Προειδοποίηση στην κυβέρνηση και στο Μέγαρο Μαξίμου να αναθεωρήσουν πολιτικές σε μια σειρά από άξονες στέλνει με άρθρο του ο διευθυντής της Καθημερινής Αλέξης Παπαχελάς, υπογραμμίζοντας ότι «η παρένθεση που βιώνουμε δεν θα κρατήσει για πάντα».
Ελλείψεις και προβληματικούς χειρισμούς επισημαίνει με το τελευταίο άρθρο του για το 2024 στην Καθημερινή ο Αλέξης Παπαχελάς, ζητώντας από τον πρωθυπουργό να εμπνεύσει και να ξεδιπλώσει κυβερνητικό σχέδιο με φιλοδοξίες, ώστε να κλείσουν τα κενά σε μισθούς και επενδύσεις και να εμπεδωθεί το θετικό κλίμα σε όλο το εύρος της οικονομίας και της κοινωνίας, πριν εκπνεύσει η δυναμική.
Ο διευθυντής της Καθημερινής αφήνει και αιχμές για διορισμούς ημετέρων και ζητά φιλόδοξο κυβερνητικό σχεδιασμό, ενώ παράλληλα σημειώνει ότι η προσέλκυση επενδύσεων στα ακίνητα και τον τουρισμό είναι μεν θετική, πλην όμως δεν αρκεί να συντηρήσει την οικονομία. Οι διαπιστώσεις του Αλέξη Παπαχελά δεν απέχουν από αυτές του διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκου Βέτα, διατυπώνονται όμως με διαφορετικό τρόπο και ύφος. Συνδυαστικά, όμως, αμφότεροι απηχούν ανησυχία για την απουσία πολιτικού σχεδιασμού που θα συμβάλλει ενεργά στην αντιμετώπιση δομικών και διαρθρωτικών προβλημάτων. Κατά καιρούς τα ίδια, με άλλο τρόπο, επισημαίνει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Ακόμα και επιχειρηματικοί παράγοντες ζητούν ολοένα και συχνότερα με παρεμβάσεις τους αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, αποφεύγοντας να γίνουν πιο σαφείς. Σε κάποιες περιπτώσεις επισημαίνουν και αναδεικνύουν ανάγκες για ολιστική αντιμετώπιση προβλημάτων, εστιάζοντας άλλωστε στα ενεργειακά και άλλωστε στις υποδομές.
Το μείζον ζήτημα όμως παραμένει η έλλειψη σχεδιασμού που θα συμβάλλει στην αποκάλυψη ενός ευοίωνου μέλλοντος, ενώ σε αυτή τη φάση η δυναμική που έφερε την ελληνική οικονομία στην τρέχουσα κατάσταση υπεραπόδοσης έναντι των ευρωπαϊκών φαίνεται να εκπνέει… και μάλιστα επιταχυνόμενα.
Το άρθρο του Αλέξη Παπαχελά
Ο τόπος χρειάζεται φιλοδοξίες
Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να πάθει μια χώρα, ένας λαός, είναι να σταματήσει να έχει φιλοδοξίες. Ειδικά όταν ζούμε σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, όπου τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται βέβαιο ή αυτονόητο.
Περάσαμε τη μεγάλη οικονομική και κοινωνική κρίση στην αρχή και κατόπιν τα ακροβατικά πειράματα του 2015 μας έκαναν να φοβηθούμε και να πανηγυρίζουμε με θέρμη την επιστροφή στην κανονικότητα. Δεν χρειαζόταν πια να ανησυχούμε για το αν μπορούμε να σηκώσουμε χρήματα από την τράπεζα ή για το αν η χώρα θα ανήκει στην Ευρωζώνη ή όχι.
Η ανακούφιση αυτή εύκολα όμως μετατρέπεται σε επανάπαυση, ακόμη και σε αδράνεια. Και γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή και στόχοι, φιλόδοξοι στόχοι. Εχουν γίνει πολλά τα τελευταία χρόνια. Η χώρα βιώνει μια περίοδο πολιτικής σταθερότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας και προβλεψιμότητας. Διαθέτει ακόμη έναν πρωθυπουργό που «πουλάει» στο εξωτερικό και απευθύνεται με πειθώ σε ξένους επενδυτές.
