Εν μέσω υποδόριων αλλά καλπαζουσών κρίσεων βρίσκεται ξανά η Ελλάδα, ενώ κυβέρνηση και αντιπολίτευση βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου, επιτρέποντας τη διάβρωση της ήδη διαρραγείσας κοινωνικής συνοχής και την υπονόμευση των προοπτικών της οικονομίας.
Χωρίς αφήγημα, με ηγέτες υπό προθεσμία και προβλήματα σε έξαρση το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα μοιάζει εντελώς ανεπαρκές και πιθανώς ακατάλληλο για να απαντήσει στα μείζονα ζητήματα που αντιμετωπίζουν η ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Για την ώρα, η ασφάλεια της ΕΕ και η προστασία των ΗΠΑ και του NATO δείχνουν να αναπληρώνουν την έλλειψη θεσμικής λειτουργίας και επάρκειας, τόσο στην νομοθετική, όσο και στη δικαστική και την εκτελεστική εξουσία. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση επιχειρπύν να εκμεταλλευτούν την πολυτέλεια του “αυτόματου” πιλότου για να βρουν νέο αφήγημα και εκφραστές, επωάζοντας όμως -δια της απουσίας τους- την άνοδο ακραίων στοιχείων και την επικράτηση επικίνδυνων ιδεολογιών.
Η έλλειψη κυβερνητικής ατζέντας και αντιπολιτευτικού ελέγχου, υπονομεύει τη σύνδεση των κομμάτων με την κοινωνία, περιορίζει το πολιτικό προσωπικό σε αλληλεπίδραση με τις ελίτ και δημιουργεί συνθήκες για την άνοδο ακραίων και την ωρίμανση συγκρούσεων. Ίσως οι συνθήκες αυτές να μην είναι εμφανείς δια γυμνού οφθαλμού, έχει όμως αποδειχθεί ότι όταν η ελληνική κοινωνία μένει χωρίς καθοδήγηση, εν μέσω απογοήτευσης και με δυναμική κλιμακούμενης απαξίας, καθίσταται ευεπίφορη σε κάθε αντιδραστικό πρόταγμα.
Η υποχώρηση των θεσμών, η υπονόμευση των εχέγγυων δικαιοσύνης και η εκτεταμένη διαφθορά στην αστυνομία έχουν οδηγήσει σε έξαρση τη δράση του παρακράτους, όπως καταγράφεται από τις δολοφονίες, τις βομβιστικές επιθέσεις και την αδυναμία των αρχών να βάλουν φρένο, υπό το φόβο του πολιτικού κόστους και στη σκιά εξαρτήσεων που δεν επιτρέπουν την εκδήλωση υγιούς πολιτικής βούλησης.
Η κατάρρευση της Ουκρανίας και οι περιφερειακοί πόλεμοι στη Γάζα, τη Συρία και τη Λιβύη, συντελούν επίσης στην έξαρση της βίας, καθώς οι κάθε λογής μισθοφόροι καταλήγουν με βαρύ οπλισμό σε ρόλο εκτελεστών ή βαρόνων σε Ελλάδα, Τουρκία και στα Βαλκάνια, που αποτελούν προνομοιακό έδαφος για τη δράση τους.
Οι ξένοι βλέπουν ήδη τους κινδύνους
Ο κίνδυνος δεν έγκειται μόνο στον φόβο και το ενδεχόμενο κοινωνικής εκτροπής, που θα μπορούσε να έχει ολέθρια αποτελέσματα, αλλά και στην ανησυχία των ξένων, επενδυτών και εταίρων που έχουν αρχίσει ήδη να αμφιβάλλουν όχι τόσο για την πολιτική βούληση, όσο για τη βιωσιμότητα και αποδοτικότητα των μεταρρυθμίσεων και την σταθερότητα της χώρας μεσοπρόθεσμα. Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τις διακηρύξεις της κυβέρνησης για την προσέλκυση Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, αυτές επιτυγχάνονται είτε με χρηματοδότηση ελληνικών τραπεζών, είτε με διαμοιρασμό ρίσκου, είτε δεν υλοποιούνται ποτέ.
Όπως έχει επισημάνει το ΙΟΒΕ και άλλοι φορείς, συνολικά η Ελλάδα αντιμετωπίζει την παρατεταμένη αποεπένδυση, καθώς οι νέες επενδύσεις, σε όλα τα επίπεδα, είναι κατώτερες από τις αποσβέσεις παλαιών, που συνεπάγεται ότι το παραγωγικό κεφάλαιο της χώρας συρρικνώνεται.
