Σε τροχιά πρόωρων εκλογών βρίσκεται η Γερμανία, καθώς μετά την απόφαση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς να καρατομήσει τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, οδηγεί αναπόδραστα σε ρήξη του κυβερνητικού συνασπισμού, η οποία όμως δεν θα πιστοποιηθεί πριν τα μέσα Ιανουαρίου, προσφέροντας χρόνο για παρασκηνιακές διεργασίες και νέες… συμφωνίες.
Το σκληρό χαρτί των πρόωρων εκλογών φαίνεται ότι παίζει ο Όλαφ Σολτς, καθώς σε μια απρόσμενη κίνηση απομάκρυνε τον υπουργό Οικονομικών και επικεφαλής των Φιλελεύθερων Δημοκρατών Κρίστιαν Λίντνερ.
Αν και οι διαμάχες στον κυβερνητικό συνασπισμό ήταν πολλές και έντονες, η κυβέρνηση έδειχνε να αντέχει μέχρι τις προγραμματισμένες για το Φθινόπωρο εκλογές. Η απόφαση του Σολτς να καρατομήσει τον Λίντνερ δεν φαίνεται ως αποτέλεσμα εσωτερικών εντάσεων, αλλά κυρίως ως μια υψηλού ρίσκου κίνηση στρατηγικής.
Από πολιτική σκοπιά, ο Σολτς φαίνεται να επιχειρεί να εκβιάσει τη στήριξη στο πρόσωπό του και την κυβέρνηση και την υπαναχώρηση του FDP, δεδομένου ότι οι δημοσκοπήσεις είναι καταστροφικές για όλα τα κόμματα του συνασπισμού. Γι’ αυτό και δίνει χρόνο μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου οπότε και θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, ελπίζοντας ότι -αν δεν έχει αλλάξει δραματικά το πολιτικό σκηνικό- θα μπορέσει να βρει συναινέσεις που θα διαρκέσουν έξι μήνες ακόμη. Από την άλλη πλευρά, ένας εκλογικός αιφνιδιασμός σε αυτή τη φάση φαίνεται ότι προσφέρει καλύτερες πιθανότητες για την επόμενη ημέρα για τους Σοσιαλδημοκράτες, καθώς θέλουν να προλάβουν τη δυναμική της υπερσυντηρητικής δεξιάς και της ακροδεξιάς μετά την ανάληψη των καθηκόντων από τον Τραμπ.
Από την άλλη πλευρά, το FDP, που στις δημοσκοπήσεις κινείται κάτω από όριο για είσοδο στη Βουλή, φαίνεται ότι επιχειρούσε από καιρό να δυναμιτίσει τον συνασπισμό. Υπ΄αυτό το πρίσμα, η απόφαση του Σολτς να καρατομήσει τον Λίντνερ πήρε το χαρτί της ηρωικής εξόδου από τα χέρια του ηγέτη του FDP.
Με την ακροδεξιά να έχει ανέβει επικίνδυνα στις περιφερειακές εκλογές, τα κόμματα της Αριστεράς να απειλούνται με εξαΰλωση και το FDP να κινδυνεύει να μείνει εκτός βουλής, το ενδεχόμενο συγκρότησης μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Γεωπολιτικά, η προσφυγή σε εκλογές οδηγεί σε πάγωμα της τροφοδοσίας της Ουκρανίας, περιορίζει τα ζητήματα προς διαπραγμάτευση και θέτει τη Γερμανία σε διαδικασία αναθεώρησης θέσεων στο ευρύτερο σκηνικό.
Με δεδομένη την αλλαγή στάσης των ΗΠΑ, την αναδιάταξη ισορροπιών που θα προκαλέσει στην Ευρώπη η εκλογή Τραμπ και τη δυναμική ανατροπών στο ευρύτερο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό σκηνικό διεθνώς, η πρόκληση πρόωρων εκλογών στη Γερμανία αποτελεί παράμετρο που εισάγει νέα δεδομένα, η επιρροή των οποίων δεν μπορεί να προεξοφληθεί ασφαλώς.
Από τους τριγμούς στη ρήξη
Η τριμερής κυβερνητική συμμαχία της Γερμανίας κατέρρευσε το βράδυ της Τετάρτης, όταν ο Καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε ότι θα απολύσει τον Υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ λόγω συνεχών συγκρούσεων για τις δαπάνες και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, μια κίνηση που ανοίγει τον δρόμο για πρόωρες εκλογές μέσα στους επόμενους μήνες.
Με την καρατόμηση του Κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) του Λίντνερ τίθεται εκτός του -από καιρό- προβληματικού κυβερνητικού συνασπισμού, αναγκάζοντας τον Σολτς να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, η οποία, όπως δήλωσε, θα διεξαχθεί στις 15 Ιανουαρίου. Εάν, όπως είναι πιθανό, ο Σολτς χάσει αυτήν την ψήφο, τότε θα προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές τον Μάρτιο.
Η ανανεωμένη πολιτική αστάθεια στη Γερμανία προέκυψε μόλις λίγες ώρες μετά τη σαφή νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές των ΗΠΑ, ένα αποτέλεσμα που σόκαρε τους Γερμανούς πολιτικούς ηγέτες, οι οποίοι εξαρτώνται από τη στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ για την άμυνα της χώρας τους και φοβούνται ότι οι δασμολογικές πολιτικές του Τραμπ θα υπονομεύσουν τη γερμανική βιομηχανία.
