Νέα οπτική γωνία στην αναγκαιότητα και επιτακτικότητα προώθησης του σχεδίου εξυγίανσης και συγχώνευσης των Attica Bank αι Παγκρήτιας έδωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην καθ ύλην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Ο διοικητής της ΤτΕ, ξεκαθαράρισε ότι η λύση που επελέγη έχει το μικρότερο κόστος για το δημόσιο, ενώ σκιγράγησε και το νέο πλέγμα μετοχικών ισορροπιών που οικοδομείται μεταξύ ΤΧΣ και Thrivest.
Η παρέμβαση του διοικητή της ΤτΕ στη Βουλή έρχεται εν μέσω πολιτικής αντιπαράθεσης για τη λογική και αρχιτεκτονική του σχεδίου διάσωσης και συγχώμνευσης των τραπεζών, το οποίο κίνησε ο Στέφανος Κασσελάκης. Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο Γιάννης Στουρνάρας στέλνει σαφές μήνυμα με το ειδικό βάρος που διαθέτει, τραβόντας την διαχωριστική γραμμή μεταξύ συστημικής αντιπολίτευσης και λαϊκιστικών κραυγών…
Στο πολιτικό σκέλος της παρέμβασής του, ο Γιάννης Στουρνάρας, ξεκαθάρισε ότι η Thrivest είναι ο μόνος μακροχρόνιος επενδυτής που βρέθηκε, μετά από έρευνες ετών, ενώ υπογράμμισε τις προσπάθειες παρέμβασης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην Attica Bank, το τοίχος που ύψωσε τότε η ΤτΕ και τις έρευνες που ξεκίνησε η ΕΚΤ στην τράπεζα.
Ο ρόλο της Thrivest
Μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Στουρνάρας υπσοτήριξε ότι ο νέος στρατηγικός επενδυτής, η Thrivest των Εξάρχου, Μπάκου και Καϋμενάκη έχει ήδη επενδύσει σημαντικά ποσά (135 εκατ. ευρώ) κυρίως στην Παγκρήτια αλλά και στην Attica Bank, και έχει δεσμευτεί να επενδύσει άλλα 200 εκατ. ευρώ στη νέα υπό συγχώνευση τράπεζα, πέραν των ποσών που ήδη έχει διαθέσει προκειμένου να εξαγοράσει τις συμμετοχές του πρώην κύριου μετόχου της Παγκρήτιας, γενόμενος έτσι ένας από τους μεγαλύτερους επενδυτές στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Το σημείο αυτό, στην ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα, αποτελεί την υπογραφή του κεντρικού τραπεζίτη που διασφαλίζει την αξιοπιστία των επενδυτών, υπσοτηρίζοντας έτσι το fit and propper που έδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος, εγκρίνοντας έτσι και την προέλευση των κεφαλαίων που επενδύθηκαν και θα στηρίξουν το νέο τραπεζικό ίδρυμα. Συνολικά, μάλιστα οι επενδυτές φαίνεται ότι στο τέλος της διαδρομής θα έχουν διαθέσει κεφάλαια της τάξης των 400 εκατ. για τη στήριξη του εγχειρήματος.
Auditor’s note: Τα μαθηματικά της μαύρης τρύπας
Στο νέο μετοχικό σχήμα, θα παραμείνει το ΤΧΣ, το οποίο θα επενδύσει περαιτέρω κεφάλαια στο νέο ίδρυμα, όμως μέσ από μια διαδικασία που οδηγεί ταυτόχρονα στην -εν μέρει- αποεπένδυση. Κεντρικό ρόλο παίζει και το πρόγραμμα ΗΡΑΚΛΗΣ ΙΙΙ στο οποίο θα τοποθετηθούν δανειακά χαρτοφυλάκια από τις δύο τράπεζες, το senior tranch των οποίων έχει λάβει αξιολόγηση BBB από την DBRS MorningStar.
