Οι 1650-1750 μονάδες του Γ.Δ. αποτελούν τεχνικά μεσοπρόθεσμο στόχο για τους επόμενους 12 μήνες αν σε αυτό βοηθήσει και το διεθνές κλίμα σημειώνει η ΚΥΚΛΟΣ Χρηματιστηριακή στο report της για την επενδυτική στρατηγική του 2025.
Η χρηματιστηριακή για το 2025 θεωρεί οτι οι κλάδοι που θα υπεραποδώσουν είναι οι τράπεζες, οι εταιρίες ενέργειας, οι εταιρίες πληροφορικής και οι όμιλοι κατασκευών & παραχωρήσεων.
Επενδυτικές επιλογές για το 2025
Προτείνονται οι παρακάτω εταιρείες σύμφωνα με ένα συνδυασμό κριτηρίων που αφορούν τις προοπτικές των θεμελιωδών μεγεθών τους από κοινού με τις μερισματικές τους αποδόσεις.
Την Εθνική και τη Eurobank ως εκπροσώπους των συστημικών τραπεζών, με εξαιρετικούς χρηματοοικονομικούς δείκτες, βελτιωμένη κερδοφορία, αυξανόμενων μερισματικών διανομών και προοπτική για περαιτέρω βελτίωση των επιδόσεων μέσω των αυξημένων δανειοδοτήσεων.
Την Metlen που στους πρώτους μήνες του 2025 θα διαπραγματεύεται και στο Λονδίνο, με τον όμιλο να συνεχίζει τη μεγέθυνσή του σε όλους τους κλάδους: τον ενεργειακό, το μεταλλουργικό και τον κατασκευαστικό με παράλληλη σταδιακή υλοποίηση γιγαντιαίου επενδυτικού προγράμματος για την παραγωγή γαλλίου.
Την Cenergy που αποτελεί ήδη παγκόσμιο παίκτη στο ενεργειακό μετασχηματισμό του πλανήτη διαθέτοντας καλώδια και σωλήνες σε 70 χώρες, ενώ παράλληλα προετοιμάζει επένδυση για παραγωγή επίγειων καλωδίων στο Μέριλαντ των ΗΠΑ.
Τον όμιλο ΓΕΚΤΕΡΝΑ, με ηγετική θέση στον κατασκευαστικό κλάδο και κορυφαίο πλέον όμιλο στις παραχωρήσεις καθώς και υψηλό ανεκτέλεστο έργων που εγγυάται τη συνέχιση της αύξησης των μεγεθών του, στην ενέργεια, στις κατασκευές και στις παραχωρήσεις.
Τον ΑΔΜΗΕ που με την υλοποίηση του γιγαντιαίου επενδυτικού προγράμματος στην Ελλάδα αλλά και στη Μεσόγειο (συνδέσεις με Κύπρο και Αίγυπτο) δρομολογεί τις προϋποθέσεις για αισθητή αύξηση των μεγεθών ως το 2030.
Τη ΔΕΗ που με μεθοδικότητα προχωρεί το πλάνο επενδύσεων για τον ενεργειακό μετασχηματισμό της πετυχαίνοντας με ακρίβεια τους στόχους στα μεγέθη της σύμφωνα με το guidance της διοίκησης.
Τη Helleniq Energy που υλοποιεί το Vision 25 για το πρόγραμμα εταιρικού και ενεργειακού μετασχηματισμού και τις κινήσεις αναδιάρθρωσης του ενεργητικού της με στόχο τη δημιουργία ενός περισσότερο αποτελεσματικού ομίλου με ενίσχυση των επενδύσεων σε ΑΠΕ.
Τον ΟΠΑΠ, κορυφαία επιλογή με βάση τις διανεμόμενες χρηματικές διανομές με τον κλάδο του στοιχηματισμού να διευρύνει τα μεγέθη του σε όλο τον κόσμο ενώ ο βασικός του μέτοχος συνεχίζει τις επιλεκτικές επενδύσεις στον κλάδο. Το Δ.Α.Α. που καταγράφει ρεκόρ αφίξεων το 2024 πιθανότατα δε και το 2025, οδηγώντας σε συνεχή βελτίωση των μεγεθών του και δρομολογώντας πολυετές επενδυτικό πρόγραμμα για την εξυπηρέτηση αυξημένου αριθμού επιβατών.
Τον Όμιλο Βασιλάκη (Aegean – Autohellas), που με την πλήρη αξιοποίηση του στόλου του θα πετύχει σημαντική βελτίωση των μεγεθών το 2025, στο βαθμό που ο τουρισμός συνεχίσει την ανοδική του κίνηση, ενώ θα ενσωματώνονται και τα αποτελέσματα της συμμετοχής της στην ισπανική Volotea.
Την ΕΧΑΕ που καταγράφει σημαντικές βελτιώσεις στα μεγέθη της λόγω της συναλλακτικής βελτίωσης στο χρηματιστήριο το 2024, διαδικασία που αναμένεται να συνεχιστεί αλλά με την αποτίμηση της εταιρίας στο ταμπλό να καταγράφει διψήφιες απώλειες!
Τον ΟΛΠ, που καταγράφει μεγέθη ρεκόρ το 2024 υπό την θετική επίδραση της συμβολής της κρουαζιέρας. Η σταδιακή βελτίωση και των μεγεθών από τα εμπορευματοκιβώτια μετά το σταδιακό άνοιγμα του Σουέζ θα συμβάλει στην περαιτέρω βελτίωση των μεγεθών με την αποτίμηση να αφυπνίζεται μετά την πολυετή της στασιμότητα.
ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ 2025
Οπως σημειώνει στην ανάλυση της η Χρηματιστηριακή η οικονομία της Ελλάδας θα υπεραποδίδει και στο νέο έτος στην Ευρωζώνη συνεχίζοντας την πορεία της από το 2024 με ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης άνω του μέσου όρου δημιουργώντας ευφορία στην Ελληνική Χρηματαγορά.
Στην έκθεσή του για τις προοπτικές των κρατών μελών του το ΔΝΤ προβλέπει ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει τη σύγκλιση με την Ευρώπη και το 2025 καταγράφοντας ρυθμό ανάπτυξης 2% από 2,3% που αναμένεται για το 2024. Το Ταμείο προβλέπει αντίστοιχα ανάπτυξη 1,4% για το 2025 για την Ευρωζώνη.
Στο πεδίο του πληθωρισμού, ο διεθνής οργανισμός εκτιμά ότι η Ελλάδα, έστω και με καθυστέρηση, θα ακολουθήσει τη γενική τάση υποχώρησης. Το αποτέλεσμα θα είναι ο πληθωρισμός να υποχωρήσει από το 2,9% που αναμένεται να φτάσει το 2024 σε μέσο ετήσιο επίπεδο 2,1% το 2025.
Παραμένουν οι κίνδυνοι από τα γεωπολιτικά (Ρωσία-Ουκρανία & Ισραήλ-Συρία-Ιράν) αλλά στον αντίποδα παρατηρούμε βελτίωση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων λόγω των βημάτων προσέγγισης των δύο πλευρών μετά από πολλά χρόνια.
Συνέχιση του περιβάλλοντος πολιτικής σταθερότητας καθώς οι επόμενες εθνικές εκλογές αργούν.
Αναμένονται το 2025 μέτρα-δράσεις για την περαιτέρω θεσμική στήριξη και ανάπτυξη του ελληνικού χρηματιστηρίου και κατάθεση σχετικού νομοσχεδίου καθώς και πιθανή επιστροφή της ελληνικής χρηματαγοράς στην κατηγορία των αναπτυγμένων αγορών από τουλάχιστον έναν οίκο αξιολόγησης.
Πιθανή η περαιτέρω αναβάθμιση του αξιόχρεου του ελληνικού χρέους από τους διεθνείς οίκους με στόχο τη βελτίωση της επενδυτικής βαθμίδας- Investment Grade.
Συνεχιζόμενη μείωση των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες και το 2025, επιστροφή των ‘’θεραπευμένων’’ δανείων στην οικονομία μέσω των τραπεζών.
Περαιτέρω βελτίωση του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών εν μέσω πτωτικών επιτοκίων και μειούμενου πληθωρισμού, με παράλληλη βελτίωση των αποτελεσμάτων τους λόγω αύξησης του δανειακού χαρτοφυλακίου
Εμπροσθοβαρής αποπληρωμή του αναβαλλόμενου φόρου με παράλληλη ενίσχυση των μερισματικών τους διανομών.
Νέες ιδιωτικοποιήσεις – Διαγωνισμοί Παραχωρήσεων – Εισαγωγές στο Χρηματιστήριο.
Συνεχιζόμενη αύξηση του τουρισμού (αφίξεις- έσοδα) λόγω και της επιμήκυνσης της τουριστικής σεζόν στην Ελλάδα.
Περαιτέρω βελτίωση των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης με πιθανές αλλαγές στη φορολογική κλίμακα και συνεχιζόμενη μείωση της ανεργίας με παράλληλη ενίσχυση μισθών.
B. ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Η αταξία και η αναταραχή που επικρατεί στο παγκόσμιο περιβάλλον έχει οδηγήσει σε υψηλή αβεβαιότητα την παγκόσμια οικονομία, στοιχείο που αναμένεται να διατηρηθεί και το 2025. Αν και δεν υπάρχει ένας πολύ ισχυρός παράγοντας, όπως ήταν εκείνος του COVID-19 που απασχολούσε ολόκληρο τον πλανήτη την περίοδο 2020-22, εύκολα μπορούν να επισημανθούν πολλοί παράγοντες η έκβαση των οποίων είναι αβέβαιη και μπορούν να εισάγουν την παγκόσμια οικονομία σε αχαρτογράφητα ύδατα:
Η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων-ιδιαίτερα μεταξύ των ΗΠΑ, της Κίνας και της Ρωσίας.
Ο γρήγορος ρυθμός των τεχνολογικών προόδων ιδιαίτερα εκείνων που συνυφαίνονται με την τεχνητή νοημοσύνη και ειδικά της γενετικής με το βαθμό αισιοδοξίας να διαφέρει σε σχέση με τις δυνατότητές της να τονώσει την παραγωγικότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι είναι αναγκαία η επίσπευση της εισαγωγής ρυθμιστικών κανόνων για τις εφαρμογές της ενώ ταυτόχρονα πλειάδα επαγγελμάτων θεωρούν την τεχνητή νοημοσύνη απειλή για τις θέσεις απασχόλησης.
