Το σενάριο επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία ήταν πάντα πιθανό και οι κίνδυνοι που το συνοδεύουν έχουν από καιρό αποτιμηθεί από τους διεθνείς παίχτες και ιδιαίτερα από την Ευρώπη, το ερώτημα είναι αν και σε ποιό βαθμό η Ευρώπη είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το Trump-effect και τι επιπτώσεις θα αναγκαστεί να επωμιστεί για να διατηρήσει μια λειτουργική σχέση με τις ΗΠΑ.
Η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί σημείο ανησυχίας για την Ευρώπη, με την ΕΚΤ να έχει προετοιμάσει αρκετά case studies, ενώ σε μεγάλο βαθμό η επιθετική χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής φαίνεται να αποτελεί προληπτική στάση έναντι των αντιξοοτήτων που δημιουργούν οι πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ
Το Crisis Monitor έχει εγκαίρως και κατ επανάληψη επισημάνει τους κινδύνους, ενώ έχει σκιαγραφήσει τις ανησυχίες και τις δράσεις των θεσμών στην Ευρώπη για την προληπτική αντιμετώπιση του Trump-effecy.
Οι επενδυτικοί οίκοι Citi και Goldman Sachs διαβλέπουν σοβαρούς κινδύνους που μπορεί να απειλήσουν τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, τόσο στην οικονομική όσο και στη γεωπολιτική σφαίρα.
Επιπτώσεις της εμπορικής πολιτικής του Τραμπ στην Ευρωζώνη
Οι πολιτικές του Τραμπ στο εμπορικό πεδίο αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους κινδύνους για την Ευρώπη. Η Citi εκτιμά ότι η προτεινόμενη πολιτική του για την επιβολή δασμών 10% στις εισαγωγές (από τον τρέχοντα μέσο όρο 1,5%) θα επιφέρει ένα σοβαρό σοκ, με αυξημένο κόστος τιμών για την ίδια την αμερικανική αγορά. Ωστόσο, το ίδιο σοκ θα μειώσει τη ζήτηση από την πλευρά των ΗΠΑ για προϊόντα από την Ευρώπη, προκαλώντας άμεσες συνέπειες για την ανάπτυξη των εξαγωγών της Ευρωζώνης.
Οι προβλέψεις δείχνουν πως οι οικονομίες της Γερμανίας και της Ιταλίας θα πληγούν περισσότερο από αυτήν την αλλαγή, καθώς βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές προς την Αμερική. Αντίθετα, χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, με χαμηλότερη εξάρτηση από την αμερικανική αγορά, μπορεί να αντιμετωπίσουν μικρότερο αντίκτυπο. Οι προσομοιώσεις της Citi υπολογίζουν μείωση της παγκόσμιας ανάπτυξης κατά 0,4% ως αποτέλεσμα των δασμών αυτών, ενώ μακροπρόθεσμα η μείωση των κερδών θα μπορούσε να οδηγήσει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων στις ΗΠΑ, για να αποφύγουν τους υψηλούς δασμούς.
Αντίποινα και ενδεχόμενα σενάρια διαπραγματεύσεων
Η Ευρώπη αναμένεται να απαντήσει με αντίποινα στις αμερικανικές εμπορικές πολιτικές, γεγονός που θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω το κόστος των δασμών από 0,4% σε 0,6% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ωστόσο, υπάρχει και το ενδεχόμενο διαπραγματεύσεων, με σκοπό μια πιο συμφέρουσα εμπορική συμφωνία για όλες τις πλευρές. Σε ένα τέτοιο σενάριο, η Ευρώπη ίσως να δεχτεί να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες ή να συμφωνήσει σε μεταφορά παραγωγών σε αμερικανικό έδαφος, ως μέρος ενός συμβιβασμού.
Δασμοί στις εισαγωγές από την Κίνα και ενέργειες της ΕΕ
Η δεύτερη βασική πρόταση του Τραμπ αφορά έναν πρόσθετο δασμό 60% στις εισαγωγές από την Κίνα, ο οποίος θα μπορούσε να προκαλέσει ευρύτερο κλυδωνισμό στην κινεζική οικονομία και, έμμεσα, στην Ευρώπη. Με τη μεταφορά των κινεζικών εξαγωγών στην ΕΕ, οι πιέσεις στις τιμές θα ενισχυθούν. Ενδέχεται η ΕΕ να εφαρμόσει προστατευτικά μέτρα για να αποτρέψει τη ροή κινεζικών προϊόντων, ωστόσο, η απάντησή της αναμένεται να είναι πιο στοχευμένη και όχι οριζόντια, όπως ήταν κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ.