Από την τιτλοποίηση NPE’s οι ζημιές της Attica Bank θα ανέλθουν περίπου στα 400 εκατ., ενώ της Παγκρήτιας στα 420 εκατ. περίπου. Ωστόσο, τα ίδια κεφάλαια των δύο τραπεζών θα παίξουν ρόλο buffer, απορροφώντας μεγάλο μέρος της ζημιάς. Τα συνδυασμένα αρνητικά κεφάλαια ανέρχονται στα 120 εκατ., ενώ από την αύξηση κεφαλαίου και τα warrants θα εισρεύσουν στα ταμεία της νέας τράπεζας περί τα 730 εκατ. Αυτό σημαίνει ότι η νέα τράπεζα θα ξεκινήσει με ίδια κεφάλαια της τάξης των 590 εκατ.
Η προσέγγιση του Στουρνάρα
Ο διοικητής της Τράεπεζας της Ελλάδος, επισήμανε ότι για τις τράπεζες Attica Bank και Παγκρήτια, οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων ανέρχονται σε 61,5% και 53,5% αντιστοίχως, ενώ τα υπόλοιπα των εν λόγω μη εξυπηρετούμενων δανείων ανέρχονται σχεδόν στο ήμισυ του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Για την ίδια ημερομηνία, οι δύο τράπεζες διαθέτουν δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας περίπου 14,3% η Attica Bank και 12,6% η Παγκρήτια Τράπεζα. Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι η εξυγίανση των δύο αυτών τραπεζών αποτελεί το τελευταίο μίλι στην προσπάθεια για την πλήρη εξυγίανση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, κάνοντας χρήση μέσων, εργαλείων και προϋποθέσεων παρόμοιων με αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν και στην περίπτωση των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών. Δηλαδή πρόσβαση στα κεφάλαια του ΤΧΣ κάτω από τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, πρόσβαση στον “Ηρακλή” κάτω επίσης από τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, και βέβαια, ύπαρξη αξιόπιστου ιδιώτη επενδυτή και αξιόπιστης διοίκησης (management). Σήμερα βρισκόμαστε στην ευτυχή συγκυρία να πληρούνται όλες αυτές οι συνθήκες: Πρώτον, οι διοικήσεις της Attica Bank και της Παγκρήτιας, υπό την Ελένη Βρεττού και τον Αντώνη Βαρθολομαίο αντιστοίχως, έχουν ήδη επιτύχει σημαντικά αποτελέσματα στις δύο τράπεζες, έχοντας ανατρέψει την αρνητική εικόνα γι’ αυτές.
Ο ρόλος της Παγκτήτιας
Ο Γιάννης Στουρνάρας στην ομιλία του έκανε και ειδική αναφορά στον ρόλο της Παγκρήτιας για τη διασφάλιση της σταθερότητας στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, επισημαίνοντας ότι, η Παγκρήτια έχει λειτουργήσει, σε συνεννόηση με την Τράπεζα της Ελλάδος, με ενοποιητικό τρόπο για τον τραπεζικό τομέα της χώρας, έχοντας απορροφήσει την HSBC και τη Συνεταιριστική Τράπεζα Κεντρικής Μακεδονίας.
Οι επιπτώσεις της συγχώνευσης
Ο Γιάννης Στουρνάρας επιχείρησε να αναδείξει τον θετικό ρόλο και τη δυναμική που δημιουργεί η λύση της συγχώνευσης και συμμετοχικής ανακεφαλαιοποίησης των Attica Bank και Παγκρήτιας, επισημαίνοντας ότι ο θετικός αντίκτυπος εντοπίζεται:
- Στη δημιουργία ενός συστήματος υγιών, λιγότερο σημαντικών τραπεζών με βασική συνιστώσα το ενιαίο τραπεζικό σχήμα που θα προκύψει από τη συγχώνευση της Attica Bank με την Παγκρήτια Τράπεζα, του 5ου πόλου στο τραπεζικό σύστημα, θα έχει μια σειρά από θετικές επιπτώσεις σε τράπεζες και οικονομία. Συγκεκριμένα:
- Η ελληνική τραπεζική αγορά εμφανίζει σήμερα ένα από τα υψηλότερα ποσοστά συγκέντρωσης στην ευρωζώνη, αποτέλεσμα κυρίως της σημαντικής αναδιάρθρωσης που έγινε στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα την περασμένη δεκαετία κατά τη διάρκεια της κρίσης. Με στοιχεία Δεκεμβρίου 2023, το μερίδιο αγοράς των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών σε σχέση με το ενεργητικό ανέρχεται σε 96%. Για την ίδια ημερομηνία, το συνδυασμένο μερίδιο αγοράς για τις δύο τράπεζες υπό συγχώνευση (Attica Bank και Παγκρήτια) ανέρχεται σε περίπου 2,5%.
