Στην στρατηγική της φυγής προς τα μπρος επενδύει μονολιθικά το Μέγαρο Μαξιμου, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να επιμένει στο αφήγημα της πολιτικής σταθερότητας, ως ασπίδα και αιχμή του δόρατος για την αντιμετώπιση της πολυεπίπεδης κριτικής που δέχεται η κυβέρνησή του.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εστιάζει στην οικονομία, με στόχο να ενισχύσει το ειδικό της βάρος στην καθημερινότητα, έτσι ώστε να αντισταθμίσει την το επίμονα αρνητικό αποτύπωμα των Τεμπών στην εικόνα της κυβέρνησης και το προωπικό του πολιτικό κεφάλαιο.
Το μεγάλο στοίχημα του Κυριάκου Μητσοτάκη για μια «μαγική» επιστροφή στην κοινωνία μέσω της φοροδιαφυγής και των εσόδων από το Ταμείο Ανάκαμψης φαντάζει αβέβαιο, ειδικά όταν τα αποτελέσματα αυτών των πολιτικών δεν έχουν αποδειχθεί ούτε πρακτικά ούτε στον καθημερινό βίο των πολιτών.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Πρωθυπουργός ξεκίνησε έναν νέο κύκλο επισκέψεων σε υπουργεία, με την πρώτη να αφορά το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, και συναντήθηκε με τα κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου, μεταξύ των οποίων ο υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης, ο αναπληρωτής υπουργός Νίκος Παπαθανάσης και οι υφυπουργοί Γιώργος Κώτσηρας και Θάνος Πετραλιάς.
Μετά την ολοκλήρωση της σύσκεψης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για την “επιτυχή” αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, ένα θέμα που οι προηγούμενες κυβερνήσεις, σύμφωνα με τον ίδιο, απέτυχαν να λύσουν. Ενώ η πρόθεση είναι να εξασφαλιστούν μόνιμα και διαρκή έσοδα που θα ενισχύσουν τις δημόσιες επενδύσεις και θα οδηγήσουν σε φορολογικές μειώσεις, το ερώτημα παραμένει αν αυτά τα σχέδια θα αποδώσουν στην καθημερινότητα των πολιτών ή αν θα παραμείνουν σε επίπεδο διακηρύξεων. Αντί να προσδιοριστούν ξεκάθαρα τα βήματα και οι χρονικές δεσμεύσεις, ακούγεται μια γενική αναφορά σε θετικά αποτελέσματα που θα φανεί αργότερα, χωρίς όμως να εξηγείται πώς ακριβώς θα μεταφραστούν αυτά σε άμεσα αποτελέσματα για τη μεσαία τάξη και τους πιο αδύναμους πολίτες.
Ο Πρωθυπουργός, παρά την αναγνώριση των δυσκολιών που βιώνουν οι πολίτες, συνεχίζει να επαναλαμβάνει το αφήγημα της σταθερότητας και της προόδου, χωρίς να θίγει τις σημαντικές ανισότητες που συνεχίζουν να πλήττουν μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Η ανεργία μειώνεται, λέει, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι οι νέες θέσεις εργασίας είναι υψηλά αμειβόμενες ή προσφέρουν σταθερότητα. Επιπλέον, η ελπίδα για μια “μαγική” επιστροφή στην κοινωνία μέσω της φοροδιαφυγής και των εσόδων από το Ταμείο Ανάκαμψης φαντάζει αβέβαιη, ειδικά όταν τα αποτελέσματα αυτών των πολιτικών δεν έχουν αποδειχθεί ούτε πρακτικά ούτε στον καθημερινό βίο των πολιτών.
Η αναφορά στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody’s, ενώ σαφώς αναγνωρίζεται ως μια θετική εξέλιξη, μάλλον είναι μια επικοινωνιακή κίνηση που υπερτονίζει την “επιτυχία” σε μια περίοδο γεωπολιτικών αναταράξεων, χωρίς να εξετάζεται το βάθος και τη διάρκεια αυτής της ανόδου, καθώς και το αν αυτή η αναβάθμιση έχει πρακτικά οφέλη για την κοινωνία στο σύνολό της.
Ο Κ. Μητσοτάκης καταλήγει υπογραμμίζοντας ότι “θα κριθούμε από την αύξηση των μισθών και τη μείωση των φόρων”, όμως η αίσθηση που δημιουργείται είναι ότι αυτό το σχέδιο, το οποίο εξαγγέλλεται για τα επόμενα 2,5 χρόνια, δεν έχει λάβει τη δέουσα προσοχή στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών σήμερα. Και η πραγματικότητα είναι ότι τα φιλόδοξα σχέδια για τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση των μισθών παραμένουν μακριά από την καθημερινότητα της πλειονότητας των Ελλήνων, που συνεχίζουν να παλεύουν με τις αυξημένες τιμές και τη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Την ίδια ώρα, η “συνέχιση της πολιτικής” για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, παρόλο που μοιάζει με ευκαιρία για το κράτος να ενισχύσει τις υποδομές του, δύσκολα κρύβει την αίσθηση πως τα κονδύλια συχνά καταλήγουν σε έργα που δεν απευθύνονται άμεσα στους πολίτες. Καλές οι υποδομές και οι τεχνολογικές βελτιώσεις, αλλά η καθημερινή πραγματικότητα απαιτεί πιο άμεσες και ουσιαστικές παρεμβάσεις.
Ο πήχυς, όπως λέει ο Πρωθυπουργός και ο κ. Πιερρακάκης, έχει τεθεί ψηλά, αλλά η πραγματική πρόκληση θα είναι να γίνει αυτή η θεωρητική πρόοδος αισθητή στους πολίτες και να μην καταλήξει ως μια ακόμα επικοινωνιακή επιτυχία χωρίς αντίκρισμα στην πραγματικότητα.