Συναγερμό για τη βιωσιμότητα του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης Υγείας κρούουν τα δεδομένα της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών, καθώς οι ακυρώσεις πλησιάζουν το 30% των ενεργών συμβολαίων.
Σε διαδικασία αποσάθρωσης παραμένει ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα, καθώς η καρτελοποίηση του κλάδου των ιδιωτικών κλινικών και η σκανδαλώδης κυβερνητική και πολιτική απραξία έχουν προκαλέσει τεράστια αιμορραγία στις ασφαλιστικές εταιρίες, καθώς κλιμακώνεται διαρκώς οι απώλειες ασφαλιστικών προγραμμάτων Υγείας.
Οι ασφαλιστικές εταιρίες στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν κρίση εμπιστοσύνης λόγω της καταχρηστικής αύξησης των χρεώσεων από τις ιδιωτικές κλινικές, οι οποίες εισάγουν και αυθαίρετα πρωτόκολλα θεραπείας, ενώ την ίδια στιγμή κυβέρνηση και πολιτικό προσωπικό παραμένουν απαθείς και αμέτοχοι, ενώ η ασφαλιστική συνείδηση συνθλίβεται.
Τρείς είναι κύριες αιτίες που διακρίνονται πίσω από τον ελάχιστο αριθμό ασφαλισμένων στην ιδιωτική υγεία συγκριτικά με τον πληθυσμό της Ελλάδας:
- Η πρώτη λόγος έγκειται στο ότι το κράτος δεν λειτουργεί προς όφελος των πολιτών.
- Η δεύτερη, είναι ο νόμος Γεωργιάδη και ο δείκτης του ΙΟΒΕ, με αποτέλεσμα κάθε χρόνο να κάνουν αυξήσεις που ξεπερνάνε και το 17%, όπερ και σημειώνονται μαζικές ακυρώσεις.
- Η τρίτη είναι το χαμηλό επίπεδο αποταμιεύσεων των νοικοκυριών, αποτέλεσμα του περιορισμένου διαθέσιμου εισοδήματος και της υπερφορολόγησης.
Το αδύνατο δίλημμα
Ενώ το Δημόσιο Σύστημα Υγείας έχει εγκαταλειφθεί και παραπαίει, ο μηχανισμός για τη μετάβαση στο ιδιωτικό είναι εντελώς αντιπαραγωγικός, καθώς τα ιδιωτικά νοσοκομεία υπερχρεώνουν τις ασφαλιστικές, οι οποίες ανεβάζουν τις τιμές και διευρύνουν τις εξαιρέσεις, υπονομεύοντας την όποια αξιοπιστία.
Το φθαρμένο δημόσιο σύστημα υγείας αναγκάζει τους πολίτες να στραφούν προς την ιδιωτική ασφάλιση υγείας για να λάβουν ιατρικές υπηρεσίες την στιγμή που τις χρειάζονται. Οι ασφαλιστικές, από την άλλη όπως έχει γράψει το crisismonitor.gr αναγκάζονται να προβούν σε υπέρογκες αυξήσεις ασφαλίστρων, δυσβάσταχτες για τους ιδιωτικά ασφαλισμένους όλων των ηλικιών, λόγω των καταχρηστικών χρεώσεων που επιβάλλει ολιγοπώλιο των ιδιωτικών νοσοκομείων. Το σχήμα αυτό το καθιστά εφικτό ο νόμος Γεωργιάδη. δημιουργώντας ένα σύστημα που απέχει παρασάγγας από τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι ασφαλισμένοι αναγκάζονται σε μαζικές ακυρώσεις ιδιωτικών προγραμμάτων Υγείας, πλήττοντας τον κλάδο που αποτελεί τη μείζονα σύνδεση των ασφαλιστικών με την κοινωνία και ενσωματώνει το μεγαλύτερο μέρος των αναπτυξιακών τους προοπτικών.
Η κυβέρνηση της ΝΔ καθώς και οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν συνέβαλαν και α παρεμπόδισαν τον εξορθολογισμό στη συνεργασία κρατικών νοσοκομείων με ιδιωτικές ασφαλιστικές. Παράλληλα, δεν ρύθμισαν επαρκώς τις ιδιωτικές κλινικές ώστε να εφαρμόζουν διαφανή και ενιαία πρωτόκολλα διαχείρισης περιστατικών, με ξεκάθαρες χρεώσεις, κατά τα πρότυπα της Ευρώπης.
232.000 ακυρώσεις ιδιωτικών συμβολαίων Υγείας
Διακόσιες τριάντα δύο χιλιάδες ιδιωτικά ασφαλιστήρια υγείας (232.000) ακυρώθηκαν το 2023, σύμφωνα με την Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), εξ αυτών τα 142.937 ή το 62% είναι ατομικά συμβόλαια υγείας και τα 89.213 ή το 38% ομαδικά ασφαλιστήρια υγείας.
Στην πενταετία 2019-23 οι συνολικές ακυρώσεις έφτασαν στο 1.017.359.
Το 2022, σημειώθηκαν 192.000 ακυρώσεις συμβολαίων εξ αυτών τα 133.778 προήλθαν από τις ατομικές ασφαλίσεις υγείας και οι 58.408 από τις ομαδικές. Το 2021 ακυρώθηκαν 124.552 ομαδικά ασφαλιστήρια και 85.767 ομαδικά ασφαλιστήρια. Το 2020 ακυρώθηκαν 137.183 ατομικά ασφαλιστήρια υγείας και 67.624 ομαδικά ασφαλιστήρια. Το 20219, ακυρώθηκαν 142.978 ατομικά ασφαλιστήρια υγεία και 34.919 ομαδικά ασφαλιστήρια υγεία.
Μόλις 965.000 τα ατομικά ασφαλιστήρια στην Ελλάδα
Το 2023, ο συνολικός αριθμός των ατομικών συμβολαίων υγείας προσέγγισε τις 965.000, ενώ των ομαδικών ξεπέρασε τις 7.000. Το 2023 τόσο για εξωνοσοκομειακή όσο και νοσοκομειακή περίθαλψη, οι ασφαλιστικές εταιρίες κατέβαλαν 710,2 εκατ., σχεδόν 100 εκατ. περισσότερα σε σχέση με το 2022.
Οι αποζημιώσεις που καταβλήθηκαν το 2023 τόσο για εξωνοσοκομειακή όσο και νοσοκομειακή περίθαλψη, οι ασφαλιστικές εταιρίες έφτασαν 710,2 εκατ., σχεδόν 100 εκατ. περισσότερα σε σχέση με το 2022.