Ζήτημα πολύ χαμηλής αποδοτικότητας της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη θέτει, μεταξύ άλλων, στην ανάλυσή της που συνοδεύει την αναβάθμιση της Ελλάδας η DBRS.
Η DBRS αναβάθμισε το αξιόχρεο της Ελλάδας κατά μια βαθμίδα σε ΒΒΒ, αναθεωρώντας τις προοπτικές από θετικές σε σταθερές, καθώς εκτός από τις τράπεζες, οι επιδόσεις της κυβέρνησης δεν φαίνεται να ικανοποιούν τους αναλυτές που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μια σειρά από προβλήματα.
Η ανάλυση, εντοπίζει διαρθρωτικά, λειτουργικά και κυβερνητικά προβλήματα που υπονομεύουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα, σε πολιτικό επίπεδο, η DBRS αναγνωρίζει την ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αναφέρεται στην αλλαγή των πολιτικών ισορροπιών λόγω ευρωεκλογών και υπογραμμίζει ότι όσο πλησιάζουν οι εκλογές τόσο θα μειώνεται και η μεταρρυθμιστική ροπή. Ο οίκος σημειώνει όμως ότι η αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ, στέλνοντας σαφές μήνυμα επιτάχυνσης μεταρρυθμίσεων και επιβεβαίωσης των στόχων που έχουν τεθεί.
Τα προβλήματα
Η DBRS Morningstar έχει ενσωματώσει τους περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και διακυβερνητικούς (ESG) παράγοντες στην ανάλυσή της για την Ελλάδα, επηρεάζοντας την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Οι κύριοι τομείς προβληματισμού εντοπίζονται στους κοινωνικούς (S) και διακυβερνητικούς (G) παράγοντες, ενώ οι περιβαλλοντικοί (E) παράγοντες δεν επηρέασαν άμεσα την ανάλυση.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η ελληνική οικονομία εντοπίζει σειρά διαρθρωτικών προβλημάτων, με βασικό το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το οποίο αν και υποχωρεί, εν τούτοις παραμένει πολύ μεγάλο. Το υψηλό δημόσιο χρέος επίσης κατατάσσεται στην κατηγορία των προβλημάτων.
Με δεδομένη την αδυναμία των εξαγωγών, η επιδείνωση του παγκόσμιου γεωπολιτικού και γεωοικονομικού περιβάλλοντος αναμένεται να έχει επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία.
Κοινωνικοί (S) Παράγοντες
Οι ακόλουθοι κοινωνικοί παράγοντες είχαν σημαντική επίδραση στην ανάλυση πιστοληπτικής ικανότητας: Ανθρώπινο Κεφάλαιο και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας, όπως εκτιμάται από το ΔΝΤ σε περίπου 24.341 δολάρια ΗΠΑ το 2024, ήταν σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με τους ομολόγους της στο ευρωσύστημα. Αυτός ο παράγοντας έχει ληφθεί υπόψη στον δομικό άξονα της Οικονομικής Δομής και Απόδοσης.
Διακυβερνητικοί (G) Παράγοντες
Ο ακόλουθος διακυβερνητικός παράγοντας είχε σημαντική επίδραση στην ανάλυση πιστοληπτικής ικανότητας: Θεσμική Ισχύς, Διακυβέρνηση και Διαφάνεια. Σύμφωνα με τους Παγκόσμιους Δείκτες Διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2023, η Ελλάδα κατατάχθηκε στο 57,1ο εκατοστημόριο για το Κράτος Δικαίου και στο 57,6ο εκατοστημόριο για την Αποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης, σημαντικά χαμηλότερα από τους ομολόγους της στην ευρωζώνη.
Ο ακόλουθος παράγοντας είχε επίσης σχετική επίδραση στην ανάλυση πιστοληπτικής ικανότητας: Δωροδοκία, Διαφθορά και Πολιτικοί Κίνδυνοι. Η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ στον δείκτη Έλεγχος της Διαφθοράς
(58ο εκατοστημόριο), ωστόσο έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, βελτιώνοντας τη βαθμολογία της στον Δείκτη Αντίληψης της Διαφθοράς από 36 το 2012 σε 49 το 2024. Αυτοί οι παράγοντες έχουν ληφθεί υπόψη στους δομικούς άξονες της Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Πολιτικής, καθώς και στο Πολιτικό Περιβάλλον.
Περιβαλλοντικοί (E) Παράγοντες
Δεν υπήρχαν περιβαλλοντικοί παράγοντες που να είχαν σχετική ή σημαντική επίδραση στην ανάλυση πιστοληπτικής ικανότητας.
Γεωπολιτικοί κίνδυνοι
Οι οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας εξαρτώνται από γεωπολιτικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των δασμών που ενδέχεται να επηρεάσουν την ανάπτυξη στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Όπως και άλλες μικρές οικονομίες, η Ελλάδα εκτίθεται σε γεωπολιτικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις εξαγωγικές βιομηχανίες της ή να οδηγήσουν σε άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων και να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές.
Η επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ είναι πιθανό να έχει κυρίως έμμεσο αντίκτυπο στην Ελλάδα, δεδομένου του μικρού μεριδίου εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί αργά
Το παρατεταμένο έλλειμμα της Ελλάδας στο ισοζύγιο αγαθών και η αυξημένη αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) επιβαρύνουν την εξωτερική θέση της χώρας και τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Στο μέλλον, αυτές οι ευπάθειες είναι πιθανό να υποχωρήσουν, αν και οριακά, με το εμπορικό έλλειμμα να μειώνεται σταδιακά, αλλά να παραμένει αυξημένο, ενώ το εξωτερικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνεται ως αποτέλεσμα των καθαρών αποπληρωμών του δημόσιου χρέους και της ισχυρότερης ονομαστικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, η Morningstar DBRS θεωρεί την εξωτερική θέση της Ελλάδας ως πιο ανθεκτική από ό,τι στο παρελθόν. Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε όρους ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2010.
Επιπλέον, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, μετά από προσωρινή διεύρυνση το 2022 πάνω από το 10,2% του ΑΕΠ, μειώθηκε σε περίπου 6,2% το 2023 και υπολογίζεται σε αντίστοιχο ποσοστό το 2024.
Μεσοπρόθεσμα το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα μπορούσε να συνεχίσει να μειώνεται, με το ΔΝΤ να προβλέπει ότι θα κινηθεί ελαφρώς πάνω από το 5% του ΑΕΠ το 2025.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
Οι πρόσφατες εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένου του αποτελέσματος των ευρωεκλογών του περασμένου έτους, υποδεικνύουν μικρότερη υποστήριξη για το κυβερνών κόμμα. Ωστόσο, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, υποστηρίζεται από ισχυρή πλειοψηφία στο κοινοβούλιο η οποία παρέχει πολιτική σταθερότητα και συνέχεια. Αυτό βοηθά την Ελλάδα να εκπληρώσει τους στόχους και τα ορόσημα του Ταμείου Ανάκαμψης, με στόχο να τονώσει την ανθεκτικότητά της και τις οικονομικές της προοπτικές.
Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων που περιλαμβάνονται στο Greece 2.0, παραμένει βασική προτεραιότητα για την ελληνική κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης αδυναμιών στο σύστημα δικαιοσύνης, της δημόσιας διοίκησης και της ενίσχυσης του συστήματος δημόσιας υγείας.
Ο οίκος εστιάζει και στις προοπτικές της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, αναφέροντας ότι η “κυβέρνηση σχεδιάζει επίσης να βελτιώσει το εκπαιδευτικό σύστημα, κάτι που θα βοηθήσει την Ελλάδα να επιτύχει μακροπρόθεσμα οφέλη. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας συνεχίζει να δίνει προτεραιότητα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις διατηρώντας τις ψηλά στην πολιτική ατζέντα, ωστόσο όσο πλησιάζουν οι επόμενες εκλογές υπάρχει ο κίνδυνος να χάσει τη δυναμική της η πρόοδος”.