Οι δημογραφικές αλλαγές και οι πληθυσμιακές μετακινήσεις συνιστούν μείζονα πρόκληση για τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς που καλούνται να διαμορφώσουν τις κατάλληλες πολιτικές για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Οι φυσικοί πόροι-ιδιαίτερα η καλλιεργήσιμη γη, το πόσιμο νερό, η ενέργεια και τα στοιχεία των σπάνιων γαιών- γίνονται ολοένα και πιο σπάνιοι. Ταυτόχρονα, η διαχείριση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής συνιστά προτεραιότητα ολοένα και περισσότερων κυβερνήσεων στον πλανήτη με τον ΟΗΕ να αναδεικνύει το ζήτημα στους υψηλότερους τόνους.
Οι ανισότητες, στο εισόδημα αλλά και στον πλούτο αλλά και στην πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη και υποδομές, έχει αναγνωρισθεί ως τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα, αν και συχνά προηγουμένως έχουν καταγραφεί ανοδικές επιδόσεις στην οικονομική μεγέθυνση των χωρών που δεν μεριμνούν για την απόδοση του ανάλογου μερίσματος στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Οι μη βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου έχουν εκτοξεύσει σε δυσθεώρητα ύψη το συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό.
Σαν αποτέλεσμα, η εξυπηρέτησή του απειλεί να διαβρώσει το βιοτικό επίπεδο και συνιστά περιοριστικό παράγοντα για άσκησης επεκτατικής πολιτικής με κοινωνικά χαρακτηριστικά. Ενόψει των παραπάνω, η πολιτική πόλωση στο εσωτερικό των μεγαλύτερων χωρών της Δύσης (στις ΗΠΑ, στη Γαλλία, τη Γερμανία, και αλλού) κλιμακώνεται και η άνοδος σχηματισμών ακραίου πολιτικού λόγου οδηγεί σε προβολή της ατζέντας των αυξημένων δασμών, του προστατευτισμού και της λιγότερης παγκοσμιοποίησης ως συνταγής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, με τις χώρες να σχεδιάζουν τη διαμόρφωση ολοένα και περισσότερο εθνικών οικονομικών στρατηγικών.
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη όλα τα παραπάνω, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία θα περιορισθεί σε ρυθμό μεγέθυνσης ύψους 3,2% για το 2025, ενώ για τις ΗΠΑ προβλέπεται ρυθμός μεγέθυνσης 2,8%. Υψηλότερο ρυθμό ύψους 5% θα επιδιώξει να πετύχει η Κίνα η οποία εφαρμόζει από το φθινόπωρο μέτρα νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής για την τόνωση της οικονομίας της.
Στον αντίποδα, η Ευρωζώνη προβλέπεται να περιοριστεί σε ρυθμό μεγέθυνσης 0,8% καθώς η βιομηχανία των ισχυρότερων οικονομιών πλήττεται λόγω του ανταγωνισμού από εκείνες της Ασίας, ιδιαίτερα στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός θα συνεχίζει να υποχωρεί επιτρέποντας στις Κεντρικές Τράπεζες να συνεχίσουν την πολιτική μείωσης των παρεμβατικών επιτοκίων τους. Η διαδικασία αυτή είναι πιο πιθανό να διενεργηθεί από την ΕΚΤ ενώ η πρόσφατη ρητορική του Τζέρομ Πάουελ εισήγαγε αρκετές αμφιβολίες, ιδιαίτερα αν εφαρμοστούν οι αυξημένοι δασμοί που έχουν προαναγγελθεί από τον Ν. Τραμπ με συνέπεια την αναζωπύρωση του πληθωρισμού.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ουκρανία και τη Μ. Ανατολή παραμένουν, με τις εξελίξεις στη Συρία να διαμορφώνουν νέα δεδομένα στην περιοχή. Την ίδια ώρα, η ανάληψη της Προεδρίας των ΗΠΑ από το Ντόναλντ Τραμπ διαμορφώνει προϋποθέσεις αποκλιμάκωσης της έντασης, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα έχει διακηρύξει.
Αναφορικά με την Ουκρανία, η πιθανότητα της αναζήτησης μιας λύσης στο πλαίσιο του διαλόγου ενισχύεται και από τις δημόσιες τοποθετήσεις των Προέδρων Ζελένσκι και Πούτιν αλλά και από την απροθυμία της Δύσης να συνεχίζει να χρηματοδοτεί το υψηλό κόστος του πολέμου. Από τη άλλη πλευρά, στη Μ. Ανατολή το Ισραήλ έχει συνάψει συμφωνία για εκεχειρία στη Γάζα με τη Χαμάς ενώ η ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία και η αναβάθμιση της τουρκικής παρουσίας στην περιοχή αφήνουν ανοικτά πολλά ενδεχόμενα, με την Ελλάδα να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις.
Πάντως, για τις αγορές οι εξελίξεις εντός του 2025 διαμορφώνουν μια αυξημένη πιθανότητα προς την κατεύθυνση της αποκλιμάκωσης των εντάσεων παρά προς την αντίθετη κατεύθυνση καθώς έχουν ήδη συντελεστεί τεράστιες καταστροφές στις περιοχές με τους πληθυσμούς να βιώνουν δυσχερέστατες συνθήκες διαβίωσης.
Έχει γίνει φανερό πλέον ότι τα νέα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομία θα αναγκάσουν την Ευρώπη να επανεξετάσει τη στάση της σε διάφορα ζητήματα υπό την πίεση δύο βασικών παραγόντων:
Πρώτον, της ανάγκης για αυξημένες δαπάνες για την αμυντική της θωράκιση στο βαθμό που παραμείνει η αντιπαράθεση με τη Ρωσία και με τις ΗΠΑ να ετοιμάζονται να απειλούν ακόμη και με τη αποχώρησή τους από το ΝΑΤΟ, σύμφωνα με τη ρητορική Τραμπ. Και δεύτερον, της ανάγκης για ανάκτηση της ανταγωνιστικότητάς της ώστε να αντιμετωπίσει τις τεχνολογικές προκλήσεις που προέρχονται τόσο από την Κίνα όσο και από τις ΗΠΑ, με την έκθεση Ντράγκι να υποδεικνύει τον ενδεδειγμένο οδικό χάρτη.
Ωστόσο, η κινητοποίηση της Ευρώπης και η έναρξη μετασχηματισμού της σε στιβαρή πολιτική ένωση χωρών από την οικονομική ένωση των 27 σήμερα με τις 20 να αποτελούν την ευρωζώνη, απαιτεί δύο προϋποθέσεις: την μεταξύ των χωρών συνεννόηση σε σχέση με τον κοινό στόχο και την ανάδειξη των πολιτικών προσωπικοτήτων που θα συμβάλουν σε αυτό. Οι επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία αλλά και οι πολιτικές διεργασίες στη Γαλλία θα δώσουν σύντομα απαντήσεις για το πόσο πιθανό είναι να σταθεί η δυσλειτουργική Ευρώπη ως ισότιμος συνομιλητής με τις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ και την Κίνα του Σι, θέτοντας ενδεχομένως υπό δοκιμασία τις ευρωπαϊκές δημοκρατικές διαδικασίες ως το καταλληλότερο σύστημα για την αντιμετώπιση των σημερινών παγκόσμιων προκλήσεων.
Με βάση όλα τα παραπάνω, οι διαχειριστές καλούνται να χειριστούν καταστάσεις με την αβεβαιότητα να είναι υψηλή.
Με πολλές ωστόσο επενδυτικές επιλογές, τους τεχνολογικούς κολοσσούς, τις τράπεζες, βιομηχανικές επιχειρήσεις, εταιρείες του ενεργειακού/κατασκευαστικού κλάδου, του φαρμακευτικού κλάδου, των τροφίμων, του τουριστικού κλάδου, του στοιχηματισμού, της αξιοποίησης ακινήτων και άλλες εταιρείες με ειδικά χαρακτηριστικά που πέτυχαν αξιοσημείωτες επιδόσεις το 2024, οδηγώντας τους δείκτες S & P 500 στη Wall Street, Nikkei 225 στο Τόκυο και DAX στη Φρανκφούρτη σε ιστορικά υψηλές επιδόσεις.
Οι ελπιδοφόρες προοπτικές πολλών εταιρειών σε όλες τις αγορές του πλανήτη είναι ήδη στο ραντάρ των διαχειριστών και αρκετοί θα συνεχίσουν να αναλαμβάνουν τους ανάλογους επενδυτικούς κινδύνους που συνεπάγονται οι αυξημένες μετοχικές τοποθετήσεις με τη διαδικασία του stock picking.
Άλλοι, θα αυξήσουν τις ομολογιακές τοποθετήσεις και θα διατηρήσουν αυξημένη ρευστότητα εκτιμώντας ότι η πιθανολογούμενη αυξημένη μεταβλητότητα θα οδηγήσει στη δυνατότητα να επιλέξουν τις μετοχές-στόχους σε ελκυστικές τιμές καθώς έκτακτοι διαταρακτικοί παράγοντες μπορούν να διαμορφώσουν συνθήκες βίαιων ρευστοποιήσεων στις αγορές (margin calls).
Και άλλοι, θα έχουν ως οδηγό το Warren Buffett που διατηρεί ρευστότητα 325,2 δις. δολαρίων πιθανολογώντας μια αυξημένου βαθμού διαταρακτική κατάσταση στις αγορές με το κύμα των ρευστοποιήσεων να οδηγεί σε αισθητά χαμηλότερες τιμές, ενδεχόμενο που δεν μπορεί να αποκλειστεί όταν το παγκόσμιο χρέος φτάνει το 237% του παγκόσμιου ΑΕΠ και η κεφαλαιοποίηση του αμερικανικού χρηματιστηρίου αγγίζει το 200% του ΑΕΠ.
Αυτός είναι ο λόγος που η τιμή του χρυσού που εκλαμβάνεται ως το ενδεδειγμένο επενδυτικό καταφύγιο σε ειδικές καταστάσεις, αναρριχάται κινούμενο προς τις $3.000/ουγγιά. Στην ίδια λογική, αρκετοί επενδυτές επιλέγουν το bitcoin ή άλλα κρυπτονομίσματα με το Λάρι Φινκ της Blackrock να δηλώνει ότι το βλέπει σαν «ψηφιακό χρυσό».
Β1. Προοπτικές για το 2025 – Διεθνείς Αγορές
Η παγκόσμια οικονομία επέδειξε εντυπωσιακή ανθεκτικότητα το 2024. Ωστόσο, σε μια εποχή με νέα ηγεσία και νέα οικονομική πολιτική στις ΗΠΑ, αυτή η ανθεκτικότητα είναι πιθανό να δοκιμαστεί το 2025. Οι προτεινόμενες δασμολογικές πολιτικές του εκλεγμένου Προέδρου Τραμπ αντιπροσωπεύουν ένα υπόδειγμα πολιτικής που δημιουργεί φραγμούς στο παγκόσμιο εμπόριο. Τα τελευταία χρόνια, και πολύ περισσότερο μετά τον COVID-19, παρόμοιες πολιτικές προστατευτικού τύπου έχουν αποκτήσει δυναμική σε όλο τον πλανήτη .
