Η προσέγγιση της ΕΕ έχει βοηθήσει τις ψηφιακές πληρωμές να γίνουν ασφαλέστερες, ταχύτερες και φθηνότερες για τους χρήστες, αναφέρει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο σε σημερινή έκθεσή του, επισημαίνοντας ωστόσο δύο βασικά προβλήματα.
Συγκεκριμένα, το ΕΕΣ αναφέρεται σε δύο βασικά προβλήματα, στις παρεμβάσεις στις τιμές και στην κοινοχρησία των δεδομένων λογαριασμών. Επισημαίνεται, κατ’ αρχάς, ότι δεν υπάρχει νομική διάταξη που να υποχρεώνει την Επιτροπή να επανεξετάζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα τις παρεμβάσεις της ΕΕ στις τιμές, και συγκεκριμένα τις προμήθειες των καρτών. Επιπλέον, η δωρεάν κοινοχρησία δεδομένων λογαριασμών μπορεί να λειτουργήσει ως αντικίνητρο όσον αφορά την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής στην ΕΕ.
Μεταξύ 2017 και 2023, οι ψηφιακές πληρωμές για αγορές λιανικής στην ΕΕ υπερδιπλασιάστηκαν, υπερβαίνοντας το 1 τρισ. ευρώ το 2023. Καθώς οι πληρωμές αυτές έχουν καίρια σημασία για την ομαλή λειτουργία της ενωσιακής εσωτερικής αγοράς, ιδίως δε της διασυνοριακής, η ΕΕ φέρει την ευθύνη της αποδοτικής και αποτελεσματικής διεκπεραίωσής τους. Όσον αφορά τις προμήθειες των καρτών, για παράδειγμα, το ΕΕΣ εκτιμά ότι, το2023, οι καταναλωτές της ΕΕ κατέβαλαν μεταξύ 5 και 6 δισ. ευρώ.
Παρεμβαίνοντας στις τιμές, η ΕΕ επιδιώκει να περιορίσει τις επιζήμιες συνέπειες του αθέμιτου ανταγωνισμού ή να επιτύχει ορισμένους στόχους πολιτικής, δυνητικά προς όφελος των καταναλωτών. Στο πλαίσιο του συστήματος ψηφιακών πληρωμών, ως τέτοιες παρεμβάσεις νοούνται ο καθορισμός ανώτατου ορίου διατραπεζικής προμήθειας για τις πληρωμές με κάρτα, η απαγόρευση πρόσθετων χρεώσεων στις πληρωμές με κάρτα και στις πληρωμές στον ενιαίο χώρο πληρωμών σε ευρώ (ΕΧΠΕ), η δωρεάν παροχή υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής και η συναλλαγματική ισοτιμία στις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ.
«Διαπιστώσαμε ότι οι βασικές νομικές πράξεις για τις ψηφιακές πληρωμές δεν περιέχουν σαφή κριτήρια για την αξιολόγηση του αν οι παρεμβάσεις στις τιμές είναι δικαιολογημένες ή για πόσο καιρό πρέπει να εφαρμόζονται. Και φυσικά ούτε λόγος για περιοδική επανεξέταση», δήλωσε η Ildikó Gáll-Pelcz, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για τον έλεγχο. «Για ορισμένες παρεμβάσεις που αφορούν τις πληρωμές με κάρτα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν κατάφερε να αποδείξει ότι οι θετικές συνέπειες για τους καταναλωτές υπερτερούν σαφώς των αρνητικών επιπτώσεων».
Στο πλαίσιο αυτό, το ΕΕΣ επισημαίνει επίσης ότι ο ελλιπής σχεδιασμός των παρεμβάσεων στις τιμές μπορεί να οδηγήσει σε μη αποδοτικές πρακτικές σε επίπεδο παρόχων υπηρεσιών καρτών, να στρεβλώσει την προσφορά και τη ζήτηση της αγοράς και, στη χειρότερη περίπτωση, να έχει αρνητικές επιπτώσεις για τους καταναλωτές και τους εμπόρους.
