Στις αγορές βγαίνει σήμερα, 13 Μαρτίου, το Ελληνικό Δημόσιο, με την επανέκδοση 15ετούς και 30ετούς ομολόγου.
Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) έδωσε χθες εντολή (mandate) στις Barclays, BNP Paribas, Commerzbank, Eurobank, JP Morgan και Τράπεζα Πειραιώς για το «άνοιγμα» (re-opening) των υφιστάμενων ομολόγων, με λήξη στις 18 Ιουλίου 2038 και κουπόνι 4,375%, καθώς και εκείνων που λήγουν στις 15 Ιουνίου 2053 με κουπόνι 4,125%.
Η συναλλαγή αναμένεται να πραγματοποιηθεί σύντομα, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς, ενώ η τιμολόγηση των νέων τίτλων θα γίνει σήμερα, 13 Μαρτίου, με την εκκαθάριση να προγραμματίζεται για τις 20 Μαρτίου.
Επιπλέον, το Ελληνικό Δημόσιο προχωρά σε προσφορά επαναγοράς τίτλων ύψους 4,5 δισ. ευρώ, με λήξη τον Φεβρουάριο του 2026, στην τιμή των 98,17, καθώς και τίτλων ύψους 2,5 δισ. ευρώ, με λήξη τον Ιούλιο του 2026, στην τιμή των 99,77.
Η κίνηση αυτή εντάσσεται στην ενεργητική στρατηγική διαχείρισης του Δημοσίου Χρέους του ΟΔΔΗΧ, η οποία στοχεύει στη μείωση του χρέους. Υπενθυμίζεται ότι, το περασμένο έτος, το Ελληνικό Δημόσιο προχώρησε στην πρόωρη αποπληρωμή δανείων ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ, που είχαν χορηγηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας. Για το 2025, ο ΟΔΔΗΧ αναμένεται να διαθέσει περίπου 5,2 δισ. ευρώ για τον ίδιο σκοπό.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι ενέργειες αυτές του ΟΔΔΗΧ χρηματοδοτούνται κυρίως από τα έκτακτα κέρδη που αποκομίζει μέσω σύγχρονων χρηματοοικονομικών εργαλείων, όπως οι συμφωνίες ανταλλαγής ομολόγων (swaps). Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, ο ΟΔΔΗΧ επανεπενδύει τα κερδοφόρα ποσά που προκύπτουν από τα swap στα ομόλογα που αποπληρώνονται πρόωρα. Αυτά τα ομόλογα είναι συνήθως «ασφαλισμένα» μέσω συμφωνιών swap, οι οποίες μετά την πρόωρη εξόφληση μπορούν να ρευστοποιηθούν.
Τα κέρδη που έχει επιτύχει η διοίκηση του ΟΔΔΗΧ υπό την ηγεσία του Δημήτρη Τσάκωνα μέσω των swap εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 500 εκατ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας. Ωστόσο, η διοίκηση του Οργανισμού έχει επιλέξει να μην ρευστοποιήσει αυτά τα κέρδη, αλλά να τα επανεπενδύσει, προκειμένου να συγκρατηθεί το κονδύλι των τόκων που βαρύνει τον Προϋπολογισμό για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου Χρέους. Έτσι, οι χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, ενισχύοντας τη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους.