Στην προσφιλή τακτικά της αναζήτησης υπόπτων με βάση τη δράση τους στο παρελθόν επιχειρεί η αστυνομία να λύσει τον γρίφο της γιάφκας που εντοπίστηκε στο Παγκράτι, χωρίς όμως να αποκαλύπτει τον τρόπο που οδηγήθηκε σε αυτή, ώστε να ολοκληρωθεί η εικόνα.
Με άτομα και οργανώσεις που δραστηριοποιήθηκαν στο αντάρτικο πόλης το διάστημα από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 και για περίπου μία δεκαετία συσχετίζουν τα στελέχη του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και οι αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής το κρησφύγετο με τα όπλα και τα πυρομαχικά που βρέθηκε την Τρίτη στο Παγκράτι.
Πρόκειται για μικρή αποθήκη πολυκατοικίας επί των οδών Αλγαβριδών και Αμφίωνος, μέσα στην οποία βρέθηκαν εκρηκτικά, όπλα, χειροβομβίδες, αλλά και ένας φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής. Ηδη από το απόγευμα της Τρίτης τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στα εγκληματολογικά εργαστήρια της αστυνομίας για περαιτέρω έρευνα, ενώ συνεργεία της σήμανσης ερεύνησαν το εσωτερικό της αποθήκης για δακτυλικά αποτυπώματα και DNA.
Σύμφωνα με τις διαρροές από τη ΓΑΔΑ ο πλισμός που βρέθηκε ήταν συντηρημένος, που σημαίνει ότι το κρησφύγετο χρησιμοποιούνταν και δεν ήταν παρηκμασμένο. Η διαρροή έχει στόχο να προκαλέσει κινητικότητα μεταξύ των προσώπων που ενδεχομένως να έχουν βρεθεί εκεί, με στόχο αυτές οι κινήσεις να γίνουν αντιληπτές σε άλλες ομάδες και να καταγραφεί η έκταση του δικτύου.
Η ΕΛ.ΑΣ διαρρέει επίσης ότι αναζητά με βάση τα αποτυπώματα και το DNA, ωστόσο δυνατότητα εντοπισμού υπάρχει μόνο εφόσον τα άτομα αυτά είχαν συλληφθεί στο παρελθόν.
Στα σενάρια που διαρρέουν οι αρχές περιλαμβάνεται και αυτό της επικείμενης χρήσης του οπλισμού από διάδοχα σχήματα στον χώρο του αντάρτικου πόλης.
Στο πιο πραγματολογικό σκέλος της έρευνας, η αστυνομία ερευνά με βάση τις μαρτυρίες του ιδιοκτήτη, ο οποίος είχε μισθώσει την αποθήκη στον ενοικιαστή από το 2008 και τον είχε συναντήσει μια φορά, ενώ το ονοματεπώνυμο που είχε δώσει ο ενοικιαστής πιθανόν δεν αντιστοιχεί σε υπαρκτό πρόσωπο.
Στο διάστημα των 16 ετών που μεσολάβησαν, το μίσθωμα, ήτοι 50 ευρώ τον μήνα ή 100 ευρώ το δίμηνο όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί, καταβαλλόταν αδιαλείπτως. Σύμφωνα μάλιστα με ορισμένες πληροφορίες, η καταβολή του μισθώματος γινόταν μέσω τραπέζης. Κάτι που εάν πράγματι ισχύει είναι πιθανό να οδηγήσει την ΕΛ.ΑΣ. στην ταυτότητα των διαχειριστών της γιάφκας.
Auditor’s note: Γιατί η αστυνομία δεν αναζητά εμπλοκή της Μαφίας;
Μέχρι στιγμής, πάντως, η αστυνομία δεν φαίνεται να εξετάζει το σενάριο η γιάφκα να παραπέμπει στο οργανωμένο έγκλημα, γεγονός που εγείρει ερωτηματικά, δεδομένου ότι εσχάτως οι εκτελεστές της μαφίας έχουν αναπτύξει έντονη δράση και χρησιμοποιούν όπλα και εκρηκτικά αντίστοιχου τύπου. Η συντήρηση μάλιστα του οπλισμού παραπέμπει συνήθως σε γνώστες και ιδιαίτερα όταν πρόκειται για εκρηκτικά στρατιωτικού επιπέδου και οπλισμό, πρόκειται συνήθως για πρώην -ή ναι νυν- στελέχη των ειδικών δυνάμεων και της αστυνομίας που εμπλέκονται με το οργανωμένο έγκλημα, όπως έχει αποκαλυφθεί σε πλείστες άλλες περιστάσεις.
“Παπούδες” της τρομοκρατίας
Σύμφωνα με την επίσημη αστυνομική εκδοχή, ο ιδιοκτήτης αποφάσισε πρόσφατα να πουλήσει την αποθήκη. Εχοντας ωστόσο χάσει την τηλεφωνική επαφή με τον μισθωτή, την οποία διατηρούσε η εν διαστάσει πλέον σύζυγός του, αποφάσισε να ανοίξει την αποθήκη και να ελέγξει εάν και τι υπήρχε στο εσωτερικό της. Το έπραξε την Τρίτη ερχόμενος αντιμέτωπος με εκρηκτικά και βαρύ οπλισμό. Οντας ο ίδιος απόστρατος αξιωματικός του Στρατού Ξηράς, επικοινώνησε απευθείας με τις διωκτικές αρχές ενημερώνοντάς τες για το περιεχόμενο της μικρής αποθήκης.
Από την ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. προκύπτει ότι εντός του κρησφύγετου υπήρχαν 37 κιλά νιτρικής αμμωνίας, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή εκρηκτικής ύλης ANFO, 7,5 κιλά αμμωνιοδυναμίτιδας, 3 κιλά ζελατοδυναμίτιδας, 2 κιλά ΤΝΤ, έξι πιστόλια, ένα υποπολυβόλο, πυροκροτητές, βραδύκαυστο φιτίλι και ένας φορητός υπολογιστής.
Τα στελέχη των υπηρεσιών ασφαλείας θεωρούν πιθανότερο οι αρχικοί τουλάχιστον διαχειριστές του κρησφύγετου να είναι άτομα που δραστηριοποιήθηκαν στο αντάρτικο πόλης το διάστημα τουλάχιστον από το 2008 μέχρι και το 2018, όταν και ξεκίνησε η πενταετής σιγή των ενόπλων οργανώσεων.
Ανάμεσα στις οργανώσεις που έδρασαν τη συγκεκριμένη δεκαετία ήταν ο Επαναστατικός Αγώνας, η Ομάδα Λαϊκών Αγωνιστών και η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς. Θεωρείται πιθανότερο τα ευρήματα να συνδέονται με πρόσωπα που έδρασαν υπό την ομπρέλα και την «επαναστατική επωνυμία» μιας από τις δύο πρώτες οργανώσεις.
Εκτιμάται ακόμη πως το κρησφύγετο συντηρήθηκε προκειμένου το περιεχόμενό του να αξιοποιηθεί από τυχόν διάδοχα σχήματα που ενδεχομένως να εμφανιστούν ή έχουν ήδη εμφανιστεί στον χώρο του αντάρτικου πόλης.
Στο διάστημα, εξάλλου, από τον Δεκέμβριο του 2023 έως σήμερα έχουν καταγραφεί μια απόπειρα επίθεσης στην έδρα των ΜΑΤ και η έκρηξη στο υπουργείο Εργασίας. Δεν προκύπτει, πάντως, διασύνδεση με την κατά λάθος πυροδότηση εκρηκτικού μηχανισμού την 31η Οκτωβρίου σε διαμέρισμα στους Αμπελοκήπους.