Ο αντίκτυπος των πολιτικών της ΕΕ σε σχέση με τις ψηφιακές πληρωμές παραμένει σε μεγάλο βαθμό άγνωστος, καθώς η Επιτροπή δεν έχει θέσει σε εφαρμογή αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης και, κυρίως, δεν διαθέτει τα απαραίτητα δεδομένα. Ωστόσο, αρκετές δράσεις της ΕΕ θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη διαφάνεια, την ταχύτητα και το κόστος των πληρωμών.
Το ΕΕΣ διαπίστωσε επίσης δύο βασικά προβλήματα με το ενωσιακό πλαίσιο ανοικτής τραπεζικής: πρώτον, την υποχρέωση παροχής σε τρίτους παρόχους δωρεάν πρόσβασης στα δεδομένα των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών, κάτι που μπορεί να αποθαρρύνει τους κατόχους δεδομένων λογαριασμών από την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών, και, δεύτερον, την έλλειψη τυποποιημένων διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών, κάτι που δεν επιτρέπει στους τρίτους παρόχους να χρησιμοποιούν τα δεδομένα αυτά. Επιπλέον, μέχρι στιγμής η ανοικτή τραπεζική εφαρμόζεται και παρακολουθείται μόνο σε εθνικό επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι αντίστοιχα αξιόπιστα ενοποιημένα στοιχεία δεν υπάρχουν σε ενωσιακό επίπεδο.
Τέλος, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει εντείνει τις προσπάθειές της για την καταπολέμηση των διακρίσεων βάσει του τόπου στον οποίο βρίσκεται ένας λογαριασμός πληρωμών, κάποιες πληρωμές εξακολουθούν να απορρίπτονται, επειδή ο αριθμός λογαριασμού είναι ξένος. Παρόλο που τέτοιου είδους διακρίσεις απαγορεύονται από τον κανονισμό για τον ΕΧΠΕ, το πρόβλημα παραμένει υπαρκτό και ταλανίζει τους καταναλωτές σε όλη την ΕΕ. Το ΕΕΣ σημειώνει ότι τα κανονιστικά κενά στην επιβολή του κανονισμού και στη συνεργασία των εθνικών αρχών λειτουργούν εξουδετερώνουν οποιαδήποτε δράση θα ήταν αποτελεσματική για την καταπολέμηση του προβλήματος.
Σημειώνεται ότι η ΕΕ διαθέτει ένα προηγμένο νομικό πλαίσιο για τις ψηφιακές πληρωμές, το οποίο διευρύνθηκε και επανεξετάστηκε την τελευταία δεκαετία, ώστε να αντικατοπτρίζει τις ταχείες εξελίξεις στον κλάδο.
Το 2022, η Επιτροπή προέβη σε επανεξέταση της εφαρμογής και του αντίκτυπου της δεύτερης οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD2), η οποία εισήγαγε τις πρώτες διατάξεις σχετικά με την ανοικτή τραπεζική στην ΕΕ.
Με γνώμονα τα κύρια ευρήματα της εν λόγω επανεξέτασης, η Επιτροπή παρουσίασε νομοθετική πρόταση το 2023, με σκοπό τη βελτίωση του πλαισίου των πληρωμών στην ΕΕ. Πέραν της τροποποιημένης οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος (η PSD3), η Επιτροπή πρότεινε επίσης κανονισμό για τις υπηρεσίες πληρωμών στην ΕΕ («PSR»).
Λόγω των ανησυχιών που εκφράζονται σχετικά με τον περιορισμένο ανταγωνισμό στην αγορά των πληρωμών με κάρτα στην ΕΕ, η Επιτροπή εξήγγειλε έρευνα αγοράς το 2024, προκειμένου να εξετάσει τις πιθανές πρακτικές στρέβλωσης της αγοράς, όπως οι αθέμιτοι όροι συναλλαγής και η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης από τους κύριους παράγοντες του τομέα. Η έρευνα δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.