Αν και η παγκόσμια οικονομία έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να αποφύγει σε μεγάλο βαθμό τον αυξανόμενο προστατευτισμό, οι προτάσεις Τραμπ για τους δασμούς συνιστούν έντονη κλιμάκωση μιας εσωστρεφούς εμπορικής πολιτικής. Ως αποτέλεσμα, η παγκόσμια ανάπτυξη είναι πιθανό να αποδειχθεί λιγότερο ανθεκτική το 2025 εν μέσω περιβάλλοντος όχι μόνο αυξανόμενων δασμών, αλλά και ευρύτερης αβεβαιότητας της οικονομικής πολιτικής του νέου προέδρου.
Όπως προαναφέρθηκε, οι προτεινόμενες δασμολογικές πολιτικές του εκλεγμένου Προέδρου Τραμπ μπορούν να ασκήσουν πτωτική πίεση στην οικονομία των ΗΠΑ. Επιπλέονο αντίκτυπος στην οικονομία των ΗΠΑ θα μπορούσε να διαταράξει και την οικονομική δραστηριότητα διεθνώς.
Συνολικά, προβλέπεται ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί μόνο κατά 2,5% το 2025, από 2,9% το 2024. Εάν η πρόβλεψη αυτή πραγματοποιηθεί, η παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί σε ρυθμό πολύ χαμηλότερο από τον μακροπρόθεσμο μέσο παγκόσμιο ρυθμό ανάπτυξης.
Ωστόσο, εάν ο εκλεγμένος πρόεδρος Τραμπ επιβάλει υψηλότερους παγκόσμιους δασμούς 10% (ή ακόμη υψηλότερους), δασμούς 60% στην Κίνα (ή υψηλότερους) και/ή δασμούς 25% στον Καναδά και το Μεξικό, η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Ενώ η αύξηση των δασμών μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της, η έκθεση των δασμών —σε συνδυασμό με πιθανούς δασμούς αντιποίνων— θα παίξει ρόλο στον καθορισμό του ποιες οικονομίες θα επηρεαστούν περισσότερο από τις αλλαγές στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ.
Οι χώρες που εξαρτώνται από την καταναλωτική ζήτηση στις ΗΠΑ πιθανότατα θα επηρεαστούν πιο έντονα. Σε περίπτωση που αυτές οι οικονομίες δεχτούν σημαντική πίεση ή επέλθει κρίση ισοζυγίου πληρωμών, το κλίμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε να επιδεινωθεί σε σημείο που ο οικονομικός αντίκτυπος των δασμών να ενταθεί.
Από την άλλη πλευρά, τα κράτη με σχετικά κλειστές οικονομίες , όπως η ελληνική που δεν εξαρτώνται από το εμπόριο των ΗΠΑ, μπορεί να είναι πιο προστατευμένα. Καθώς οι δασμοί αυξάνουν το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Κίνα, οι εισαγωγείς στις ΗΠΑ ενδέχεται να εντείνουν τις προσπάθειες τους για να βρουν εναλλακτικούς χώρους παραγωγής. Νέες επενδύσεις σε κέντρα παραγωγής χαμηλού κόστους και βελτιωμένη εξαγωγική ικανότητα θα μπορούσαν να τονώσουν την ανάπτυξη και τις συνολικές οικονομικές προοπτικές σε χώρες όπως η Ινδία.
Συνολικά, οι σχεδιαζόμενοι νέοι δασμοί συνιστούν καθαρά μαύρο κύκνο – κίνδυνο συνολικά για την παγκόσμια οικονομία, ενώ θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποκλίνουσες οικονομικές προοπτικές για τις διάφορες οικονομίες του πλανήτη.
Ευτυχώς, υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι αυτό το ακραίο σενάριο δασμών τελικώς δεν θα εφαρμοστεί πλήρως. Κατά τη διάρκεια της πρώτης προεδρικής του θητείας, παρά τις απειλές για επιβολή γενικών δασμών στα προϊόντα που εισάγονται από την Κίνα και τον τερματισμό μιας εμπορικής συμφωνίας με το Μεξικό και τον Καναδά, ο Ν. Τραμπ όχι μόνο ήρθε σε εμπορική συμφωνία με την Κίνα, αλλά και επαναδιαπραγματεύθηκε επιτυχώς μια νέα συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών-Μεξικού-Καναδά (USMCA, πρ. Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής – NAFTA).
Επαναδιαπραγματεύθηκε επίσης τις υφιστάμενες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Λαμβάνοντας υπόψη λοιπόν τη πρόσφατη ιστορία, οι ακραίες απειλές δασμών μπορεί απλώς να είναι εργαλεία διαπραγμάτευσης που τελικά θα οδηγήσουν σε συμφωνίες με την Κίνα και άλλες χώρες, και ενδεχομένως να αποδειχθούν πολύ λιγότερο επιβλαβείς στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, τον πληθωρισμό και το διεθνές εμπόριο γενικότερα. Ο αντίκτυπος λοιπόν θα μπορούσε να είναι μικρότερος από ό,τι φοβάται κανείς , με βάση και τις πρόσφατες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Το βασικό σενάριο λοιπόν για την νέα χρονιά είναι ότι τελικά τόσο η διεθνής οικονομική ανάπτυξη όσο και η αύξηση της κερδοφορίας των εισηγμένων θα ξεπεράσουν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν και θα βελτιωθούν. Η ταχύτερη, αν και ακόμη κάτω από το μέσο όρο, ανάπτυξη μπορεί να συνδυαστεί με αυξανόμενες αποτιμήσεις, υποστηριζόμενες από τις μειώσεις των επιτοκίων των κεντρικών τράπεζων, ενισχύοντας τελικά τις αποδόσεις για τις μετοχές και το νέο έτος.
