Νέα παρέμβαση, μετά τον ανασχηματισμό, κάνει ο διευθυντής της Καθημερινής Αλέξης Παπαχελάς επιχειρώντας να επαναπροσδιορίσει το πολιτικό σκηνικό αναδεικνύοντας την πολιτική σταθερότητα ως διαρκές ζητούμενο και χρεώνοντας την ευθύνη για την επίτευξη και διαχείρισή της στο πολιτικό προσωπικό και συγκεκριμένα στους… κεβερνώντες.
Το άρθρο συνοψίζει μια ανησυχητική πραγματικότητα: μια κοινωνία στα όρια της αγανάκτησης, μια κυβέρνηση που χάνει την αξιοπιστία της, μια αντιπολίτευση ανίκανη να εκφράσει ουσιαστική εναλλακτική και θεσμούς που διαρκώς απαξιώνονται. Ο Παπαχελάς κλείνει με μια προειδοποίηση: η ομαλότητα που βιώνει η χώρα είναι εύθραυστη και μπορεί να ανατραπεί απότομα, με ανυπολόγιστες συνέπειες για όλους.
Στο εβδομαδιαίο του άρθρο, ο έγκυρος δημοσιογράφος καταγράφει τις κοινωνικές εντάσεις, τον κίνδυνο εκτροχιασμού, τις κυβενρητικές αστοχίες., την έπαρση και την έλλειψη ενσυναίσθησης, κρούονας τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο εκτροχιασμού της χώρας. Κάτι αντίστοιχο είχε αναφέρει και στο προηγούμενο άρθρο του, αλλά με διαφορετικό πλαίσιο.
Η ανάλυση του άρθρου του Αλέξη Παπαχελά μέσα στο παρόν πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό αναδεικνύει μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα που συνδέονται με την κοινωνική αγανάκτηση, την πολιτική αστάθεια και τη θεσμική κρίση.
1. Πολιτική Αποσταθεροποίηση και Ελλιπής Κυβερνητική Αξιοπιστία
Ο Παπαχελάς περιγράφει την Ελλάδα ως μια χώρα που ισορροπεί διαρκώς στο μεταίχμιο μεταξύ διακυβερνησιμότητας και ακυβερνησίας. Αυτό συνδέεται άμεσα με τη διολίσθηση της Νέας Δημοκρατίας στις δημοσκοπήσεις, η οποία πλήττεται από το σκάνδαλο των Τεμπών, την υπόθεση των υποκλοπών και τη γενικότερη αίσθηση κυβερνητικής αλαζονείας. Ο ανασχηματισμός, αντί να επιφέρει σταθερότητα, δημιούργησε συζητήσεις για την αναποτελεσματικότητα ενός υπερμεγέθους κυβερνητικού σχήματος, που περισσότερο λειτουργεί ως μηχανισμός εσωκομματικών ισορροπιών παρά ως εργαλείο διακυβέρνησης.
2. Αδυναμία Αντιπολίτευσης και Κατακερματισμός
Η επισήμανση ότι η χώρα στερείται ηγεσίας που να μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά κρίσεις συνδέεται με την αδυναμία της αντιπολίτευσης να κεφαλαιοποιήσει τη φθορά της κυβέρνησης. Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να προσελκύσει απογοητευμένους ψηφοφόρους της ΝΔ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και η λοιπή αριστερά εμφανίζονται κατακερματισμένοι. Η συγκυριακή άνοδος της Πλεύσης Ελευθερίας αντανακλά περισσότερο έναν θυμωμένο ψήφο διαμαρτυρίας παρά μια δομημένη πολιτική πρόταση.
3. Κρίση Εμπιστοσύνης στους Θεσμούς
Ο Παπαχελάς υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα, παρά τις ευρωπαϊκές της επιρροές, εξακολουθεί να έχει θεσμικά ελλείμματα, με χαρακτηριστικά βαλκανικής χώρας χωρίς όμως την πρόοδο που σημειώνουν τα γειτονικά κράτη. Το σκάνδαλο των υποκλοπών, η συγκάλυψη των ευθυνών για την τραγωδία των Τεμπών και η γενική αίσθηση ατιμωρησίας έχουν υπονομεύσει βαθιά την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, κάτι που δημιουργεί εύφορο έδαφος για λαϊκιστικά αφηγήματα.
4. Ρίσκο Αποσταθεροποίησης και Οικονομικές Επιπτώσεις
Το άρθρο προειδοποιεί ότι η χώρα βρίσκεται στην αρχή ενός νέου κύκλου αστάθειας και οργής, κάτι που μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά. Ο Παπαχελάς επισημαίνει ότι μια περίοδος παρατεταμένης αστάθειας θα μπορούσε να εκτροχιάσει τη χώρα από την επενδυτική της πορεία, εντείνοντας τη δυσπιστία των αγορών και αποτρέποντας ξένα κεφάλαια από το να τοποθετηθούν στην ελληνική οικονομία.
5. Κρίση Πολιτικής Ηγεσίας και Αναποτελεσματική Διαχείριση
Ο συγγραφέας τονίζει ότι οι πολιτικοί έχουν απορροφηθεί υπερβολικά από την επικοινωνιακή τους διαχείριση, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τη διακυβέρνηση. Αυτό αποτυπώνει την αίσθηση που κυριαρχεί στον κόσμο, ότι η κυβέρνηση αλλά και η αντιπολίτευση ασχολούνται περισσότερο με την εικόνα τους παρά με την ουσία των προβλημάτων. Παράλληλα, ο Παπαχελάς προειδοποιεί ότι η πολιτική δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί με λογική εκβιασμού των πολιτών μέσω του φόβου της αποσταθεροποίησης.
