Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να καλύψει τα κενά στη φορολογική εργαλειοθήκη της ΕΕ έναντι των συστημικών επιζήμιων φορολογικών πρακτικών αναφέρει σε έκθεσή του που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).
Σε αυτήν το ΕΕΣ σημειώνει ότι τα αμυντικά μέτρα της ΕΕ κατά των επιζήμιων φορολογικών καθεστώτων και της εταιρικής φοροαποφυγής έχουν ενισχυθεί, χωρίς ωστόσο να καλύπτουν όλα τα κενά. Το μόνο που μπόρεσε να προτάξει η ΕΕ στον αγώνα αυτό είναι μια πρώτη γραμμή άμυνας, καθώς οι χώρες της ΕΕ είναι αυτές που έχουν τον πρωτεύοντα ρόλο σε θέματα άμεσης φορολογίας. Επιπλέον, η άμυνα της ΕΕ δεν είναι άτρωτη, καθώς τα κράτη μέλη ερμηνεύουν διαφορετικά τα αμυντικά μέτρα και δεν διαθέτουν κοινό πλαίσιο παρακολούθησης των επιδόσεων.
Οι πολυεθνικές εταιρείες αναπτύσσουν και χρησιμοποιούν με όλο και μεγαλύτερη επιδεξιότητα πολύπλοκες στρατηγικές φορολογικού σχεδιασμού για τη μείωση της φορολογικής τους επιβάρυνσης, εκμεταλλευόμενες τα κενά και τις αναντιστοιχίες στα φορολογικά συστήματα των διαφόρων χωρών. Όταν η δυνατότητα αυτή χρησιμοποιείται για σκοπούς επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού διαμορφώνεται μια επιζήμια πρακτική εταιρικής φοροαποφυγής.
Στην ΕΕ, ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός μπορεί να οδηγήσει σε αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των εταιρειών και σε άνισους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών.
Δεδομένου ότι τα τελευταία ενδέχεται να υποστούν σημαντικές απώλειες φορολογικών εσόδων, τα «σπασμένα» έρχονται να πληρώσουν τελικά οι υπόλοιποι φορολογούμενοι, καταβάλλοντας ακόμη περισσότερους φόρους. Παρόλα αυτά, παραμένει δικαίωμα κάθε κράτους μέλους —και μάλιστα, είναι προς το συμφέρον του— να σχεδιάζει ελεύθερα τους δικούς του φορολογικούς νόμους και φορολογικά συστήματα, ενώ η Επιτροπή μπορεί να παρεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις πιθανών στρεβλώσεων της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ.
«Με τα επιζήμια φορολογικά καθεστώτα από τη μία και την εταιρική φοροαποφυγή από την άλλη δεν είναι καθόλου εύκολο να διασφαλιστεί ότι οι φόροι καταβάλλονται εκεί όπου πραγματοποιούνται τα κέρδη», δήλωσε η Ildikó Gáll-Pelcz, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για την έκθεση. «Η Επιτροπή, αξιοποιώντας τις περιορισμένες εξουσίες της στον τομέα, πρέπει να καλύψει τα υφιστάμενα κενά και να αναπτύξει οδηγίες για τις χώρες της ΕΕ, ώστε να εξασφαλιστεί ένα ενιαίο μέτωπο κατά των επιζήμιων φορολογικών πρακτικών και να μπει γρηγορότερα σε εφαρμογή ένα κοινό σύστημα παρακολούθησης των επιδόσεων.»
Η νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα αυτό επεκτείνεται και ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τις διεθνείς εξελίξεις. Τα τελευταία χρόνια, τρεις νέες οδηγίες της ΕΕ επιδιώκουν, μεταξύ άλλων, τη θέσπιση κοινών κανόνων σε ολόκληρη την ΕΕ για τον περιορισμό των συστημικών επιζήμιων φορολογικών πρακτικών. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έχει δώσει περαιτέρω οδηγίες που να αποσαφηνίζουν πώς πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες αυτοί στην πράξη. Κάθε φορά που τα διάφορα κράτη μέλη έρχονται αντιμέτωπα με κενά και ασαφείς ορισμούς, εφαρμόζουν και διαφορετική ερμηνεία. Παρότι η Επιτροπή φροντίζει πράγματι οι οδηγίες αυτές να ενσωματώνονται στην εθνική νομοθεσία, το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ και τα κράτη μέλη καταβάλλουν ελάχιστες προσπάθειες για να ελέγξουν κατά πόσον τα αμυντικά τους μέτρα αποφέρουν καρπούς. Επιπλέον, καθώς υπάρχει καθυστέρηση με τις ολοκληρωμένες αξιολογήσεις και των τριών οδηγιών, δεν είναι ακόμη σαφές αν αυτές θα μπορέσουν να επιτύχουν τους στόχους τους.
