η Πειραιώς εκτιμά ότι η δομή των καταθέσεων θα παραμείνει σταθερή, με μείωση των προθεσμιακών καταθέσεων στο 20% του συνόλου έως το 2027-2028. Παράλληλα, το κόστος των προθεσμιακών καταθέσεων αναμένεται να μειωθεί στο 1,7% έως το 2027 από 2,3% το 2024.
Επιπλέον, η τράπεζα μειώνει την εξάρτησή της από τη διακύμανση των επιτοκίων μέσω:
- Αντιστάθμισης κινδύνων,
- Διακράτησης χαρτοφυλακίου ομολόγων με απόδοση 3%,
- Στρατηγικής διαχείρισης του spread των δανείων.
Διαχείριση κόκκινων δανείων και ποιότητα ενεργητικού
Η Πειραιώς στοχεύει στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPLs) κάτω από 1 δισ. ευρώ έως το 2027.
Η στρατηγική της περιλαμβάνει τόσο οργανικές πωλήσεις όσο και δομημένες συναλλαγές, χωρίς κεφαλαιακή διάβρωση. Παράλληλα, η διοίκηση τόνισε ότι η συντηρητική πολιτική χορηγήσεων παραμένει προτεραιότητα.
Η Πειραιώς ανέλυσε επίσης τον κίνδυνο από γεωπολιτικές εξελίξεις όσον αφορά την έκθεσή της στη ναυτιλία, επισημαίνοντας ότι ο κλάδος παραμένει ανθεκτικός και η τράπεζα διατηρεί διαφοροποιημένη έκθεση σε ναυτιλιακές εταιρίες.
Στρατηγική Ανάπτυξης Στεγαστικών και Εμπορικών Δανείων
Η διοίκηση τόνισε ότι τα προβλήματα γραφειοκρατίας και οι περιορισμοί στην προσφορά ακινήτων περιορίζουν την ανάπτυξη της αγοράς στεγαστικών δανείων.
Ωστόσο, η Πειραιώς βλέπει:
- Αύξηση της ζήτησης για σταθερά επιτόκια στα νέα στεγαστικά δάνεια (~70% του συνόλου),
- Έμφαση στη δανειοδότηση βάσει εισοδήματος αντί για δάνεια με βάση εγγυήσεις,
- Προτεραιότητα στη βιώσιμη ανάπτυξη και μείωση της εξάρτησης από κρατικά επιδοτούμενα δάνεια.
Μακροοικονομικό πριβάλλον και DTC
Οι εκτιμήσεις της Πειραιώς δείχνουν σταθερή μακροοικονομική ανάπτυξη, με την ελληνική οικονομία να διατηρεί ρυθμούς 2% ετησίως, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (1%).
Η τράπεζα έχει ενσωματώσει ετήσια αύξηση της απόσβεσης των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTCs) κατά 8%, ενώ δεν αναμένει σημαντικές κανονιστικές αλλαγές από την ΕΚΤ.
Κίνδυνοι
- Αρνητική μακροοικονομική εξέλιξη,
- Χαμηλότερα από τα αναμενόμενα οφέλη από τα επιτόκια,
- Αυξημένο ανταγωνισμό στον τραπεζικό κλάδο,
- Περιορισμένη δυνατότητα περικοπών κόστους,
- Απρόβλεπτες πολιτικές ή κανονιστικές παρεμβάσεις.