Εσωτερικές ανισορροπίες δημιουργούν οι μεγάλες απαιτήσεις της ρωσικής πολεμικής βιομηχανίας και η μεταστροφή της οικονομίας σε πολεμική στη Ρωσία, καθώς καταγράφεται σημαντική έλλειψη προσωπικού, η οποία εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις και προκαλεί στασιμοπληθωρισμό.
Το Κρεμλίνο χρειάζεται υψηλότερη παραγωγή για να καλύψει τις ανάγκες της εγχώριας οικονομίας, να διατηρήσει τις εξαγωγές και να προμηθεύσει τον στρατό, αλλά η σοβαρή έλλειψη εργατικού δυναμικού το εμποδίζει.
Η Ρωσία αντιμετωπίζει συνεχή διαρροή εγκεφάλων, μείωση του πληθυσμού και αυξανόμενη ζήτηση τόσο για στρατιώτες όσο και για εργαζομένους στους αμυντικούς κλάδους και στις βιομηχανίες υποκατάστασης εισαγωγών. Το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί λόγω της μείωσης της μετανάστευσης από την Κεντρική Ασία, καθώς οι μεταναστευτικές πολιτικές έχουν γίνει αυστηρότερες. Οι ελλείψεις εξειδικευμένων εργατών έχουν φτάσει σε επίπεδα-ρεκόρ, με τον κατασκευαστικό τομέα – ο οποίος παραδοσιακά βασίζεται σε μετανάστες – να υφίσταται τη μεγαλύτερη πίεση. Αν και η κεντρική τράπεζα αναφέρει ότι η οικονομική επιβράδυνση και η αυστηρή νομισματική πολιτική έχουν ανακουφίσει εν μέρει τις πιέσεις στην αγορά εργασίας, οι αρχές δεν αναμένουν ταχεία σταθεροποίηση.
Για να διατηρήσει την ανάπτυξη υπό καθεστώς κυρώσεων, η Ρωσία έχει στραφεί σε μη παραδοσιακές πηγές εξειδικευμένων μεταναστών – κυρίως από την Αφρική, τη Λατινική Αμερική και τη Νότια Ασία. Για παράδειγμα, το Πριμόρσκι Κράι και η Περιφέρεια Αμούρ έχουν προσλάβει εξειδικευμένους εργάτες από τη Μιανμάρ, ενώ το Ταταρστάν ελπίζει να ακολουθήσει το ίδιο μοντέλο. Η βιομηχανία ραπτικής στο Μπασκορτοστάν έχει λάβει έγκριση για την πρόσληψη ειδικών από τη Νοτιοανατολική Ασία, συμπεριλαμβανομένων της Ταϊλάνδης, του Βιετνάμ και του Μπαγκλαντές. Παράλληλα, η Κένυα έχει συμφωνήσει να στείλει 10.000 εργαζομένους στη Ρωσία.