Επαναλαμβανόμενα Λειτουργικά Κέρδη ύψους 8,7 εκατ. ευρώ για το α’ τρίμηνο του 2024 ανακοίνωσε η Attica Bank, έναντι κέρδους ύψους 0,5 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη συγκριτική περίοδο.
Η Attica Bank, επίσης, ανακοίνωσε αξιοσημείωτη αύξηση κατά 38% στα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έσοδα του Ομίλου σε ετήσια βάση, ύψους 25,3 εκατ. ευρώ έναντι 18,3 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη συγκριτική περίοδο.
Η Διευθύνουσα Σύμβουλος της Attica Bank, Ελένη Βρεττού, δήλωσε σχετικά: «Το 2023 ήταν η χρονιά που η Τράπεζα επανήλθε σε λειτουργική κερδοφορία, ενώ η τάση συνεχίζεται δυναμικά και το 2024 όπως αποτυπώνεται από τα αποτελέσματα α’ τριμήνου. Η θετική πιστωτική επέκταση σε μια αγορά που κατά βάση κινήθηκε αρνητικά το α΄ τρίμηνο επιβεβαιώνει όχι μόνο τη δυναμική της Τράπεζας, αλλά και την εμπορική της απήχηση, μαζί με την ανάγκη περισσότερων εναλλακτικών για τον πελάτη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Στρατηγικά, μετά την επίτευξη αυξανόμενης κερδοφορίας, ο στόχος μας παραμένει η πλήρης εξυγίανση, μεγέθυνση και εκσυγχρονισμός της Τράπεζας με υψηλή ρευστότητα και ικανοποιητική κεφαλαιακή βάση. Σε αυτό αναμένουμε την επίτευξη οριστικής συμφωνίας μετόχων στο αμέσως προσεχές διάστημα που θα μας επιτρέψουν να προχωρήσουμε το σχεδιασμό μας τόσο για την πιθανή υπαγωγή της Τράπεζας στο σχέδιο “Ηρακλής ΙΙΙ”, όσο και την επίτευξη της συγχώνευσης με την Παγκρήτια Τράπεζα και ακόλουθη ανακεφαλαιοποίηση. Βασική μας φιλοδοξία είναι ο υπό δημιουργία 5ος τραπεζικός πυλώνας να θέσει πάλι στο επίκεντρο τον πελάτη και την καλύτερη εξυπηρέτησή του ανεξαρτήτως μεγέθους, βελτιώνοντας την τραπεζική εμπειρία του όχι μόνο ψηφιακά, αλλά και ουσιαστικά, χάρη στην αμεσότητα και την ευελιξία. Στηρίζουμε έμπρακτα τη μεγέθυνση και τον εκσυγχρονισμό των ελληνικών επιχειρήσεων και τη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο, βιώσιμο, ψηφιακό και εξωστρεφές μοντέλο ανάπτυξης, κάνοντας την ίδια την Τράπεζα παράδειγμα αυτής της μετάβασης».
Η δήλωση της Attica Bank για τα οικονομικά αποτελέσματα
Σε συνέχεια της επιχειρηματικής ανάκαμψης του 2023, όπου η Τράπεζα επέστρεψε σε λειτουργική κερδοφορία, και το 2024, ξεκίνησε δυναμικά παρουσιάζοντας σημαντική βελτίωση σε όλες τις λειτουργικές γραμμές των οργανικών μεγεθών του Ομίλου για 5ο συνεχόμενο τρίμηνο με το επαναλαμβανόμενο λειτουργικό αποτέλεσμα να ανέρχεται σε €8,7 εκατ., επιβεβαιώνοντας το όραμα της Διοίκησης για μία νέα δυναμική στον τραπεζικό χώρο. Η επίδοση και κατά το α’ τρίμηνο του 2024 είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένη με τους στόχους και τη στρατηγική μας και θέτουν τις βάσεις για την επίτευξη των στόχων του έτους.