Η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με δυνητικά επιζήμιες διασυνοριακές φορολογικές ρυθμίσεις, είναι ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια των κρατών μελών. Ωστόσο, δεν γίνονται αρκετοί οι ποιοτικοί έλεγχοι των πληροφοριών αυτών, με συνέπεια να υπάρχει πάντα ο κίνδυνος ελλείψεων ή ανακριβειών. Επιπλέον, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν ελάχιστα τις πληροφορίες που λαμβάνουν, μειώνοντας έτσι την αξία των αυτόματων ανταλλαγών και την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Σε ορισμένα κράτη μέλη, υπάρχει επίσης ο κίνδυνος τα συστήματα κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις αναφοράς της DAC 6 να μην έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα, λόγω του προδήλως χαμηλού επιπέδου των κυρώσεων.
Όσον αφορά τα επιζήμια φορολογικά καθεστώτα εντός της Ένωσης, οι χώρες της απέσυραν πράγματι τα προτιμησιακά μέτρα που συνέστησε η Ομάδα «Κώδικας Δεοντολογίας», το εξειδικευμένο όργανο της ΕΕ για τη φορολογία των επιχειρήσεων. Ωστόσο, οι περίοδοι χάριτος -δηλαδή οι περίοδοι κατάργησης και διατήρησης κεκτημένων δικαιωμάτων- ήταν συχνά υπερβολικά μεγάλες, γεγονός που σήμαινε ότι οι εταιρείες μπορούσαν να επωφελούνται για μεγαλύτερο διάστημα από αθέμιτα φορολογικά πλεονεκτήματα. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης αμυντικά μέτρα κατά μη συνεργάσιμων δικαιοδοσιών εκτός της Ένωσης, αλλά η προσέγγισή τους δεν είναι ομοιόμορφη.
Στην ΕΕ, τα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών υφίστανται επιρροές από άλλες φορολογικές δικαιοδοσίες, ιδίως όταν αυτές προσφέρουν φορολογικά πλεονεκτήματα για την προσέλκυση εταιρειών, φυσικών προσώπων ή κεφαλαίων. Το φορολογικό καθεστώς μιας χώρας θεωρείται επιζήμιο όταν έχει δυσμενείς συνέπειες, όπως η διάβρωση των φορολογικών βάσεων άλλων χωρών και η αθέμιτη κατανομή των φορολογικών επιβαρύνσεων. Η Επιτροπή ασχολείται κυρίως με την παρακολούθηση, τον συντονισμό, την εναρμόνιση και την επιβολή της ενωσιακής νομοθεσίας. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεσή της για τη φορολογία του 2024, οι απώλειες εσόδων της ΕΕ, λόγω της μετατόπισης των εταιρικών κερδών ως στρατηγικής επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, μπορεί να ανέρχονται μέχρι και σε 100 δισ. ευρώ ετησίως. Το κλιμάκιο ελέγχου εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο η οδηγία της ΕΕ για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής, η 5η τροποποίηση της οδηγίας για τη διοικητική συνεργασία (DAC 6) και η οδηγία για τους μηχανισμούς επίλυσης φορολογικών διαφορών σχεδιάστηκαν από την Επιτροπή και εφαρμόστηκαν στην Ιρλανδία, την Κύπρο, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα και τις Κάτω Χώρες την περίοδο 2019-2023. Ο έλεγχος δεν κάλυψε τις κρατικές ενισχύσεις προς εταιρείες και τις ειδικές διμερείς συμφωνίες μεταξύ εταιρειών και κυβερνήσεων, που αποτελούν με τη σειρά τους ένα ακόμη βασικό ζήτημα στο πλαίσιο των επιζήμιων φορολογικών πρακτικών.
Η ειδική έκθεση 27/2024, με τίτλο «Καταπολέμηση των επιζήμιων φορολογικών καθεστώτων και της εταιρικής φοροαποφυγής – Η ΕΕ έχει αναπτύξει μια πρώτη γραμμή άμυνας, υπάρχουν ωστόσο ανεπάρκειες στην εφαρμογή και την παρακολούθηση των μέτρων», είναι διαθέσιμη στον ιστότοπο του ΕΕΣ. Ο έλεγχος αυτός αξιοποίησε τα ευρήματα της ειδικής έκθεσης του ΕΕΣ του 2021 σχετικά με την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών στην ΕΕ.