- Στη σύσταση του 5ου πόλου στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, απαλλαγμένου από τα βάρη του παρελθόντος (Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια, Αναβαλλόμενη Φορολογική Απαίτηση) και με ένα κρίσιμο μέγεθος ικανό να ανταγωνισθεί τις σημαντικές τράπεζες, αναμένεται να έχει σημαντικά οφέλη σε αρκετούς τομείς. Ενδεικτικά:
- Στην ενίσχυση του ανταγωνισμού αναμένεται να έχει θετική επίδραση τόσο στο κόστος όσο και στην ποιότητα των παρεχόμενων τραπεζικών υπηρεσιών (π.χ. κόστος νέων δανείων και καταθέσεων, κόστος προμηθειών, ψηφιοποίηση, κλπ.).
- Ενώ, η νέα τράπεζα θα μπορεί να καλύψει τμήματα της αγοράς στα οποία δεν υπάρχει σήμερα ικανοποιητική κάλυψη της ζήτησης για δάνεια, όπως τμήματα που αφορούν μικρομεσαίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
- Επίσης, η νέα τράπεζα, υπό όρους και προϋποθέσεις, θα μπορεί να διευκολύνει την εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους, μέσω της επιλεκτικής αναχρηματοδότησης βιώσιμων πιστούχων που είχαν βρεθεί εκτός τραπεζικού συστήματος.
Τέλος σημείωσε ότι η εξυγίανση των ισολογισμών των δύο τραπεζών θα συμβάλει στη μείωση του μέσου όρου των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο προς τα επίπεδα του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Οι κίνδυνοι ενός μη-deal
Από την άλλη, το σενάριο μη επίτευξης της συμφωνίας θα είχε μία σειρά από πολύ σοβαρές αρνητικές συνέπειες. Ειδικότερα:
- Σήμερα, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας υπολείπονται κατά 106 εκατ. ευρώ (συνολικά και για τις δύο τράπεζες) των συνολικών κεφαλαιακών απαιτήσεων συμπεριλαμβανομένης και της «κεφαλαιακής κατεύθυνσης» (P2G) και, σε κάθε περίπτωση, δεν επαρκούν προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών είναι αδύνατη χωρίς την ολοκλήρωση της εν λόγω συμφωνίας.
- Εάν ο στόχος μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων ήταν πολύ χαμηλότερος, δεν θα υπήρχε επίλυση του προβλήματος αυτού και απλά θα μεταφερόταν στο άμεσο μέλλον. Η τράπεζα δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει με επάρκεια ως βασική συνιστώσα και κινητήρια δύναμη του 5ου πόλου στο τραπεζικό σύστημα, καθώς δεν θα είχε εξυγιάνει τον ισολογισμό της.