Η Attica Bank συνέχισε να βελτιώνει όλους τους βασικούς χρηματοοικονομικούς δείκτες, με έμφαση στη λειτουργική κερδοφορία μέσω της διαφοροποίησης των πηγών εσόδων, του εξορθολογισμού του λειτουργικού κόστους και της προσεκτικής διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου. Η αξιοσημείωτη πορεία που διέγραψε η Τράπεζα το 2023 συνεχίζεται και τους πρώτους μήνες του 2024. Η στρατηγική μας για αύξηση των χορηγήσεων κυρίως προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις φέρνει αποτελέσματα, με τα έσοδα από τόκους να παρουσιάζουν σημαντική αύξηση κατά 36%. Παράλληλα, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες διαμορφώθηκαν σε €3,1 εκατ. αυξημένα κατά 77,6%, αποδεικνύοντας την προσήλωση της Διοίκησης στο στόχο που έχει θέσει για την εξυγίανση και ανασύνταξη της Attica Bank στο πλαίσιο υλοποίησης του Επιχειρηματικού Σχεδίου.
Η σημαντική θετική επίδοση και κατά το α’ τρίμηνο του 2024 προήλθε κυρίως από την αύξηση στα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έσοδα του Ομίλου, τα οποία ανήλθαν σε €25,3 εκατ. σε σύγκριση με €8,3 εκατ. κατά την προηγούμενη περίοδο. Η Attica Bank, όπως και οι άλλες τράπεζες, ωφελείται από την άνοδο των επιτοκίων σε επίπεδο εσόδων, όμως το κύριο όφελος στα κέρδη της προέρχεται αφενός από τη διεύρυνση των εργασιών της, αφετέρου, από τη μείωση του λειτουργικού κόστους. Κατά το α’ τρίμηνο του 2024, η καθαρή πιστωτική επέκταση ανήλθε σε €171 εκατ., με την Τράπεζα να επιτυγχάνει σημαντικά υψηλότερους ρυθμός ανάπτυξης σε σχέση με τον ρυθμό της αγοράς. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι, το ποσοστό των νέων εκταμιεύσεων που αφορούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις να ανέρχεται σε 33% ή €97 εκατ.. Έμφαση θα δοθεί και για το 2024 στην εταιρική τραπεζική, κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και στη χρηματοδότηση των ελευθέρων επαγγελματιών, όπως π.χ. οι μηχανικοί, προσφέροντας προϊόντα ολιστικής εξυπηρέτησης. Συνολικά, οι νέες εκταμιεύσεις επιταχύνθηκαν και κατά το 1ο τρίμηνο και ανήλθαν σε €295 εκατ. (έναντι €70 εκατ. κατά το 1ο τρίμηνο του 2023) συνεχίζοντας στον ίδιο ρυθμό του τελευταίου τριμήνου του 2023.
Τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) του Ομίλου παρουσίασαν αύξηση κατά 12% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, εξαιτίας της μεταφοράς παλαιότερων χορηγήσεων του legacy χαρτοφυλακίου της Τράπεζας σε καθεστώς NPE στο πλαίσιο της οριστικής εξυγίανσης και διαφάνειας της Τράπεζας. Εξαιρουμένων των χορηγήσεων του legacy χαρτοφυλακίου, ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε στο 54,2%, μειωμένος κατά 270 μονάδες βάσης σε τριμηνιαία βάση και κατά 11,6 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση.