Το άρθρο του Αλέξη Παπαχελά
Η παρένθεση κλείνει
Πλέον, στέλνει μήνυμα ότι η επίτευξη και διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας είναι ευθύνη των κυβερνώνοντων και ότι ο κοινωνικός θυμός παραμένει, ενώ υπογραμμίζει τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων και το διακύβευμα.
Η Ελλάδα βρίσκεται πάντοτε ένα «τσικ» από το να γίνει είτε μια μη κυβερνήσιμη χώρα είτε μια ακυβέρνητη χώρα. Μπορεί απ’ έξω να μοιάζει με μια… κανονική ευρωπαϊκή χώρα, αλλά σε πολλά μοιάζει με τη λεωφόρο Κηφισίας τα χρόνια της σπάταλης ευδαιμονίας. Στην πρώτη σειρά βρίσκονταν πανάκριβα γυάλινα κτίρια και μόλις έστριβες έπεφτες σε λάσπες, πολεοδομικό χάος, μαρμαράδικα, ακόμη και κοτέτσια. Σε πολλά έχουμε γίνει Ευρώπη. Σε πολλά παραμένουμε Βαλκάνιοι, αλλά χωρίς τη δίψα που έχουν τώρα οι Βαλκάνιοι, οι οποίοι νιώθουν ότι έχουν δρόμο να καλύψουν σε σχέση με όλους εμάς τους τυχερούς που μείναμε στη Δύση τα χρόνια που εκείνοι ήταν πίσω από συρματοπλέγματα.
Οι θεσμοί μας έχουν πολύ δρόμο για να βελτιωθούν και να γίνουν στιβαροί. Οι πολιτικοί μας αναλώνονται κατά 80% στην επικοινωνία, που τώρα πια στην εποχή μας δεν τους αφήνει χρόνο όχι να δουλέψουν, αλλά και ούτε να κοιμηθούν, καθώς είναι καρφωμένοι στο κινητό τους. Ο ιδιωτικός μας τομέας έχει κομμάτια που θα τα ζήλευε κάθε ευρωπαϊκή χώρα και άλλα που ανήκουν σε άλλες πιο ζεστές ηπείρους. Σε κρίσιμες στιγμές νιώθει κανείς ότι η χώρα δεν έχει «έρμα», δεν διαθέτει την ηγεσία που μπορεί να κρατήσει σταθερά το τιμόνι όταν ξεσπούν οι καταιγίδες του ακραίου λαϊκισμού. Και αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει κάθε 10-20 χρόνια. Είμαστε ένας λαός βαθιά συναισθηματικός, που αντιδρά βίαια και απρόβλεπτα. Οταν μάλιστα νιώθουμε ότι αδικούμαστε από τους «έξω», το πληγωμένο μας ΕΓΩ γίνεται εύκολα αντικείμενο χειραγώγησης που πυροδοτεί εκρήξεις.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο ανοχής σε φαινόμενα ανεπάρκειας ή κακοδιαχείρισης, για συμβιβασμούς και έλλειψη ενσυναίσθησης για το τι νιώθει ο μέσος πολίτης.
Τώρα φαίνεται να βρισκόμαστε στο χείλος ενός νέου κύκλου αστάθειας και θυμού. Μια ματιά στις δημοσκοπήσεις το δείχνει ανάγλυφα. Αν η χώρα πάει σε εκλογές αύριο το πρωί, το πιθανότερο είναι να μπλέξουμε σε μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής αστάθειας και κοινωνικής έντασης. Αν ήμασταν το Βέλγιο, αυτό δεν θα ενδιέφερε κανέναν, δεν θα είχε καμία σημασία. Δεν είμαστε όμως. Η γειτονιά μας είναι πολύ πιο ασταθής και επικίνδυνη. Το διεθνές περιβάλλον είναι ασύλληπτα απρόβλεπτο και γεμάτο απειλές. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν καταστήσει την τέχνη της πολιτικής κάτι πολύ επικίνδυνο, κάτι που αρμόζει σε κασκαντέρ. Και να το πούμε αλλιώς; Είναι πάρα πολύ εύκολο να φύγει πάλι η χώρα από τις ράγες, να ξαναγίνουμε μια επικίνδυνη χώρα για επενδυτές και να πετύχει τον στόχο του όποιος θέλει την αποσταθεροποίησή της.
Αυτό, όμως, δεν μπορεί να είναι το χαρτί με το οποίο οιοσδήποτε κυβερνά μπορεί να απειλήσει τους πολίτες. Πρώτα απ’ όλα γιατί στην εποχή μας οι εκβιασμοί στην πολιτική γίνονται συχνότατα μπούμερανγκ. Ζούμε την εποχή της απόλυτης αμφισβήτησης. Δεύτερον, γιατί εμείς οι πολίτες έχουμε ασφαλώς την υποχρέωση να αναλογιστούμε τις τύχες της χώρας, αλλά πρωτίστως την υποχρέωση αυτή έχουν εκείνοι στους οποίους εμπιστευθήκαμε τη διαχείρισή τους. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εγωισμούς, για ανοχή σε φαινόμενα ανεπάρκειας ή κακοδιαχείρισης, για πριμαντόνες που φροντίζουν μόνο την εικόνα τους, για συμβιβασμούς και έλλειψη ενσυναίσθησης για το τι νιώθει ο μέσος πολίτης. Μη ζητάμε μόνο από τους πολίτες να φερθούν υπεύθυνα και να σκεφθούν λογικά. Ζούμε μια παρένθεση ομαλότητας που μπορεί εύκολα να κλείσει απότομα. Βαριά ευθύνη για όλους μας, πρωτίστως όμως για τους κυβερνώντες.