Υψηλή συγκέντρωση παρουσιάζει η αγορά ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα, ειδικά στο κλάδο ζωής, με πέντε ασφαλιστικές να ελέγχουν το 87% της σχετικής αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων, ενώ οι 5 μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, κατέχουν μερίδιο που ανέρχεται σε 60% της σχετικής αγοράς, σύμφωνα με την ΤτΕ.
Το πρώτο εξάμηνο του 2024 η παραγωγή ασφαλίστρων στις ασφαλίσεις ζωής διαμορφώθηκε σε1,4 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά 11% συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του 2023. Από το ανωτέρω ποσό, 0,6 δισεκ. ευρώ αφορά συμβόλαια που συνδέονται με επενδύσεις, ποσοστό 44% επί των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής, έναντι 42% το πρώτο εξάμηνο του 2023, καταγράφοντας σημαντική αύξηση 16% συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του 2023. Παράλληλα, καταγράφηκε αύξηση των ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων των ασφαλίσεων με συμμετοχή στα κέρδη κατά 1% και αύξηση των λοιπών ασφαλίσεων ζωής κατά 6%.
Ασφαλίσεις κατά Ζημιών
Τα ασφάλιστρα των δραστηριοτήτων ασφαλίσεων κατά ζημιών ανήλθαν την ίδια περίοδο σε 1,3 δισεκ. ευρώ, αυξημένα κατά 6% συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του 2023. Από το ποσό αυτό, σημαντικό μερίδιο αποτελούν οι ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (30%), οι ασφαλίσεις πυρός (21%) και οι ασφαλίσεις νοσοκομειακών εξόδων (17%), με μεταβολές ασφαλίστρων έναντι του πρώτου εξαμήνου του 2023 κατά +1%, +12% και +9% αντιστοίχως.
Ενεργητικό και παθητικό
Το σύνολο του ενεργητικού των ασφαλιστικών διαμορφώθηκε σε 20,6 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2024, αυξημένο κατά 1% σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023. Από το σύνολο του ενεργητικού, 7,2 δισεκ. ευρώ (35%) ήταν τοποθετημένα σε κρατικά ομόλογα και 2,9 δισεκ. ευρώ (14%) σε εταιρικά ομόλογα. Όσον αφορά την πιστοληπτική διαβάθμιση αυτών, το 98% των κρατικών ομολόγων και αντίστοιχα το 86% των εταιρικών ομολόγων ήταν πιστοληπτικής διαβάθμισης BB- και πάνω. Επιπλέον, ποσό 5,1 δισεκ. ευρώ (25%) αφορούσε επενδύσεις για ασφαλίσεις των οποίων τον επενδυτικό κίνδυνο φέρουν οι ασφαλισμένοι.
Αντίστοιχα, τον Ιούνιο του 2024 οι συνολικές υποχρεώσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ανήλθαν σε 16,8 δισεκ. ευρώ (από 16,6 δισεκ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023), με το σύνολο των τεχνικών προβλέψεων να διαμορφώνονται σε 15,3 δισεκ. ευρώ για την ίδια περίοδο (από 15,2 δισεκ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023), εκ των οποίων 11,8 δισεκ. ευρώ αφορούσαν ασφαλίσεις ζωής και 3,5 δισεκ. ευρώ ασφαλίσεις κατά ζημιών.
Τα ίδια κεφάλαια των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ανήλθαν σε 3,7 δισεκ. ευρώ, αυξημένα κατά 2% σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023.
Οι μεγάλοι κίνδυνοι των ασφαλιστικών
Στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο ασφαλιστικός, ο οποίος συνεισφέρει κατά 63,3% (από 61,8% το 2022 και 58,9% το 2021) στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους, ενώ αμέσως επόμενος σε μέγεθος είναι ο κίνδυνος αγοράς, ο οποίος συνεισφέρει στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους κατά 47,2% (από 44,9% το 2022 και 52,3% το 2021). Ο επόμενος κατά σειρά σημαντικότητας κίνδυνος είναι ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου, με συνεισφορά 7,3%, παρουσιάζοντας μείωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος (13,3%), ενώ ο λειτουργικός κίνδυνος παραμένει αρκετά μικρός, περί- που στο 6,3%, από 6,1% το προηγούμενο έτος.
Στις δύο ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν αποκλειστικά ασφαλίσεις ζωής, ο μεγαλύτερος κίνδυνος το 2023 είναι ο κίνδυνος αγοράς, με ποσοστό 90,5%, παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2022 (86%), ενώ ο αμέσως επόμενος σε μέγεθος κίνδυνος είναι ο ασφαλιστικός, με 11,3%, από 14,6% κατά το προηγούμενο έτος Ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου μειώθηκε σε 2,4% από 4,4% το 2022, ενώ ο λειτουργικός κίνδυνος μειώθηκε σε 4,3% από 6,7% το προηγούμενο έτος. Τέλος, ο κίνδυνος ασθενείας μειώθηκε σε 3,7% για το 2023 από 4,2% για το 2022.
Στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι αυτός της αγοράς, καθώς συνεισφέρει κατά 42%, από 44,1% το 2022, ενώ οι ασφαλιστικοί κίνδυνοι κατά ζημιών, ζωής και ασθενείας συνεισφέρουν με ποσοστό 37,3%, 20,7% και 25,1%, με τα αντίστοιχα ποσοστά για το προηγούμενο έτος να είναι 33,5%, 22,6% και 23,4%.