Ιστορικά, οι δασμοί εξυπηρετούσαν κυρίως δύο σκοπούς: την αύξηση των κρατικών εσόδων και την προστασία των εγχώριων βιομηχανιών από τον ξένο ανταγωνισμό. Ωστόσο, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μια εντελώς διαφορετική αντίληψη για τους δασμούς, καθώς τους θεωρεί διαπραγματευτικό εργαλείο σε πολιτικές διαμάχες.
Στις πρώτες ημέρες της δεύτερης θητείας του, αυτό έχει γίνει πιο ξεκάθαρο από ποτέ, καθώς ο Τραμπ χρησιμοποιεί για άλλη μια φορά τους δασμούς για να ασκήσει οικονομική πίεση προς επίτευξη των πολιτικών του στόχων.
Όταν ανακοίνωσε την επιβολή δασμού 25% σε όλες τις εισαγωγές από τον Καναδά και το Μεξικό, καθώς και πρόσθετου 10% στην Κίνα, την 1η Φεβρουαρίου, ο σκοπός δεν ήταν ούτε η αύξηση των κρατικών εσόδων ούτε η προστασία των αμερικανικών βιομηχανιών, αλλά η αντιμετώπιση αυτού που ο ίδιος περιγράφει ως «πλημμύρα παράνομων μεταναστών και ναρκωτικών» προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Τραμπ κατηγόρησε επανειλημμένα το Μεξικό, τον Καναδά και την Κίνα για τον ρόλο τους στο παράνομο εμπόριο φαιντανύλης, και οι νέοι αυτοί δασμοί αποτελούν τον τρόπο του να τους εξαναγκάσει να αναλάβουν δράση.
Πόσο μεγάλη διαπραγματευτική δύναμη διαθέτουν, όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες σε ενδεχόμενους εμπορικούς πολέμους με τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα; Πρώτα απ’ όλα, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτοί είναι οι σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ, καθώς αντιπροσώπευαν το 43% των εισαγωγών αγαθών και το 41% των εξαγωγών των ΗΠΑ το 2023. Αυτό σημαίνει ότι οι αμερικανικοί δασμοί σε προϊόντα από αυτές τις χώρες ή οι αντίστοιχοι ανταποδοτικοί δασμοί θα μπορούσαν να πλήξουν τόσο τις αμερικανικές επιχειρήσεις όσο και τους καταναλωτές.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτώνται λιγότερο από το διεθνές εμπόριο σε σύγκριση με άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, αλλά κυρίως του Καναδά και του Μεξικού. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το διεθνές εμπόριο –δηλαδή οι εισαγωγές και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών– αντιστοιχούσε στο 25% του αμερικανικού ΑΕΠ το 2023. Για την Κίνα, ο δείκτης εμπορίου προς ΑΕΠ ήταν στο 37%, ενώ για τον Καναδά και το Μεξικό ήταν πολύ υψηλότερος, στο 67% και 73% αντίστοιχα.
Όπως φαίνεται και στο διάγραμμα, οι δύο τελευταίες χώρες είναι εξαιρετικά ευάλωτες στους αμερικανικούς δασμούς, καθώς ο ισχυρός γείτονάς τους αντιπροσώπευε περίπου το 80% των εξαγωγών τόσο του Μεξικού όσο και του Καναδά το 2023. Αυτό προσδίδει στη διοίκηση Τραμπ σημαντικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις, καθώς οι υψηλοί δασμοί θα μπορούσαν να αποβούν καταστροφικοί για τις καναδικές και μεξικανικές επιχειρήσεις που εξαρτώνται από την αμερικανική αγορά. Το ίδιο δεν ισχύει για την Κίνα, η οποία δεν εξαρτάται στον ίδιο βαθμό από τις ΗΠΑ ως αγορά-στόχο για τα προϊόντα της.
Το 2023, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπροσώπευαν μόλις το 15% των κινεζικών εξαγωγών, γεγονός που καθιστά τη διαπραγματευτική θέση του Τραμπ πολύ πιο δύσκολη απέναντι στο Πεκίνο.
You will find more infographics at Statista