Ωστόσο, αυξημένη αστάθεια και έντονη μεταβλητότητα θα μπορούσε να προκύψει από κινδύνους, προβλέψιμους και μη. Οι επενδυτές λοιπόν επιβάλλεται να εξετάσουν τη δημιουργία διαφοροποιημένων χαρτοφυλακίων τόσο μεταξύ κλάδων όσο και χωρών για να πετύχουν τη βέλτιστη διαχείριση της περιουσίας τους μέσα σε ένα περιβάλλον πιθανής παγκόσμιας αναταραχής.
Η παγκόσμια ανάπτυξη προχωρά σύμφωνα με τις προσδοκίες, αλλά το οικονομικό τοπίο παραμένει κατακερματισμένο. Ενώ η οικονομική δραστηριότητα είναι έντονη στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωζώνη αγωνίζεται να ανακάμψει και η Κίνα μαστίζεται από την αδύναμη εσωτερική κατανάλωση. Οι γεωπολιτικές εντάσεις και η άνοδος της πολιτικής αβεβαιότητας σε αρκετές χώρες κινδυνεύουν να επιδεινώσουν αυτές τις αποκλίσεις το 2025.
Αυτές οι αναπτυξιακές ανισότητες μεταξύ περιοχών έχουν ήδη αντικατοπτριστεί σε μεγάλο βαθμό στην απόδοση των μετοχών το 2024. Το προηγούμενο έτος λοιπόν ολοκληρώθηκε μέσα σε ένα σχεδόν κλίμα ευφορίας στις αμερικάνικες αγορές , ενώ αντίθετα οι επενδυτές παραμένουν έντονα υποεπενδεδυμένοι στις μετοχές της Ευρώπης αλλά και των αναδυόμενων αγορών. Εδώ βρίσκεται και η μεγαλύτερη πρόκληση για το 2025. Φαίνεται δύσκολο να πάμε ενάντια σε αυτές τις τάσεις πριν μάθουμε περισσότερα για τις πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ. Ωστόσο, πιστεύουμε ότι θα μπορούσαν να βρεθούν ευκαιρίες το επόμενο έτος σε περιουσιακά στοιχεία που επί του παρόντος φαίνονται πολύ αδύναμα και εντελώς εκτός μόδας.
Η διάρθρωση χαρτοφυλακίου – Μετοχές
Καθώς μπαίνουμε στο 2025, η κατανομή του ενεργητικού μας βασίζεται σε ένα σενάριο ήπιας προσγείωσης (soft landing ) για την παγκόσμια ανάπτυξη. Οι κύριες κεντρικές τράπεζες έχουν εισέλθει σε έναν νέο κύκλο νομισματικής χαλάρωσης και θα κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο για να στηρίξουν την οικονομική δραστηριότητα. Η Κίνα, από την πλευρά της, συσσωρεύει μέτρα και έχει στείλει ένα ισχυρό μήνυμα στις αγορές ότι οι αρχές θέλουν να πλησιάσουν τον στόχο ανάπτυξης του 5%.
Ο κύριος κίνδυνος για αυτό το σενάριο είναι η άφιξη του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, καθώς δεν είναι ακόμη σαφές ποιες από τις πολυάριθμες προεκλογικές του υποσχέσεις – δασμούς, μετανάστευση, φορολογικές περικοπές και απορρύθμιση – θα εφαρμοστούν στην πραγματικότητα. Μια σκληρή στάση για τη μετανάστευση και τους δασμούς (το σενάριο του «σκληρού Τραμπ») θα μπορούσε να εκτροχιάσει αυτές τις ευνοϊκές προοπτικές και θα συνεπαγόταν ασθενέστερη παγκόσμια ανάπτυξη και υψηλότερο πληθωρισμό. Αντίθετα, μια πιο ήπια εκδοχή των πολιτικών του δεν θα υπονόμευε σημαντικά τις συνολικές προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κατανομή μας παραμένει θετική προς τις μετοχές σε σχέση με τα ομόλογα. Παραμένουμε θετικοί για τις αμερικανικές μετοχές όμως πολύ επιλεκτικά. Αν και οι επιδόσεις και η αποτίμηση της αμερικανικής αγοράς ενσωματώνουν ήδη ένα ορισμένο επίπεδο αισιοδοξίας μετά τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, η αναπτυξιακή τροχιά της αμερικανικής οικονομίας και των εταιρικών κερδών είναι πολύ ισχυρότερη και πιο ανθεκτική από αυτή άλλων ανεπτυγμένων χωρών. Ωστόσο, είμαστε πιο θετικοί προς τις μικρομεσαίες εταιρείες, τους κυκλικούς τομείς όπως οι βιομηχανικοί και οι χρηματοοικονομικοί κλάδοι, οι οποίοι θα πρέπει να ωφεληθούν περισσότερο από τις «πληθωριστικές» και εγχώρια ευνοϊκές πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ. Παραμένουμε ουδέτεροι ως προς τις μετοχές τεχνολογίας, όπου οι αποτιμήσεις αφήνουν ελάχιστα πλέον περιθώρια για θετικές εκπλήξεις παρά την ισχυρή δυναμική των κερδών. Σε αυτόν τον τομέα πάντως, προτιμούμε το λογισμικό και τις υπηρεσίες από τους ημιαγωγούς.
