Στο επίκεντρο sell-off βρίσκεται η Wall Street καθώς οι επενδυτές επαναξιολογούν τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας και τον αντίκτυπο των πολιτικών του Ντόναλντ Τραμπ, τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς, ενώ πλέον φαίνεται ότι το χρήμα δεν θα φθηνύνει αρκετά, ούτε πολύ σύντομα, που συνεπάγεται αυξημένο κόστος ρίσκου.
Μετοχές και κρυπτονομίσματα υποχωρούν, ο δείκτης φόβου ανεβαίνει, ενώ το πετρέλαιο υποχωρεί μπροστά στον κίνδυνο όξυνσης των πληθωριστικών πιέσεων εξαιτίας των εμπορικών πολέμων που ανοίγει ο Τραμπ, μπλοκάροντας έτσι την προοπτική αποκλιμάκωσης των επιτοκίων.
Η πτώση στις αμερικανικές αγορές επιταχύνθηκε τη Δευτέρα, με τους κύριους δείκτες να κατευθύνονται προς τη χειρότερη ημέρα τους για φέτος, μετά από προειδοποιήσεις αξιωματούχων της κυβέρνησης Τραμπ ότι η αμερικανική οικονομία μπορεί να εισέλθει σε δύσκολη περίοδο.
Ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq 100 υποχώρησε κατά 3,8%, σημειώνοντας τη χειρότερη συνεδρίασή του από το 2022. Ο S&P 500 βυθίστηκε κατά 2,6%, πλησιάζοντας σε κατάσταση διόρθωσης. Ο δείκτης οδεύει προς το να κλείσει κάτω από τον κινητό μέσο όρο των 200 ημερών για πρώτη φορά από τον Νοέμβριο του 2023, τερματίζοντας ένα σερί 336 συνεδριάσεων πάνω από τη μακροπρόθεσμη γραμμή στήριξής του. Η πτώση του 5% από το πρόσφατο υψηλό του μέσα σε μόλις εννέα συνεδριάσεις είναι η ταχύτερη πτώση τέτοιας κλίμακας από τον Φεβρουάριο του 2020, όταν άρχιζε η πανδημία.
Η Wall Street βρίσκεται σε κατάσταση έντασης, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ προειδοποίησε ότι οι Αμερικανοί μπορεί να αισθανθούν μια «μικρή αναταραχή» λόγω των εμπορικών πολέμων με τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα, χωρίς να διευκρινίσει πότε θα υπάρξουν οφέλη από τη στρατηγική των δασμών. Παράλληλα, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο ύφεσης.
Οι αγορές καταρρέουν λόγω φόβων για δασμούς
Οι στρατηγικοί αναλυτές και οικονομολόγοι στη Wall Street αυξάνουν τις πιθανότητες ύφεσης της αμερικανικής οικονομίας, γεγονός που προετοιμάζει το χρηματιστήριο για πιθανή παρατεταμένη περίοδο αναταράξεων.
«Κακά πράγματα συμβαίνουν όταν ο δείκτης πέφτει κάτω από τον κινητό μέσο όρο των 200 ημερών», δήλωσε ο Andrew Thrasher, αναλυτής τεχνικής ανάλυσης και διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Financial Enhancement Group. «Εάν υπάρξουν δύο συνεχόμενα κλεισίματα κάτω από αυτό το όριο, θα είναι ένδειξη αλλαγής στην ανοδική τάση του S&P 500».
Ο S&P 500 βρίσκεται στο χείλος της διακοπής του σερί 336 συνεδριάσεων πάνω από τη γραμμή στήριξης.
Η πτώση τη Δευτέρα ήταν εκτεταμένη. Οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες του S&P 500 υποχώρησαν κατά 4,6%. Η Tesla σημείωσε βουτιά 13%, τη χειρότερη ημέρα της από το 2020. Οι μετοχές εταιριών τεχνολογίας χωρίς κέρδη βρέθηκαν σε ελεύθερη πτώση, ενώ ένας δείκτης της Goldman Sachs για τις πιο «σορταρισμένες» μετοχές κατέγραψε πτώση 4,7%.
Υπάρχει, βέβαια, και η αντίθετη άποψη ότι όταν η ψυχολογία και οι τοποθετήσεις γίνονται τόσο αρνητικές, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμη ανοδική αντίδραση. Οι τοποθετήσεις σε μετοχές έχουν μειωθεί στο ελάχιστο λόγω των προσδοκιών για περαιτέρω απώλειες.