- Ταυτόχρονα, πρέπει να επισημανθεί ότι το εποπτικό κόστος διακράτησης μη εξυπηρετούμενων δανείων στον ισολογισμό των τραπεζών είναι υψηλό και βαίνει αυξανόμενο με βάση το θεσμικό πλαίσιο. Ενδεικτικά, για λόγους διασφάλισης ίσης μεταχείρισης, είναι ιδιαίτερα πιθανή η εφαρμογή εποπτικών μέτρων που αφορούν το ελάχιστο ποσοστό κάλυψης δανείων από προβλέψεις (prudential backstop) και για τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα στην ευρωζώνη, κατ’ αντιστοιχία με ό,τι εφαρμόζεται για τις σημαντικές τράπεζες. Κάτι τέτοιο θα έχει άμεσες και σοβαρές συνέπειες στις λιγότερο σημαντικές τράπεζες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητά τους. Σχετικά μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση λαμβάνει ήδη η ΤτΕ.
- Δεδομένης της ευάλωτης οικονομικής κατάστασης των δύο τραπεζών, θα ήταν πιθανό το σενάριο σημαντικής εκροής καταθέσεων στην περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, μεταξύ άλλων λόγω του υψηλού κινδύνου φήμης. Αυτό θα οδηγούσε νομοτελειακά στην κατάρρευσή τους καθώς δεν θα είχαν πρόσβαση σε δανεισμό από την ΕΚΤ, ενώ δεν διαθέτουν επαρκή ρευστά διαθέσιμα για την κάλυψη ακραίων εκροών καταθέσεων. Παρά το σχετικά χαμηλό μέγεθος των δύο τραπεζών (συνολικό μερίδιο αγοράς σε σχέση με το ενεργητικό ανέρχεται σε περίπου 2,5%), τυχόν κατάρρευσή τους θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου. Συγκεκριμένα:
- Καμία από τις δύο τράπεζες δεν καλύπτει τις προϋποθέσεις του άρθρου 145Β του ν.4261/2014 περί μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων της εκκαθάρισης. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να μεταβιβασθεί το σύνολο των καταθέσεων σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα (όπως έγινε στην περίπτωση της Συνεταιριστικής Τράπεζας Όλυμπος) και οι μη καλυμμένες καταθέσεις θα χαθούν. Με στοιχεία 31.3.2024, οι μη εγγυημένες καταθέσεις ανέρχονται σε περίπου 909 εκατ. ευρώ για την Attica Bank και 726 εκατ. ευρώ για την Παγκρήτια Τράπεζα. Άρα θα υπήρχε απώλεια αποταμιεύσεων πάνω από 1,6 δισεκ. ευρώ.
- Καθώς οι καταθέσεις αυτές αφορούν κυρίως επιχειρήσεις και νοικοκυριά, στο σενάριο αυτό θα προέκυπτε νέο ‘κύμα’ μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς το ‘κούρεμα’ των καταθέσεων θα είχε πιθανότατα μη αντιστρέψιμη επίπτωση στη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν στην εξυπηρέτηση του χρέους τους. Επισημαίνεται ότι μεταξύ των μεγαλύτερων καταθετών των δύο τραπεζών βρίσκονται και φορείς του Ελληνικού Δημοσίου οι οποίοι θα υποστούν τις σχετικές συνέπειες.
- Θα υπάρξουν δευτερογενείς επιπτώσεις στις σημαντικές τράπεζες μέσω αυξημένων εισφορών προς το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, ΤΕΚΕ. Συγκεκριμένα, το ΤΕΚΕ θα εξαντλήσει τα διαθέσιμά του μόνο για την πληρωμή των καλυμμένων καταθέσεων της Attica Bank (1,8 δισεκ. ευρώ). Άρα θα πρέπει να αντλήσει από τις άλλες τράπεζες κεφάλαια για την πληρωμή των καλυμμένων καταθέσεων της Παγκρήτιας (1,7 δισεκ. ευρώ) και πρόσθετα κεφάλαια προκειμένου να φθάσει εντός τετραετίας το στόχο του 0,8% επί των καλυμμένων καταθέσεων (περίπου 1,1 δισεκ. ευρώ), σύμφωνα με την σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία, τα οποία θα επιβαρύνουν τις υπόλοιπες εγχώριες τράπεζες.
