Άλλη οπτική για ελληνοτουρκικά έδωσε από βήματος της Βουλής ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, καθώς απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση έθεσε εκτός διαλόγου το ζήτημα του καθορισμού χωρικών υδάτων και υφαλοκρηπίδας.
Στα ελληνοτουρκικά αναφέρθηκε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης τονίζοντας ότι τα ζητήματα κυριαρχίας δεν περιλαμβάνονται στον διάλογο με την Άγκυρα.
Απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή των Σπαρτιατών, Αλέξανδρου Ζερβέα, ο Γιώργος Γερπαετρίτης υπογράμμισε: «Θέλω να σας διαβεβαιώσω τον ελληνικό λαό ότι τα ζητήματα κυριαρχίας δεν περιλαμβάνονται ούτε πρόκειται να περιληφθούν στο διάλογο για τα ελληνοτουρκικά. Αφορά την Ελληνική Πολιτεία και θα ασκηθεί στον χρόνο που αυτή κρίνει».
Ο κ. Γεραπετρίτης, δέχθηκε και εκείνος εμμέσως αιχμές από τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά ξεκαθάρισε ότι «η επέκταση των χωρικών μας υδάτων θα γίνει με τον προβλεπόμενο από το διεθνές δίκαιο τρόπο» και σημείωσε με νόημα πως «σε αυτό το ζήτημα δεν υπάρχει καμία μυστικότητα».
Κατέληξε σημειώνοντας πως «ο διάλογος είναι απαραίτητο στοιχείο άσκησης διπλωματίας. Είναι αυτονόητο ότι δεν πρόκειται να συμφωνήσουμε σε όλα και έχουμε βασικά θέματα διαφωνίας με την Τουρκίας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Θα γίνει μόνο υπό την απόλυτη προϋπόθεση ότι υπάρχει απόλυτος σεβασμός στο διεθνές δίκαιο και θα είναι η μόνη διαφορά που θα τεθεί στο τραπέζι».
Auditor’s note: Οι κωλοτούμπες κοστίζουν
Οι δηλώσεις του Γιώργου Γεραπετρίτη αναμένεται να προκαλέσουν αντιδράσεις από την τουρκική πλευρά, καθώς μέχρι τώρα ο καθορισμός της ΑΟΖ είχε φανεί ότι περιλαμβάνεται στις συζητήσεις για την ατζέντα.Το ύφος και η βαρύτητα των δηλώσεων του Γιώργου Γεραπετρίτη καθώς και η επιρροή τους στον διμερή διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας μένει να κριθεί. Ωστόσο, η τοποθέτηση στη Βουλή, αν και επαναλαμβάνει πάγιες θέσεις, εν τούτοις το πράττει υπό καθεστώς πίεσης και κλυδωνισμών στη βάση της Νέας Δημοκρατίας. Η προσπάθεια της κυβέρνησης, μέσω της Βουλής, να ελέγξει τις πιέσεις αυτές μπορεί να μεταφραστεί ως έλλειψη αποδοχής και ικανότητας να ολοκληρώσει τον διάλογο και να καταλήξει σε συμφωνία, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε έξαρση του γεωπολιτικού ρίσκου και αναταραχή στις διμερείς σχέσεις.