Υποβάθμιση του στόχου για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη
Η Goldman Sachs επισημαίνει άμεση υποβάθμιση των προβλέψεων για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης σε περίπτωση επανεκλογής του Τραμπ. Οι εκτιμήσεις της τοποθετούν την ανάπτυξη στο 0,8% το 2025 από την προηγούμενη πρόβλεψη του 1,1%, ενώ και το consensus ήταν 1,2%. Για το 2026, η ανάπτυξη προβλέπεται να φθάσει το 1%, ελαφρώς χαμηλότερη από την προηγούμενη εκτίμηση 1,1% και το consensus 1,4%. Η Goldman Sachs μειώνει επίσης την πρόβλεψη για το Ηνωμένο Βασίλειο από 1,6% σε 1,4%, καταδεικνύοντας μια γενική αίσθηση επιβράδυνσης.
Η εμπορική ατζέντα του Τραμπ δημιουργεί επίσης προσδοκίες για χαμηλότερα επιτόκια πολιτικής στην Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ενδέχεται να μειώσει το επιτόκιο παρέμβασής της από το 2% στο 1,75%, με ενδεχόμενη πρόσθετη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης μέχρι τον Ιούλιο του 2025. Αντίστοιχα, εκτιμάται πως χώρες όπως η Σουηδία και η Ελβετία θα ακολουθήσουν, με μειώσεις επιτοκίων επίσης.
Αύξηση αμυντικών δαπανών και γεωπολιτικές προκλήσεις
Ο Τραμπ έχει ήδη δώσει σαφές μήνυμα για την ανάγκη αύξησης των αμυντικών δαπανών από τους Ευρωπαίους συμμάχους στο ΝΑΤΟ. Οι επιπλέον πιέσεις για αύξηση των αμυντικών προϋπολογισμών ενδέχεται να επιβαρύνουν σημαντικά τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και να περιορίσουν τη δημοσιονομική τους ευελιξία, καθώς θα χρειαστεί να ανακατανείμουν κονδύλια από άλλους τομείς.
Η αυξημένη ανησυχία για την ασφάλεια, σε συνδυασμό με τις πιέσεις για υψηλότερες αμυντικές δαπάνες, πιθανώς να επιδράσει αρνητικά στην καταναλωτική και επενδυτική εμπιστοσύνη, μειώνοντας την οικονομική σταθερότητα και την προβλεψιμότητα στην περιοχή. Η ανάπτυξη από τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες θα περιοριστεί από τους χαμηλούς πολλαπλασιαστές των δημόσιων δαπανών στην Ευρώπη και την αρνητική επίδραση που ενδέχεται να έχει η αύξηση των μακροπρόθεσμων αποδόσεων λόγω ελλειμμάτων.
Μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνέπειες
Οι δευτερογενείς επιπτώσεις από την επανεκλογή Τραμπ αναμένεται να προκύψουν από τις μακροοικονομικές πολιτικές των ΗΠΑ και την επιδείνωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών. Οι πολιτικές αυτές εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν άμεσα την πραγματική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, με τις προβλέψεις να υπολογίζουν μείωση του ΑΕΠ κατά 0,5%. Οι χώρες που θα πληγούν περισσότερο είναι η Γερμανία, με μείωση έως 0,6%, και η Ιταλία με μείωση 0,3%.
Συμπέρασμα
Η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την Ευρώπη, με πολυεπίπεδες επιπτώσεις στην οικονομία, τις γεωπολιτικές σχέσεις και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η εμπορική πολιτική των δασμών μπορεί να αποδυναμώσει τις ευρωπαϊκές εξαγωγές και να οδηγήσει σε αλλαγές στη δομή των ευρωπαϊκών βιομηχανιών. Τα αντίποινα, οι διαπραγματεύσεις και οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες ενδέχεται να αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω την Ευρώπη.
Απαιτείται προετοιμασία και στρατηγικός σχεδιασμός από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και την ΕΕ, ώστε να διαχειριστούν τις πιθανές συνέπειες και να εξασφαλίσουν την ευρωστία και τη συνοχή της Ευρωζώνης, σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας και γεωπολιτικών προκλήσεων.