- Η υφιστάμενη αξία της συμμετοχής του ΤΧΣ στην Attica Bank (480 εκατ. ευρώ) θα εκμηδενιστεί, όπως και η αξία του τίτλου Tier 2 ύψους 100 εκατ. ευρώ λήξης 2028 που έχει εκδώσει η τράπεζα το 2018 και διακρατά το Ελληνικό Δημόσιο.
- Καθώς θα είναι η πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης που θα ‘κουρευτούν’ καταθέσεις στη χώρα μας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα κλονιστεί η εμπιστοσύνη των αποταμιευτών και είναι πιθανό να δούμε ‘bank run’ (μαζικές αποσύρσεις καταθέσεων) σε λιγότερο σημαντικές ή «ευάλωτες» τράπεζες, χωρίς να μπορούμε να αποκλείσουμε επιπτώσεις και στη ρευστότητα των σημαντικών τραπεζών.
- Η αναταραχή που θα προκληθεί στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα έχει επιπτώσεις στη διάθεση του υφιστάμενου ποσοστού του ΤΧΣ στην Εθνική Τράπεζα, καθώς και στην πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων.
- Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι ακόμα και αν ήταν εφικτή η χρήση του άρθρου 145Β του ν.4261/2014, η επίπτωση για το ΤΕΚΕ και το Ελληνικό Δημόσιο θα ήταν σημαντική, καθώς η αξία των προς μεταβίβαση υποχρεώσεων υπερβαίνει σημαντικά την αξία των προς μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων ενεργητικού. Από προσωρινούς υπολογισμούς της ΤτΕ, το ΤΕΚΕ θα έπρεπε στο σενάριο αυτό να καταβάλει περίπου 1,7 δισεκ. ευρώ, με το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει 2,5 δισεκ. ευρώ, χωρίς να περιλαμβάνεται η απώλεια της αξίας συμμετοχής του ΤΧΣ ύψους 480 εκατ. ευρώ.
- Με βάση τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτό ότι το κόστος για το Ελληνικό Δημόσιο από τη συμμετοχή του ΤΧΣ και του ΕΦΚΑ στην επερχόμενη αύξηση κεφαλαίου στο πλαίσιο της συμφωνίας των μετόχων είναι ελάχιστο σε σχέση με το κόστος οποιασδήποτε άλλης επιλογής. Και μειώνεται ακόμα περισσότερο (α) με την αποπληρωμή 100 εκατ. ευρώ προς το Δημόσιο που θα προβεί η Attica Bank με βάση τη συμφωνία των μετόχων, εξοφλώντας τον τίτλο Τier 2 λήξης 2028 υπέρ του Δημοσίου, και από το συμψηφισμό 45 εκατ. ευρώ αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης που έχει η Παγκρήτια έναντι του Δημοσίου και (β) λαμβάνοντας υπόψη στους υπολογισμούς και το κόστος των 150 εκατ. ευρώ που είχε η Attica Bank (αντιστοίχως οφέλη για το Δημόσιο) από το PSI.
- Πρέπει να τονιστεί ότι το κόστος αυτό του Δημοσίου είναι κόστος επένδυσης. Πέραν από τα οφέλη σε όρους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που προαναφέρθηκαν, πέραν από τα οφέλη σε όρους τόνωσης του ανταγωνισμού στον τραπεζικό τομέα τα οποία επίσης προαναφέρθηκαν, υπάρχουν και τα οφέλη από την επένδυση σε μια μεγαλύτερη, υγιέστερη, και πιο κερδοφόρα τράπεζα. Για παράδειγμα και με αναφορά στο ΤΧΣ που είναι και ο βασικός συντελεστής της επένδυσης, η ετήσια απόδοσή του εκτιμάται σε άνω του 4%. Σε μια δεκαετία, τα 955 εκατ. ευρώ των παλαιότερων και των σημερινών επενδύσεων του ΤΧΣ στην Attica Bank και στη νέα υπό συγχώνευση τράπεζα, αναμένεται να έχουν αυξηθεί σημαντικά και να έχουν γίνει από 1,2 έως 1,6 δισεκ. ευρώ.