Οι ελλείψεις της Ελλάδας στους τομείς υποδομών και δικτύων είναι τεράστιες, με αποτέλεσμα το εγνωσμένο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό πλεονέκτημα της γεωγραφικής θέσης να αποδομείται. Ο πληθυσμός στην Ελλάδα μειώνεται σταθερά, η χώρα δεν μπορεί να προσελκύσει μετανάστες και να αναβαθμίσει τον γεωργικό της τομέα, με αποτέλεσμα να χάνει την παραγωγική της βάση. Η ανάδειξη του Real Estate σε μοχλό εισροής κεφαλαίων πιέζει τους δείκτες αποδοτικότητας και τον δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή των επενδύσεων.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, οι πρόσφατες αναλύσεις διεθνών οίκων και του ΔΝΤ επικεντρώνουν σε επιμέρους τομείς, ενώ υπογραμμίζουν τις ελλείψεις και τους κινδύνους που απορρέουν από αυτές. Θεσμικοί παράγοντες, όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έχουν κρούσει κατ επανάληψη τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική οικονομία, την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και τις παρεμβάσεις για τη ν ανάκτηση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος, με ενσωμάτων μεταναστών. Επιχειρηματικοί παράγοντες καλούν διαρκώς σε ολοκληρωμένες πολιτικές και πρόνοια ενόψει της εκπνοής του ασφαλούς διαδρόμου το 2032.
Υπερτουρισμός
Ταυτόχρονα, παράγοντες του Τουρισμού επισημαίνουν το κόστος της υπεραπόδοσης του κλάδου, υπογραμμίζουν τις εγγενείς ανισορροπίες που δημιουργούνται και προειδοποιούν για την κατάρρευση ολόκληρων οικοσυστημάτων. Ήδη, η υπερξάρτηση από ταξιδιωτικά γραφεία μαζικού τουρισμού και οι φυσικές καταστροφές έχουν πλήξει καίρια μεγάλες περιοχές στην Ελλάδα.
Φυσικές καταστροφές και ασφάλεια τροφοδοσίας
Οι φυσικές καταστροφές, επίσης, αποτελούν κίνδυνο που σε συνδυασμό με την έλλειψη υποδομών και πολιτικής βούλησης υπονομεύουν την ασφάλεια της υφιστάμενης παραγωγικής βάσης. Αυτό κατέστη σαφές από τις φωτιές και τις πλημμύρες σε Εύβοια και Θεσσαλία, καθώς και από τις μαζικές ασθένειες ζώων. Πλέον, έχει απωλεσθεί σημαντικό κεφάλαιο της πρωτογενούς, φυτικής και ζωικής παραγωγής, συμβάλλοντας στις ανατιμήσεις, τον περιορισμό της διαφοροποίησης και υποβαθμίζοντας την ασφάλεια τροφοδοσίας.
Αν σε αυτά προστεθεί το πρόβλημα ανομβρίας και ξηρασίας που παρατηρείται στην Αθήνα, αναγκάζοντας την ΕΥΔΑΠ να κηρύξει “crisis mode”, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η Ελλάδα δεν βρίσκεται προ των πυλών νέας κρίσης, αλλά στο επίκεντρο πολλών και αλληλεπικαλυπτόμενων.
Προειδοποιήσεις
Οι προειδοποιήσεις για την κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι πολλές, άλλοτε από τους οίκους αξιολόγησης και ενίοτε από τα media, κυρίως τα διεθνή, όπως το Politico και σπανιότερα από ελληνικά όπως η Καθημερινή.
Το σενάριο Κοττάκη
Η κυβέρνηση, παρά τον πρόσφατο ανασχηματισμό, δεν έχει αλλάξει ουσιωδώς, αντιθέτως -όπως διαπιστώνει και η ΕΣΤΙΑ- κινείται κυκλικά με καθαρά μικροκομματικά κριτήρια και σε πολλές περιπτώσεις πελατειακά. Ο Μανώλης Κοττάκης εντοπίζει και αναδεικνύει μακροσκελή σχεδιασμό του Μαξίμου, με χρονικό ορίζοντα 3ετίας αλλά με έναρξη υλοποίησης από τον πρόσφατο ανασχηματισμό, που πυροδοτεί αλληλουχία εξελίξεων. Σύμφωνα με την ανάλυση του διευθυντή της Εστίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να επιλέξει είτε την “φυγή” στην Ευρώπη, είτε να προσπαθήσει να σπάσει το μεταπολιτευτικό ρεκόρ των δύο διαδοχικών εκλογών, θέτοντας υποψηφιότητα για τρίτη. Η προφανής επιλογή είναι η πρώτη, η οποία θα πρέπει να υλοποιηθεί άμεσα, καθώς ο Αντόνιο Κόστα έχει συμφωνηθεί να αναλάβει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για 2,5 χρόνια.
Για να βγει αυτό το σενάριο, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα χρειαστεί να δώσει δαχτυλίδι διαδοχής στον Κωστή Χατζηδάκη, τον οποίο έχει φροντίσει να “προετοιμάσει”. Η μεγαλύτερη πρόκληση όμως θα είναι η “εξουδετέρωση” των δελφίνων και ειδικά του Νίκου Δένδια, για τον οποίο φαίνεται ότι επιφυλάσσει τη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας.