Είμαστε μάλλον επιφυλακτικοί όσον αφορά τις ευρωπαϊκές μετοχές , οι οποίες προσφέρουν περιορισμένες προοπτικές αύξησης κερδοφορίας. Ο σκεπτικισμός των επενδυτών είναι έντονος απέναντι στην περιοχή. Το χάσμα στις επενδύσεις και τα κέρδη παραγωγικότητας σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζει να διευρύνεται και η πολιτική κατάσταση στη Γαλλία και τη Γερμανία δεν επιτρέπει αισιοδοξία. Τα ελκυστικά επίπεδα αποτίμησης από μόνα τους δεν αρκούν για να επαναφέρουν τους επενδυτές. Η Ευρώπη θα χρειαστεί να επιδείξει καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης, η Γερμανία θα πρέπει να χαλαρώσει το «φρένο χρέους» της και οι εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με επιτυχία, κάτι που είναι εφικτό, αλλά δεν είναι και σίγουρο.
Εκτός των ΗΠΑ, η προτίμησή μας κλίνει προς τις αναδυόμενες αγορές , οι οποίες προσφέρουν πολύ ελκυστικές αποτιμήσεις και τιμωρούνται δυσανάλογα από τα επιτόκια των ΗΠΑ και το ισχυρό δολάριο. Η επιβολή αμερικανικών δασμών αντιπροσωπεύει τον κύριο κίνδυνο για την περιοχή. Ωστόσο, οι πρώτες υποψηφιότητες και ανακοινώσεις του Τραμπ φαίνεται να δείχνουν προθυμία για διαπραγματεύσεις αντί για εμπλοκή σε εμπορικό πόλεμο πλήρους κλίμακας, που θα μπορούσε να επιβαρύνει την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό των ΗΠΑ. Οι διαδοχικές ανακοινώσεις της κινεζικής κυβέρνησης θα πρέπει να συμβάλουν στη σταθεροποίηση της οικονομικής κατάστασης της χώρας αλλά και να ωφελήσουν την περιοχή συνολικά. Είμαστε επίσης θετικοί και για τις μετοχές της Ιαπωνίας.
Ομόλογα
Εάν όντως πραγματοποιηθούν οι αναμενόμενες μειώσεις επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών , οι αγορές ομολόγων θα πρέπει να επωφεληθούν. Πιστεύουμε ότι το ενδιάμεσο μέρος της καμπύλης απόδοσης των κρατικών ομολόγων (5-10ετές) και ομόλογα επενδυτικής βαθμίδας θα πρέπει να υπεραποδώσουν το επόμενο έτος. Τόσο τα κρατικά ομόλογα ευρωπαϊκών χωρών αλλά και αυτά των εταιρικών ομολόγων υψηλής διαβάθμισης αποτελούν κορυφαίες μας επιλογές ειδικά αυτά με διάρκεια έως 3-5 έτη.
Οι προσδοκίες για την ανάπτυξη στην Ευρώπη για το 2025 είναι χαμηλές και αναμένεται η ΕΚΤ να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια εάν χρειαστεί. Η κατοχή μη επικίνδυνων (risk free) κρατικών ομολόγων μπορεί επίσης να προστατεύσει ένα διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο δεδομένου ότι οι μετοχές και τα ομόλογα συσχετίζονται όπως ιστορικά έχει αποδειχθεί.
Παραμένουμε επιφυλακτικοί σχετικά με τα γαλλικά ομόλογα /χρέος , εν αναμονή συμφωνίας για τον προϋπολογισμό του 2025 αντιθέτως προτιμούμε ομόλογα χώρων όπως της Ισπανίας, όπου η ανάπτυξη παραμένει ισχυρή. Αντίθετα, είμαστε αρνητικοί για τα αμερικανικά ομόλογα μεγάλης διάρκειας . Αν και τα επιτόκια των ομολόγων των ΗΠΑ έχουν ήδη κινηθεί ανοδικά μετά την εκλογή Τραμπ, ο κίνδυνος παραμένει ανοδικός, ανάλογα με τα μέτρα που θα εφαρμόσει τελικά ο νέος πρόεδρος και τον αντίκτυπο που αυτά θα έχουν στον πληθωρισμό. Το χάσμα επομένως μεταξύ της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ και της Ευρώπης αναμένεται να παραμείνει κυρίαρχο και το νέο έτος.
Εμπορεύματα
Παραμένουμε θετικοί στον χρυσό , ο οποίος έχει υποχωρήσει κάπως από τη στροφή των επενδυτών προς τα κρυπτονομίσματα μετά την εκλογή Τραμπ και έχει επηρεαστεί επίσης από το ισχυρό δολάριο και τα αυξανόμενα πραγματικά επιτόκια των ΗΠΑ. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, ο χρυσός διατηρεί τον ρόλο του ως βασικό επενδυτικό προϊόν και προστατευτικό εργαλείο στην κατανομή και διάρθρωση ενός χαρτοφυλακίου.
