Νέα δυναμική στις εξελίξεις γύρω από τον πόλεμο στην Ουκρανία δημιουργεί η επικοινωνία Σολτς – Πούτιν που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Παρασκευής 15 Νοεμβρίου, καθώς όπως έγινε γνωστό επικεντρώθηκε στον τερματισμό της σύγκρουσης.
Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν συνομίλησαν τηλεφωνικά για μία ώρα την Παρασκευή, σε μια συζήτηση που, σύμφωνα με τις γερμανικές αρχές, επικεντρώθηκε στις προοπτικές για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Φαίνεται ότι αυτή ήταν η πρώτη επικοινωνία μεταξύ του κ. Πούτιν και ενός εν ενεργεία ηγέτη μεγάλης δυτικής χώρας από τα τέλη του 2022. Το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε τη συνομιλία και δήλωσε ότι ο κ. Σολτς ήταν αυτός που την ξεκίνησε.
Κριτική και… προτάσεις
Ο κ. Σολτς είπε στον κ. Πούτιν ότι πιστεύει πως η αποστολή στρατιωτών από τη Βόρεια Κορέα για να βοηθήσουν τη Ρωσία στον πόλεμο με την Ουκρανία συνιστά σοβαρή κλιμάκωση της σύγκρουσης, σύμφωνα με την περίληψη της συνομιλίας που έδωσε στη δημοσιότητα η γερμανική κυβέρνηση.
Ο κ. Σολτς κάλεσε τον κ. Πούτιν να τερματίσει τον πόλεμο, υποστηρίζοντας ότι η Ρωσία δεν έχει πετύχει κανέναν από τους στόχους της πάνω από 1.000 ημέρες μετά την εισβολή της, αναφέρει η ίδια περίληψη. Ο κ. Σολτς καταδίκασε τις ρωσικές επιθέσεις σε πολιτικές υποδομές και διαβεβαίωσε τον κ. Πούτιν ότι η Γερμανία θα συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία μακροπρόθεσμα.
Παρά την εμφανή κριτική του κ. Σολτς για τον πόλεμο της Ρωσίας, η συνομιλία υποδηλώνει ότι οι επαφές μεταξύ του Κρεμλίνου και των δυτικών δυνάμεων μπορεί να αυξηθούν, μετά την εκλογή την περασμένη εβδομάδα του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών.
Trump-effect
Ο κ. Τραμπ έχει εκφράσει σκεπτικισμό για τη συνέχιση της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία και έχει υποσχεθεί να πιέσει για άμεσες ειρηνευτικές συνομιλίες, προσθέτοντας νέα αβεβαιότητα στη δέσμευση της Δύσης να στηρίξει την ουκρανική πολεμική προσπάθεια.
Σύμφωνα με τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, ο κ. Πούτιν είπε στον Γερμανό ομόλογό του ότι οποιαδήποτε ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία πρέπει να βασίζεται στις «νέες εδαφικές πραγματικότητες» και, κυρίως, να αντιμετωπίζει «τις ρίζες της σύγκρουσης».
Ο κ. Πούτιν έχει επανειλημμένα χρησιμοποιήσει αυτούς τους ευφημισμούς για να δηλώσει ότι η Ρωσία δεν θα επιστρέψει τα ουκρανικά εδάφη που έχει καταλάβει και θα απαιτήσει εγγυήσεις για την ουδετερότητα της Ουκρανίας σε οποιεσδήποτε ειρηνευτικές συνομιλίες, όπως μια συμφωνία ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Ο Γερμανός καγκελάριος είχε επικοινωνήσει με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, πριν από την κλήση με τον κ. Πούτιν και σχεδίαζε να τον καλέσει ξανά για να τον ενημερώσει.
Πότε άλλαξε ο Σολτς
Τον Οκτώβριο, ο κ. Σολτς είχε δηλώσει ότι ήταν ανοιχτός στο να επαναλάβει την άμεση επικοινωνία με τον κ. Πούτιν, αλλά ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, απέρριψε την ιδέα, λέγοντας ότι δεν υπήρχε λόγος για συνομιλία, σύμφωνα με τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης.
«Ακούμε δηλώσεις από το Βερολίνο — τις δηλώσεις του Σολτς για την ετοιμότητά του να ανοίξει διάλογο», δήλωσε ο κ. Πεσκόφ στους δημοσιογράφους στις 19 Οκτωβρίου. «Αυτά είναι σημαντικά λόγια, γιατί πριν από λίγο καιρό η Γερμανία ήταν ανάμεσα στις χώρες της συλλογικής Δύσης που απέρριπταν κατηγορηματικά κάθε επαφή με τον Πούτιν».
Έκτοτε, ο κ. Σολτς είδε την κυβερνητική του συμμαχία να διασπάται. Απέλυσε τον υπουργό Οικονομικών αυτόν τον μήνα, απομακρύνοντας ουσιαστικά έναν από τους εταίρους της συμμαχίας του από την κυβέρνηση, μια κίνηση που θέτει το έδαφος για πρόωρες εκλογές τον Φεβρουάριο. Το κόμμα του κ. Σολτς βρίσκεται πολύ πίσω στις δημοσκοπήσεις σε σχέση με τον μεγαλύτερο κύριο αντίπαλό του, τους Χριστιανοδημοκράτες. Ωστόσο, τα δύο κόμματα έχουν σε μεγάλο βαθμό συμφωνήσει στη συνέχιση της στήριξης προς την Ουκρανία, παρά το γεγονός ότι τα ανερχόμενα λαϊκιστικά κόμματα της άκρας αριστεράς και της άκρας δεξιάς έχουν καλέσει τη Γερμανία να τερματίσει την υποστήριξή της προς το Κίεβο.