«Αγαπητοί συμπολίτες, θα ήθελα να σας είχα γλιτώσει από αυτή τη δύσκολη απόφαση, ειδικά σε τέτοιες εποχές, όταν η αβεβαιότητα αυξάνεται», δήλωσε ο Σολτς σε ανακοίνωση στην καγκελαρία.
Κατά τη διάρκεια μιας δραματικής συνάντησης των ηγετών των τριών κομμάτων το βράδυ της Τετάρτης στην καγκελαρία, ο Κρίστιαν Λίντνερ είπε στον Όλαφ Σολτς ότι δεν έβλεπε τρόπο να συνεχίσει η συμμαχία και τον προέτρεψε να ανοίξει τον δρόμο για πρόωρες εκλογές.
Οι ρήξεις εντός της συμμαχίας αποδείχθηκαν πολύ μεγάλες για να ξεπεραστούν. Ο Λίντνερ και το FDP του επέμεναν ότι η γερμανική κυβέρνηση έπρεπε να τηρήσει αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες και να μειώσει τους φόρους, ενώ οι αριστεροί συνεργάτες της συμμαχίας του ήθελαν να διατηρήσουν τις κοινωνικές δαπάνες και να ενισχύσουν τη γερμανική βιομηχανία μέσω οικονομικών κινήτρων.
«Πάρα πολλές φορές, ο Υπουργός Λίντνερ έχει μπλοκάρει νόμους με ακατάλληλο τρόπο», δήλωσε ο Σολτς. «Πάρα πολλές φορές έχει ασχοληθεί με μικροπολιτικές τακτικές. Πάρα πολλές φορές έχει παραβιάσει την εμπιστοσύνη μου».
Ο Σολτς είπε ότι ζήτησε από τον Λίντνερ να χαλαρώσει τους δημοσιονομικούς κανόνες για να επιτρέψει περισσότερη βοήθεια στην Ουκρανία, αλλά ο Λίντνερ αρνήθηκε, λέγοντας ότι μια τέτοια κίνηση θα «παραβίαζε τον όρκο του». Ο Λίντνερ επίσης επέκρινε την αντίδραση του Σολτς στην οικονομική αδυναμία της Γερμανίας.
«Ο Όλαφ Σολτς δεν έχει αναγνωρίσει εδώ και καιρό την ανάγκη για ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα στη χώρα μας», δήλωσε ο Λίντνερ. «Έχει υποβαθμίσει εδώ και καιρό τις οικονομικές ανησυχίες των πολιτών μας».
Η ώρα των Χριστιανοδημοκρατών ή του μεγάλου συναπισμού
Οι πρόωρες εκλογές πιθανότατα θα οδηγήσουν σε μια νέα κυβέρνηση υπό την ηγεσία της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), η οποία προηγείται στις δημοσκοπήσεις με μεγάλη διαφορά. Οι ηγέτες της CDU έχουν πάρει μια σαφή στροφή προς τα δεξιά στο θέμα της μετανάστευσης τα τελευταία χρόνια, ενώ υποστηρίζουν και πιο δυναμική στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Κεντρικό θέμα στις διαφωνίες της παρούσας συμμαχίας ήταν η υιοθέτηση του προϋπολογισμού για το 2025 από το κοινοβούλιο — στον οποίο πρέπει να καλυφθεί ένα κενό τουλάχιστον 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ, και πιθανώς πολύ μεγαλύτερο — καθώς και μια συμφωνία για μέτρα που θα αναδιαμορφώσουν την καταπονημένη οικονομία της χώρας.
Οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις της συμμαχίας κορυφώθηκαν αφού ο Λίντνερ δημοσίευσε ένα έγγραφο πολιτικής με απαιτήσεις για φιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις που ήταν δύσκολο για τα άλλα δύο κόμματα να αποδεχτούν, ζητώντας μειώσεις φόρων και περιορισμό των πολιτικών για το κλίμα προκειμένου να τονωθεί η οικονομική ανάπτυξη — θέσεις που φέρνουν το κόμμα του σε σύγκρουση με τους εταίρους της συμμαχίας.
Το Trump-effect
Η νίκη του Τραμπ αναμένεται να ασκήσει έντονη πίεση στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Ανάλυση του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου (IW) εκτιμά ότι ένας νέος εμπορικός πόλεμος θα μπορούσε να κοστίσει στη Γερμανία 180 δισεκατομμύρια ευρώ κατά τη διάρκεια της τετραετίας του Τραμπ.
Πολλοί στη Γερμανία ήλπιζαν ότι η νίκη του Τραμπ στις εκλογές των ΗΠΑ νωρίτερα την ημέρα θα ανάγκαζε τη συμμαχία να μείνει ενωμένη, φοβούμενοι ότι ο επερχόμενος πρόεδρος θα προκαλούσε δυσκολίες στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Ωστόσο, ούτε η απειλή του Τραμπ στάθηκε ικανή να ενώσει τα αντιμαχόμενα κόμματα.
«Αυτό το βράδυ μοιάζει λάθος και όχι σωστό», δήλωσε ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, υπουργός Οικονομίας των Πρασίνων. «Απλώς τραγικό σε μια μέρα σαν κι αυτή, όταν η Γερμανία πρέπει να δείξει ενότητα και ικανότητα δράσης στην Ευρώπη».