Η ζήτηση από πολλές κεντρικές τράπεζες παραμένει ισχυρή σε σχέση με την ετήσια παραγωγή και τα περιορισμένα αποθέματα χρυσού. Οποιαδήποτε αδυναμία στην τιμή θεωρούμε ότι θα αποτελέσει ευκαιρία για να αυξήσουμε την έκθεση των χαρτοφυλακίων στα πολύτιμα μέταλλα.
Νομίσματα
Το δολάριο ΗΠΑ έχει ανατιμηθεί κατά 5% το 2024 έναντι του ευρώ, αλλά έχει παραμείνει στο εύρος 1,03-1,12 από τις αρχές του 2023. Η υποχώρηση του ευρώ βοηθά προς το παρόν την ευρωπαϊκή οικονομία. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες όμως θα βρίσκονται στο επίκεντρο των εμπορικών διαπραγματεύσεων με τους κύριους εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το γουάν, το οποίο επί του παρόντος βρίσκεται κοντά στα χαμηλά του σε σχέση με το δολάριο, αλλά θα μπορούσε να ανατιμηθεί εάν η κινεζική οικονομία ανακάμψει και εάν προκύψουν συμβιβασμοί με τις Ηνωμένες Πολιτείες στο εμπόριο. Το γεν θα μπορούσε επίσης να ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου αφού η ιαπωνική κυβέρνηση δείχνει να μην επιθυμεί την περαιτέρω διολίσθηση του.
Πετρέλαιο
Το 2025, οι τιμές του πετρελαίου αντιμετωπίζουν τόσο καθοδικούς όσο και ανοδικούς κινδύνους, που επηρεάζονται από γεωπολιτικούς, οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες.
Πολιτικές των ΗΠΑ υπό τον Τραμπ: Η νέα κυβέρνηση Ν. Τραμπ θα μπορούσε να επιβάλει νέους και υψηλότερους δασμούς, να μειώσει τους εταιρικούς φόρους και να ακυρώσει τους κανονισμούς, ιδιαίτερα τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς. Οι εμπορικοί πόλεμοι και η στάση του για τη μετανάστευση αναμένεται να τροφοδοτήσουν τον πληθωρισμό, ενώ η δέσμευσή του για απορρύθμιση και αύξηση της παραγωγής πετρελαίου στις ΗΠΑ θέτει νέες προκλήσεις για τις τιμές του πετρελαίου αλλά και των επενδύσεων σε ΑΠΕ.
Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αυξηθεί λόγω των δασμών ή των περιοριστικών πολιτικών μετανάστευσης. Για παράδειγμα, οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι οι δασμοί σε προϊόντα από τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα θα μπορούσαν να προσθέσουν 1% στον πληθωρισμό των ΗΠΑ. Για να αντισταθμίσει τέτοιες πιέσεις, ο Τραμπ θα μπορούσε να πιέσει για χαμηλότερες τιμές πετρελαίου, ιδανικά γύρω στα 40 δολάρια το βαρέλι. Ωστόσο, αυτό το επίπεδο τιμών δεν είναι βιώσιμο για τον σχιστόλιθο των ΗΠΑ, ο οποίος χρειάζεται 70 δολάρια το βαρέλι για να διατηρήσει την ανάπτυξη. Μια άλλη περιπλοκή είναι η εστίαση του Τραμπ στο Ιράν και τη Βενεζουέλα. Οι πιθανές κυρώσεις θα μπορούσαν να δημιουργήσουν περαιτέρω ανοδική πίεση στις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου.
Ένταση στη Μέση Ανατολή: Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι στη Μέση Ανατολή μπορούν δυνητικά να πιέσουν επίσης ανοδικά τις τιμές του πετρελαίου. Ενώ οι συγκρούσεις μεταξύ Ισραήλ και Ιράν δεν έχουν ακόμη επηρεάσει σημαντικά τις ροές πετρελαίου ή τις υποδομές, οποιαδήποτε κλιμάκωση θα μπορούσε να αλλάξει αυτή τη δυναμική. Εναλλακτικά, ο Τραμπ μπορεί να δώσει προτεραιότητα στη χαλάρωση των εντάσεων, δεδομένης της ιστορίας του και του ενδιαφέροντος του για την προώθηση συμφωνιών στην ευρύτερη περιοχή.
Συνολικά, αναμένεται ότι οι τιμές του αργού θα είναι κατά μέσο όρο περίπου στα 70 $ ανά βαρέλι το 2025. Ανάλογα τον ρυθμό με τον οποίο εκτυλίσσονται αυτοί οι παραπάνω κίνδυνοι, οι τιμές θα μπορούσαν να κυμαίνονται μεταξύ του εύρους των 50 και 80 $ ανά βαρέλι.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Κάθε χρόνο, ένας μαύρος κύκνος – μια αβεβαιότητα αντικαθιστά μια άλλη. Το οικονομικό πλαίσιο φαίνεται να ομαλοποιήθηκε με μια ήπια προσγείωση (soft landing ) για την παγκόσμια οικονομία και τον πληθωρισμό να περιορίζεται. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ εισάγει νέες αβεβαιότητες και κινδύνους, τόσο οικονομικούς όσο και πολιτικούς. Ωστόσο, οι χρηματοπιστωτικές αγορές, στις οποίες ο Τραμπ φαίνεται ιδιαίτερα ευαίσθητος, θα μπορούσαν να διαδραματίσουν προστατευτικό ρόλο έναντι κάποιων υπερβολικά ακραίων επιλογών του, κάτι που θα μπορούσε να καθησυχάσει τελικά τους επενδυτές για τη πορεία των αγορών το 2025