Σύσταση στην ελληνική κυβέρνηση και προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη να μην βιαστεί να επιδιώξει επικοινωνία με τον Ντόναλντ Τραμπ απευθύνει με άρθρο του ο διευθυντής της Καθημερινής και έμπειρος διεθνολόγος Αλέξης Παπαχελάς, υποστηρίζοντας ότι ακόμα είναι πολύ απρόβλεπτος και ότι το σκηνικό είναι ιδιαίτερα ρευστό, κατάσταση που εγκυμονεί κινδύνους για τις πιθανές ατραπούς που θα αναγκαστεί να ακολουθήσει η Ελλάδα προκειμένου να μην… χάσει.
Στάση αναμονής συστήνει στην ελληνική κυβέρνηση ο Αλέξης Παπαχελάς, όσον αφορά τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και ιδιαίτερα με τον Ντόναλντ Τραμπ, καθώς προβλέπει μακρά περίοδο αβεβαιότητας και αναπροσαρμογής, ενώ προειδοποιεί και για συχνές αλλαγές πολιτικής και κατεύθυνσης.
Στο άρθρο του, ο διευθυντής της Καθημερινής συστήνει τη διερεύνηση και εδραίωση διαύλων, αλλά χωρίς βιασύνη, ώστε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για προσαρμογές, ώστε να έχουν ξεδιπλωθεί οι προοπτικές και θέσεις και να έχει καταστεί βατό και με περιορισμένες αβεβαιότητες το πλαίσιο των συζητήσεων.
Το άρθρο του Αλέξη Παπαχελά
Προπαντός ψυχραιμία, ας μην πάμε γυρεύοντας…
Ψυχραιμία. Αυτό βασικά χρειάζεται εδώ στην Αθήνα, τώρα που ο πρόεδρος Τραμπ βρίσκεται πάλι στην εξουσία. Δεν υπάρχει κυβέρνηση σε όλο τον κόσμο που να μην «ψάχνεται» αυτή τη στιγμή για να βρει κανάλια επικοινωνίας, με ποιους πρέπει να μιλήσει. Ολοι προσπαθούν να μαντέψουν τι θα κάνει ο Τραμπ σε κρίσιμους τομείς, στους δασμούς, στην Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή, για την αμερικανική παρουσία στη Συρία. Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, γιατί ο Τραμπ λατρεύει κυριολεκτικά να θεωρείται απρόβλεπτος. Ενθουσιάζεται με την ιδέα να μιλάει χαλαρά στους δημοσιογράφους ρίχνοντας διάφορες «βόμβες», οι οποίες μονοπωλούν την επικαιρότητα.
Θα πάρει, όμως, καιρό για να δούμε ποιος θα είναι τελικά ο Τραμπ ΙΙ. Αν, δε, μάθαμε κάτι από τον Τραμπ Ι, αυτό είναι πως τα πρόσωπα σε θέσεις-κλειδιά αλλάζουν αιφνιδιαστικά και πολύ σύντομα. Ας μην ξεχνάμε πόσους συμβούλους Εθνικής Ασφαλείας άλλαξε στην πρώτη του θητεία. Είχα εντυπωσιαστεί όταν, κυνηγώντας μια συνέντευξη με κάποιον από αυτούς, η βοηθός του κατέληγε στο email που μου έστειλε για να κανονίσουμε την ώρα: «Αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα είμαστε και αύριο σε αυτό το γραφείο όλοι μας». Και πράγματι, η συνέντευξη δεν έγινε ποτέ, γιατί ο εν λόγω σύμβουλος έχασε εν τω μεταξύ τη θέση του.
Θα πάρει καιρό επίσης για να εδραιωθούν στις θέσεις τους ο υπουργός Εξωτερικών ή ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας. Οι παραδοσιακοί μηχανισμοί λήψης αποφάσεων βρίσκονται σε χαοτική κατάσταση, καθώς οι υπηρεσιακοί παράγοντες είτε έχουν απολυθεί είτε περιμένουν με αγωνία να δουν τι θα τους ξημερώσει.
Η Ελλάδα, ευτυχώς, δεν είναι στη θέση ούτε της Δανίας ούτε και του Παναμά. Δεν έχουμε κάποιο φλέγον θέμα να συζητήσουμε, ούτε να διαπραγματευθούμε το μελλοντικό στάτους του Ισθμού της Κορίνθου ή κάποιου νησιού. Η Τουρκία έχει θέματα, γιατί θέλει να φύγουν οι αμερικανικές δυνάμεις από τη Συρία και να επιστρέψει στο πρόγραμμα των F-35. Οι δύο κυβερνήσεις βρίσκονται ήδη σε επαφή, αλλά σε αυτή τη σχέση θα συνεχίσει να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο το Κογκρέσο.
Η Αθήνα έχει δουλειά υποδομής να κάνει, αλλά χωρίς βιασύνη. Ο Τραμπ δεν είναι ο πρόεδρος που ενδιαφέρεται να ακούσει τις ελληνικές θεμιτές ανησυχίες για το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Η ερώτησή του θα είναι «τι μου δίνετε;». Η απάντηση δεν είναι εύκολη, διότι μπορεί να εξελιχθεί σε ένα παζάρι στο οποίο να μη θέλουμε να μπλέξουμε. Για όλους αυτούς τους λόγους, δεν χρειάζεται βιασύνη για μια συνάντηση με τον Τραμπ ή με κάποιον άλλον. Επείγει η χαρτογράφηση του νέου σκηνικού ισχύος στην Ουάσιγκτον και η χάραξη μιας στρατηγικής που, όταν χρειαστεί, θα μας βάλει με θετικό τρόπο στο ραντάρ του νέου προέδρου. Οπως επείγει ασφαλώς και η ανάδειξη μιας νέας ηγεσίας της ομογένειας, που θα φροντίσει να υπάρξει σοβαρό λόμπι στις ΗΠΑ. Η Εκκλησία δεν έχει πια ρόλο να παίξει και θα έπρεπε να το είχαμε αντιληφθεί από καιρό. Μεμονωμένες δυναμικές προσωπικότητες υπάρχουν, όμως δεν συνιστούν λόμπι, ενώ ενίοτε κάνουν περισσότερο λόμπι ο ένας εναντίον του άλλου.
Ας περιμένουμε, λοιπόν, να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα και ας μην πάμε γυρεύοντας… Γιατί σε αυτές τις περιπτώσεις πας γυρεύοντας μόνον όταν ξέρεις τι θα ακούσεις από τον πλέον ισχυρό ηγέτη του πλανήτη. Πράγμα που δεν ισχύει στην περίπτωσή μας.