Ρευστοποιήσεις και αβεβαιότητα
Καθώς οι μετοχές συνεχίζουν να πέφτουν, οι «ταύροι» αναγκάζονται να υποχωρήσουν. Ωστόσο, λόγω αυτής της δυναμικής, οι τοποθετήσεις σε μετοχές έχουν πλέον γίνει ελαφρώς υποτιμημένες για πρώτη φορά από τον Αύγουστο, όταν η ανατροπή του «yen carry trade» προκάλεσε αναταράξεις στις αγορές, σύμφωνα με στοιχεία της Deutsche Bank. Αυτό υποδηλώνει ότι η αγοραστική στήριξη μπορεί να εμφανιστεί σύντομα.
Παρ’ όλα αυτά, η κατάσταση παραμένει περίπλοκη. Οι επενδυτές αντιμετωπίζουν γεωπολιτικούς κινδύνους, αυξανόμενη μεταβλητότητα και υψηλό πληθωρισμό, γεγονός που ενισχύει τις προσδοκίες ότι η Fed θα διατηρήσει τα επιτόκια υψηλότερα για περισσότερο χρόνο. Αν ο S&P 500 υποχωρήσει στο χαμηλότερο όριο του ιστορικού του εύρους –όπως συνέβη κατά τον εμπορικό πόλεμο του 2018-2019– μπορεί να πέσει ακόμη κατά 8% στις 5.300 μονάδες, σύμφωνα με τον στρατηγικό αναλυτή της Deutsche Bank, Parag Thatte. Αυτή τη στιγμή, ο δείκτης διαπραγματεύεται περίπου στις 5.650 μονάδες.
Λόγω της πρωτοφανούς αβεβαιότητας που περιβάλλει τις εμπορικές και οικονομικές πολιτικές της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ο Andrew Tyler, επικεφαλής παγκόσμιας ανάλυσης αγορών στην JPMorgan Chase & Co., προειδοποιεί ότι είναι ριψοκίνδυνο να αγοράζει κανείς σε βραχυπρόθεσμα ράλι.
Οι πωλήσεις μετοχών από hedge funds αυξάνονται
Τα hedge funds έχουν ξεκινήσει μαζικές ρευστοποιήσεις, με τον λόγο μεταξύ long και short τοποθετήσεων να πέφτει στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2019, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Παράλληλα, αυξάνεται η απαισιοδοξία στη Wall Street, με τον Michael Wilson της Morgan Stanley να είναι ο τελευταίος που προειδοποιεί για επιβράδυνση της οικονομίας.
Οι χρηματιστηριακές εταιρείες μειώνουν την έκθεσή τους στις αμερικανικές μετοχές. Τη Δευτέρα, η HSBC υποβάθμισε τις ΗΠΑ σε «ουδέτερη» στάση, ενώ αναβάθμισε την Ευρώπη (εξαιρουμένου του Ηνωμένου Βασιλείου) σε «αυξημένη έκθεση». Την Πέμπτη, ο Tim Hayes, επικεφαλής στρατηγικής παγκόσμιων επενδύσεων στην Ned Davis Research, ο οποίος είχε προβλέψει σωστά το τρέχον ανοδικό ράλι των παγκόσμιων μετοχών, μείωσε την αξιολόγησή του για τις αμερικανικές μετοχές από «αυξημένη έκθεση» σε «ουδέτερη».
Η μεταβλητότητα αυξάνεται
Ο Δείκτης Μεταβλητότητας Cboe (VIX), που μετρά τις διακυμάνσεις του S&P 500, έκλεισε πάνω από το κρίσιμο όριο των 20 μονάδων για πέμπτη συνεχόμενη συνεδρίαση, ένδειξη αυξανόμενου άγχους στις αγορές.
Η ζήτηση για δικαιώματα προαίρεσης (options) που ποντάρουν σε αύξηση του VIX πέφτει σε σύγκριση με τα puts, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι traders αναμένουν περισσότερη αστάθεια. Εν τω μεταξύ, ο δείκτης Russell 2000 των μικρομεσαίων κεφαλαιοποιήσεων υποχώρησε επιπλέον 1,9% τη Δευτέρα.
Αυτό δεν είναι καλό σημάδι για τις μετοχές μεγάλων κεφαλαιοποιήσεων, καθώς ιστορικά οι μικρές εταιρείες είναι οι πρώτες που ανακάμπτουν σε ένα ανοδικό γύρισμα της αγοράς.
«Δεν είμαστε ακόμη εκεί», δήλωσε ο Ari Wald της Oppenheimer.