Μπορεί η πρόταση μομφής να μην κλόνισε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης, παρά τη διαγραφή ενός βουλευτή, στην ουσία όμως έδειξε ότι η σύσσωμη η αντιπολίτευση ζητά εκλογές, απαντώντας έτσι πολιτικά στην τεράστια κοινωνική κινητοποίηση λόγω του σκανδάλου συγκάλυψης των Τεμπών.
Με 157 «όχι» καταψηφίσθηκε η πρόταση δυσπιστίας στην κυβέρνηση που κατέθεσαν το ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ- Νέα Αριστερά – Πλεύση Ελευθερίας. Υπέρ της πρότασης τάχθηκαν 136 βουλευτές, υπήρχαν επτά απουσίες και κανένα “παρών”.
Οι “Σπαρτιάτες” είχαν ανακοινώσει από νωρίς ότι θα απέχουν, ενώ πλην της ΝΔ δεν τάχθηκε άλλο κόμμα εναντίον της πρότασης μομφής. Αποχή από την ψηφοφορία επέλεξε και ο Αντώνης Σαμαράς.
«Μέχρι τις επόμενες εκλογές η κυβέρνηση αυτή θα έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που της έδωσαν οι πολίτες είτε σας αρέσει είτε όχι. Και θα συνεχίσει», τόνισε ο πρωθυπουργός κλείνοντας τη συζήτηση.
Η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη φαίνεται ότι απευθυνόταν στις ελίτ, το διεθνές ακροατήριο και δευτερευόντως στην αντιπολίτευση. Μέσα από τέτοιες διακηρύξεις, ο Έλληνας πρωθυπουργός επιχειρεί να αναδείξει και να υπογραμμίσει ότι διαθέτει επαρκή κοινοβουλευτική και κοινωνική νομιμοποίηση, ώστε να διατηρήσει τη θέση του στο τραπέζι και να διατηρηθεί η δυναμική υλοποίηση των συμφωνηθέντων.
Επισήμανε στα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι «δεν ήταν υποχρεωτικό να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας, αλλά να ασκήσετε άλλα εργαλεία κοινοβουλευτικού ελέγχου. Το να επιλέξετε να βάλετε τις υπογραφές σας στην πρόταση, δικαιώνει την τοποθέτησή μου ότι είστε μια συμμαχία των προθύμων».
Η επόμενη μέρα φέρνει ανασχηματισμό
Πλέον, η προσοχή όλων είναι στραμμένη στα επόμενα βήματα τόσο του Κυριάκου Μητσοτάκη όσο και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Το πιθανότερο σενάριο είναι ο ανασχηματισμός εντός του μήνα, μέσω του οποίου ο κ. Μητσοτάκης θα δείξει ότι έχει λάβει το μήνυμα και ότι προσαρμόζει την πορεία του ανάλογα. Λιγότερες πιθανότητες συγκεντρώνει το σενάριο εκλογών, καθώς σε αυτή τη φάση θα δείξει αδυναμία και θα οδηγήσει σε καταβαράθρωση. Ακόμη κι αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέξει να πάει σε πρόωρες εκλογές, αυτό θα το πράξει σε βάθος χρόνου, ώστε να καταφέρει πρώτα να αναστηλώσει την κυβέρνηση, η οποία καταρρέει δημοσκοπικά.
Η στρατηγική της αντιπολίτευσης
Από την πλευρά της αντιπολίτευσης, το ΠΑΣΟΚ έχει κάθε λόγο να ανεβάσει τους τόνους και να αναλάβει πρωτοβουλίες συσπείρωσης και αντίδρασης στην κυβερνητική πολιτική, ενώ φαίνεται ότι θα εκμεταλλευτεί τον χρόνο για να κεφαλαιοποιήσει τα κέρδη του όχι μόνο στην κοινωνία μέσω των Τεμπών, αλλά και σε συγκεκριμένες ομάδες, όπως οι Δημόσιοι Υπάλληλοι. Πλέον, ο Νίκος Ανδρουλάκης θα είναι αδιαμφισβήτητα king maker, καθώς όπως φαίνεται η ΝΔ δεν θα μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και θα αναγκαστεί να προσφύγει στο ΠΑΣΟΚ για συγκυβέρνηση.
Σε ένα τέτοιο σενάριο ο Νίκος Ανδρουλάκης θα δηλώσει έτοιμος να συγκυβερνήσει, στο βωμό της πολιτικής σταθερότητας, θέτοντας ως μόνο όρο να μην είναι πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η κίνηση αυτή μπορεί να αναγκάσει τις ελίτ να προωθήσουν τον Νίκο Δένδια ως ώριμη λύση. Παράλληλα όμως ετοιμάζονται Πιερακάκης και Χατζηδάκης ως εναλλακτικές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ακόμη δεν διαθέτει ενιαία φωνή και ισχυρό μήνυμα, θα προσπαθήσει να επανακάμψει δημοσκοπικά, ώστε να αποτελέσει ισχυρό παίχτη και ενδεχομένως καταλύτη εξελίξεων την επόμενη ημέρα. Γι’ αυτό το λόγο στόχευση είναι να καταγραφεί ως τρίτο κόμμα, θέση που θα οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητα στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Σε ένα πιο αισιόδοξο σενάριο ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν ποσοστό ικανό για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας. Σε αυτό το ενδεχόμενο απευθύνεται άλλωστε ο Σωκράτης Φάμελλος όταν μιλά για τον σχηματισμό “προοδευτικής κυβέρνησης”.