Νέα μηνύματα προς το Μαξίμου και στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας στέλνει με παρέμβασή του ο διευθυντής της Καθημερινής Αλέξης Παπαχελάς, σκιαγραφώντας παράλληλα το πλαίσιο της διαπραγματεύσης με την Τουρκία και εντοπίζοντας τον κίνδυνο υπαναχώρησης της ελληνικής πλευράς υπό το βάρος των εσωτερικών πιέσεων.
Ο Αλέξης Παπαχελάς σε άρθρο του στην Καθημερινή σκιαγραφεί την ιδιαίτερα θετική δυναμική που έχουν αναπτύξει οι διμερείς διαπραγματεύσεις και εντοπίζει δύο κινδύνους για την κατάρρευσή τους. Από τη μια τον τουρκικό μαξιμαλισμό και από την άλλη τον φόβο του πολιτικού κόστους στο Μαξίμου.
Η παρέμβαση του Αλέξη Παπαχελά έρχεται τη στιγμή που η σύγκρουση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αντώνη Σαμαρά κλιμακώνεται, ενώ μηνύματα για αποφυγή συμφωνίας με την Τουρκία στέλνουν και άλλοι, προεξάρχοντος του Κώστα Καραμανλή.
Το άρθρο του Αλέξη Παπαχελά
Τρεις λύσεις στα ελληνοτουρκικά
Οι διαφορές μας με την Τουρκία μπορεί να λυθούν με τρεις τρόπους: με μια διμερή διαπραγμάτευση και συμφωνία, με μια απόφαση κάποιου διεθνούς δικαστηρίου ή στο πεδίο μιας στρατιωτικής σύγκρουσης. Αλλος τρόπος δεν υπάρχει. Κάθε ένα από αυτά τα τρία σενάρια εμπεριέχει πολύ μεγάλα ρίσκα. Πολιτικά και εθνικά ρίσκα. Ενα διεθνές δικαστήριο αποκλείεται να δώσει δίκιο μόνο στην Ελλάδα, όχι γιατί δεν έχει το δίκιο με το μέρος της, αλλά γιατί θα ψάξει να βρει μια συμβιβαστική φόρμουλα. Οπως κάνουν πάντοτε αυτά τα δικαστήρια.
Η διμερής διαπραγμάτευση είναι απίθανο να καταλήξει σε συμφωνία εάν η Αγκυρα επιμείνει εξαρχής σε ζητήματα όπως είναι το «ιδιοκτησιακό», αν δηλαδή επιμείνει στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά και βραχονησίδες, την οποία έβαλε στο τραπέζι μόνο μετά τα Ιμια. Το ίδιο ισχύει αν επιμείνει στην αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών.
Το γιατί η κυβέρνηση σήκωσε τόση «σκόνη» πριν αποσαφηνιστεί τι είναι εφικτό στον επικείμενο διάλογο και αν υπάρχει προοπτική συμφωνίας, είναι ανεξήγητο.
Αλλά και η προσφυγή σε δικαστήριο είναι πολύ δύσκολη γιατί προϋποθέτει ότι οι δύο χώρες θα πρέπει να συμφωνήσουν ποια είναι τα ζητήματα επί των οποίων θα εκδοθεί η όποια απόφαση. Τα δύο βασικά αγκάθια, γκρίζες ζώνες και αποστρατιωτικοποίηση, θα εμποδίσουν την επίτευξη συμφωνίας σε ένα συνυποσχετικό.
Η κυβέρνηση έχει επιλέξει τον διάλογο και θέλει να «μπει στο ψητό». Το γιατί σήκωσε τόση «σκόνη» πριν αποσαφηνιστεί τι είναι εφικτό και αν υπάρχει προοπτική συμφωνίας, είναι ανεξήγητο. Από την άλλη, ο δημόσιος διάλογος έχει γίνει αφόρητα τοξικός και δεν επιτρέπει καμία ορθολογική συζήτηση από την ώρα που διεξάγεται με όρους ποδοσφαιρικής αντιπαράθεσης μεταξύ προδοτών και πατριωτών. Οποτε συνέβη αυτό στο παρελθόν το πληρώσαμε ακριβά, όπως στην εποχή των μνημονίων στην πρόσφατη Ιστορία μας. Αλλά και παλαιότερα στην Ιστορία μας, όταν κυριάρχησαν το συναίσθημα και ο ακραίος εθνολαϊκισμός. Οσο για την άγνοια βασικών παραμέτρων των ελληνοτουρκικών σχέσεων, είναι απλά απελπιστική.
Αυτή τη στιγμή, πάντως, το κυβερνών κόμμα κινδυνεύει να μπει σε μια τροχιά εσωστρέφειας με επίκεντρο μια υποτιθέμενη συμφωνία, που ουδείς γνωρίζει. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι η κυβέρνηση να πέσει σε παγίδα από μόνη της. Να εγκαταλείψει πιεζόμενη την πολυδιαφημισμένη προσπάθεια διαπραγμάτευσης. Θα έχει επωμιστεί όλο το πολιτικό κόστος χωρίς να έχει πετύχει τίποτα. Δίνοντας ταυτόχρονα οξυγόνο στον χώρο στα δεξιά της.