Μένουν όμως ακόμη πάρα πολλά που πρέπει να γίνουν για να είμαστε μία κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Πρώτα απ’ όλα είναι ανάγκη να αυξηθούν οι μισθοί. Οχι με επιδόματα ή παροχές, αλλά με τρόπο που θα αντανακλά αλλαγές στην οικονομία. Ενα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας απλά δεν βγαίνει. Δεν μπορεί εύκολα να κάνει οικογένεια και πολύ περισσότερο να αγοράσει ένα δικό του σπίτι. Αυτό δεν μπορούμε να το ξεχνάμε επειδή μια μερίδα της κοινωνίας έχει βγάλει πολλά χρήματα τα τελευταία χρόνια. Ούτε να αφορίζουμε τις σχετικές ανησυχίες, λέγοντας πως υπάρχουν και τα voucher κοινωνικού τουρισμού. Καμία κοινωνία δεν μπορεί να προοδεύσει πραγματικά χωρίς να αντιμετωπίσει τις τεράστιες ανισότητες, οι οποίες νομοτελειακά θα οδηγήσουν σε πολιτικές και κοινωνικές εκρήξεις.
Η χώρα έχει επίσης πολύ δρόμο να καλύψει σε επενδύσεις, ειδικά σε άμεσες ξένες επενδύσεις. Ο τουρισμός και τα ακίνητα είναι σημαντικές επενδύσεις, αλλά δεν φτάνουν. Ο ελληνισμός, πέραν των γεωγραφικών μας ορίων, έχει ασύλληπτο ταλέντο σε πολλούς καίριους τομείς. Δεν έχουμε καταφέρει να τον αξιοποιήσουμε γιατί δεν υπάρχει σοβαρή έρευνα, γιατί οι μισθοί είναι χαμηλοί και γιατί πολλές φορές οι πανεπιστημιακοί μας καρεκλοκένταυροι φροντίζουν να κλείνουν πόρτες και παντζούρια για να βολέψουν κολλητούς. Μικρά και μεγάλα συμφέροντα φροντίζουν να απορροφούν κάθε δυνατό δημόσιο πόρο και ταυτόχρονα κρατούν τον κλάδο τους κλειστό στους «απ’ έξω». Οι πολιτικοί μας δεν δίνουν βέβαια ούτε αυτοί το καλό παράδειγμα όταν διορίζουν σε διάφορες εταιρείες στις οποίες συμμετέχει το Δημόσιο τους δικούς τους κολλητούς και αποτυχημένους πολιτευτές, χωρίς να σκεφθούν καν να ανοίξουν τη διαδικασία σε κανονικούς ανθρώπους.
Γίνονται προσπάθειες που ελπίζουμε ότι θα αποδώσουν στον τομέα της βιοτεχνολογίας, στην έρευνα στο πλαίσιο της αμυντικής βιομηχανίας. Οπου όμως μπλέκονται το κράτος και το πολιτικό σύστημα οι ρυθμοί είναι ασύλληπτα αργοί και γραφειοκρατικοί. Οταν αρχίζουν να μπλέκονται και τα πολιτικά ή πανεπιστημιακά ΕΓΩ, αρχίζουν οι τρικλοποδιές που κρατούν τη χώρα καθηλωμένη.
Χρειαζόμαστε στόχους, χρειαζόμαστε φιλοδοξίες. Η παρένθεση που βιώνουμε δεν θα κρατήσει για πάντα. Ο κόσμος μας γύρω αλλάζει και γίνεται ολοένα πιο ανταγωνιστικός και πιο επικίνδυνος. Πρέπει να κτίσουμε πάνω σε όσα έγιναν τα τελευταία χρόνια και να φτιάξουμε γερές βάσεις εκεί όπου έγινε απλώς ένα μεγάλο πασάλειμμα. Φτάνει η μικροπολιτική συζήτηση για το ποιος θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η ατέλειωτη επιδοματολογία, που δεν λύνει το πρόβλημα των ανισοτήτων. Ο τόπος χρειάζεται φιλοδοξία και η κυβέρνηση ένα πειστικό αφήγημα.