Σημειώνεται ότι η περαιτέρω εξυγίανση του ισολογισμού της Τράπεζας θα εξεταστεί παράλληλα με την τελική υπαγωγή μέρους των ΜΕΑ της στο πρόγραμμα παροχής εγγυήσεων “Ηρακλής ΙΙΙ”, ταυτόχρονα και με τις προπαρασκευαστικές ενέργειες για την ενδεχόμενη συγχώνευση με την Παγκρήτια Τράπεζα για τα οποία επί του παρόντος δεν έχει ληφθεί απόφαση από τα αρμόδια όργανα της Τράπεζας. Οποιαδήποτε απόφαση εκ μέρους της Διοίκησης για υπαγωγή στο πρόγραμμα “Ηρακλής ΙΙΙ”, θα ληφθεί υπό την αξιολόγηση της επίπτωσης που θα επιφέρει η υπαγωγή στα αποτελέσματα της Τράπεζας και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τυχόν επιπτώσεις θα αντισταθμίζονται από άλλες αντίστοιχες ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Επιπρόσθετα, την 27η Ιουνίου 2024, η Τράπεζα έλαβε επιστολή από την Τράπεζα της Ελλάδος στην οποία επισημαίνεται ότι με ημερομηνία αναφοράς 31.03.2024, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας υπολείπονται του περιθωρίου Κεφαλαιακής Κατεύθυνσης του Πυλώνα ΙΙ (Pillar 2 Guidance«P2G»). Σημειώνεται ότι το P2G αποτελεί κεφαλαιακή κατεύθυνση και όχι κανονιστικά δεσμευτική απαίτηση η οποία στοχεύει στην αντιμετώπιση πιθανών ζημιών σε περίπτωση ακραίων καταστάσεων. Διευκρινίζεται ότι η Τράπεζα πληροί τις δεσμευτικές απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας CET 1, Tier 1 και Συνολικού Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας.
Περαιτέρω, στην επιστολή επισημαίνεται ότι λαμβάνοντας υπόψη τη σκοπούμενη συγχώνευση με την Παγκρήτια Τράπεζα η Τράπεζα καλείται να ενημερώσει εγγράφως την ΤτΕ έως την 5.7.2024 για τον τρόπο διασφάλισης της συμμόρφωσης της νέας τραπεζικής οντότητας που θα προκύψει μετά τη συγχώνευση με τους ελάχιστους εν ισχύι υποχρεωτικούς εποπτικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας λαμβάνοντας υπόψη τις αναμενόμενες ζημίες σε περίπτωση υπαγωγής των χαρτοφυλακίων στο πρόγραμμα «ΗΡΑΚΛΗΣ ΙΙΙ». Επιπρόσθετα, ζητείται να προσκομιστεί άμεσα σχέδιο συμφωνίας των βασικών μετόχων των πιστωτικών ιδρυμάτων τόσο επί της αρχής, όσο και επί του τρόπου εξεύρεσης των απαραίτητων κεφαλαίων. Σημειώνεται ότι έως σήμερα, δεν έχει περιέλθει σε γνώση της διοίκησης τελική καταληκτική συμφωνία των μετόχων.
Βασικό ζητούμενο για την Attica Bank παραμένει η καλύτερη εξυπηρέτηση του πελάτη μέσω της σταδιακής βελτιστοποίησης των εσωτερικών λειτουργιών και διαδικασιών. Η Attica Bank θέλει να γίνει η τράπεζα επιλογής του πελάτη, αποτέλεσμα του πελατοκεντρικού μοντέλου εξυπηρέτησης που χτίζουμε. Στο πλαίσιο αυτό, με τη συμμετοχή μας στο δανειακό πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), παραμένουμε πιστοί στον αναπτυξιακό μας σχεδιασμό, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες και τα χρηματοδοτικά εργαλεία του ΤΑΑ για το πελατολόγιο μας. Στηρίζουμε έμπρακτα τη μεγέθυνση και τον εκσυγχρονισμό των ελληνικών επιχειρήσεων και τη μετάβαση της Ελληνικής Οικονομίας σε ένα νέο, βιώσιμο, ψηφιακό και εξωστρεφές μοντέλο ανάπτυξης.
Εν αναμονή της υλοποίησης της συμφωνίας μετόχων που θα επιτρέψει την άμεση εξυγίανση της Τράπεζας παράλληλα με την εξέταση της συγχώνευσης με την Παγκρήτια Τράπεζα, η Διοίκηση της Τράπεζας συνεχίζει εντατικά το μετασχηματισμό και τον εκσυγχρονισμό της Τράπεζας έχοντας στο επίκεντρο την συνολικά καλύτερη εμπειρία του πελάτη και στηρίζοντας εμπράκτως την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας δημιουργώντας συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού.