Η από καιρό αναγγελθείσα κατάρρευση της κυβέρνησης συνεργασίας στη Γερμανία επισημοποιήθηκε, καθώς έχασε στην ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, με αποτέλεσμα η χώρα να τίθεται σε τροχιά πρόωρων εκλογών οι οποίες θα διεξαχθούν στις 23 Φεβρουαρίου.
Η κυβέρνηση Σολτς στη Γερμανία έπεσε μετά από την ψηφοφορία που πραγματοποιήθηκε, αλλά και μία τρίωρη συζήτηση.
Η διαδικασία, βάσει του άρθρου 68 του γερμανικού Συντάγματος, επικύρωσε τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών στις 23 Φεβρουαρίου, ημερομηνία που είχε ήδη συμφωνηθεί διακομματικά.
Η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς κατάφερε να συγκεντρώσει 394 αρνητικές ψήφους από τους 717 βουλευτές που συμμετείχαν.
Ο καγκελάριος Σολτς θα επισκεφθεί το Προεδρικό Μέγαρο για να ζητήσει από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ τη διάλυση της Bundestag.
Σύμφωνα με το άρθρο 39 του Συντάγματος, οι εκλογές θα πρέπει να διεξαχθούν εντός 60 ημερών από τη διάλυση, με τον πρόεδρο να αναμένεται να συναινέσει λόγω της ευρείας διακομματικής συμφωνίας.
Το χρονικό της κατάρρευσης
Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς απάλλαξε των καθηκόντων του τον υπουργό Οικονομικών και αρχηγό του Κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ, εταίρου της κυβέρνησης της Γερμανίας.
Ο Κρίστιαν Λίντνερ είχε προτείνει στον Όλαφ Σολτς πρόωρες εκλογές στις αρχές του 2025, κάτι που είχε απορρίψει, αρχικά, ο καγκελάριος. Ο αρχηγός του FDP φέρεται να υποστήριξε ότι δεν υπάρχει πλέον κοινός τόπος μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων προκειμένου να επιτευχθεί ουσιαστική οικονομική ανάκαμψη.
Η απόφαση του Όλαφ Σολτς να απομακρύνει τον Λίντνερ από την κυβέρνηση, οδηγώντας στην κατάρρευσή της ήταν πράξη στρατηγικού χρονισμού, με στόχο να προλάβει τον συγκυβερνήτη του και να κερδίσει πόντους για αποφασιστικότητα και ηγεσία, αφού σκοπεύει να είναι ο ίδιος εκ νέου υποψήφιος.
Ο Λιντνερ, είχε ξεκινήσει την διαδικασία αποσάθρωσης της κυβέρνησης. αφού πρώτα αποχώρησε ο ίδιος από την κυβερνητική επιτροπή. Ακολούθως είχε σχεδιάσει να ανακοινώσει τον τερματισμό της συμφωνίας συνασπισμού με το SPD και τους Πράσινους. Κατόπιν σκεφτόταν να αποσύρει τους υπουργούς του. Η Bold, μάλιστα, αναφέρει χαρακτηριστικά, «Όλα ήταν προετοιμασμένα».
Ο Όλαφ Σολτς, αποφάσισε πρώτος την αποπομπή του Λιντνερ, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να καταστεί μειοψηφική, καθώς ήλεγχε μόνο 315 από τις 733 ψήφους της Bundestag ενώ χρειαζόταν 367. Χωρίς νέα συμφωνία και με την αντιπολίτευση στα κάγκελα ο Σολτς είχε έναν δρόμο τις πρόωρες εκλογές.
Εκεί το παιχνίδι παίχθηκε στον προσδιορισμό ημερομηνίας για τη διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Η αρχική σκέψη του Σολτς ήταν να την καθυστερήσει για τις αρχές Ιανουαρίου, παραπέμποντας στις εκλογές για τα τέλη Μαρτίου ή τον Απρίλιο. Τελικά, αποδέχθηκε την πρόταση για πρόωρες εκλογές τον Φεβρουάριο επισπεύδοντας τη διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης για τον Δεκέμβριο.
Η επόμενη μέρα
Ακόμα και μετά τις εκλογές, ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης δεν φαίνεται πιθανός, έτσι θα υπάρξουν νέες διαβουλεύσεις μεταξύ του μεγαλύτερου κόμματος και των υπολοίπων. Ανησυχητική είναι η άνοδος της ακροδεξιάς AfD, καθώς θα μπορούσε να αναδειχθεί σε ρυθμιστή των εξελίξεων, ενώ έχει αποδειχθεί ότι διαθέτοι αρκετούς συμπαθούντες στις τάξεις των Χριστιανοκοινωνιστών.