Ο Μανώλης Κοττάκης, όμως, σημειώνει ότι η υλοποίηση των σχεδιασμών υπόκειται σε μεγάλο ρίσκο, γιατί οι πρώην πρωθυπουργοί Αντώνης Σαμαράς και Κώστας Καραμανλής βρίσκονται σε διαρκή συντονισμό και όχι μόνοι τους. Στο ρεπορτάζ της ΕΣΤΙΑΣ αναφέρεται ότι οι κ. Καραμανλής και Σαμαράς συνέφαγαν στην Πύλο, μαζί με γνωστό εφοπλιστή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το καμπανάκι Παπαχελά
Στην Καθημερινή, ο Αλέξης Παπαχελάς βλέπει παράθυρο ευκαιρίας για την προώθηση -και αντιδημοφιλών μεταρρυθμίσεων- λόγω της έλλειψης ισχυρός αντιπολίτευσης. Ο διευθυντής της Καθημερινής, με τον τρόπο του εντοπίζει την έλλειψη ισχυρής πολιτικής βούλησης για την προώθηση αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, καταδεικνύοντας την υπέρθεση του πολιτικού κόστους, έναντι της ευθύνης. Η ανάλυση του Αλέξη Παπαχελά -που δεν είναι η πρώτη φορά που την κάνει- δείχνει ένα μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας για την υλοποίηση της κυβερνητικής ατζέντας, λόγω της απουσίας ισχυρής αντιπολίτευσης και της άμεσης προοπτικής για σχηματισμό της.
Σφαλιάρα από το Politico
Την ίδια στιγμή, η Νεκταρία Σταμούλη, από το Politico καταγγέλλει την αναποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα με τίτλο “Ελλάδα – Η χώρα που αφήνει τους ανθρώπους να ξεφύγουν από τη Δικαιοσύνη”, εστιάζοντας σε μείζονες υποθέσεις όπως τα Τέμπη και το Ναυάγιο της Πύλου, για τις οποίες οι προφανείς ύποπτοι δεν θα κάτσουν ποτέ στο εδώλιο να κριθούν από τον φυσικό τους δικαστή.
Η αντιπολίτευση ελπίζει σε… συγκυβέρνηση
Τα δύο μείζονα και κυβερνητικά κόμματα της αντιπολίτευσης, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, βρίσκονται σε παρατεταμένη περίοδο ενδοσκόπησης και ανασύνθεσης, με τις δυνάμεις τους να καταγράφονται σταθερά σε χαμηλά επίπεδα. Υπό οποιοδήποτε σενάριο ανασύνθεσης τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟ δεν έχουν προοπτική αυτόνομης διεκδίκησης της εξουσίας απέναντι στη Νέα Δημοκρατία.
Πλέον, διαμορφώνεται ένα πλήρως κατακερματισμένος πολιτικό σκηνικό με τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ να αντλούν συνδυαστικά 65-70% και τα υπόλοιπα κόμματα -κυρίως ακροδεξιά- να ανέρχονται στο 25-30%. Υπό την προοπτική οι επόμενες εκλογές να διενεργηθούν σε ένα τέτοιο πολιτικό τοπίο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επιλέξει να φύγει και το στοίχημα οδηγεί στην διαμόρφωση κυβέρνησης συνεργασίας είτε ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, είτε ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, αναλόγως με τις πολιτικές ισορροπίες που θα διαμορφωθούν στην κορυφή και όχι στη βάση των σχηματισμών.
Η αίσθηση ποδηγέτησης του λαϊκού αισθήματος και της ψήφου σε μια πειθαναγκασμένη συγκυβέρνηση των ελίτ, εκτιμάται ότι θα εντείνει την δυναμική των αυτονομημένων δεξιών πυρήνων. Κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να οδηγήσει είτε στην απειλή ακυβερνησίας -που δεν είναι ρεαλιστική- είτε στην υπό το φόβο της συνεργασία της Νέας Δημοκρατίας με ακροδεξιούς σχηματισμούς, όπως η “Φωνή Λογικής” της Λατινοπούλου ή/και άλλων… Αλλά επειδή οι συσχετισμοί μπορεί να μην είναι επαρκείς, μπορεί πάλι να απαιτηθεί η συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ σε μια τέτοια κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που διαλύεται στα εξ ων συνετέθη, θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο υπό την ηγεσία του Στέφανου Κασσελάκη ή άλλου να συμμετάσχει σε συγκυβέρνηση με τη ΝΔ, ακόμη υπό με την αιτιολογία της διασφάλισης της κυβερνησιμότητας και απόκρουσης της ακροδεξιάς.