Βαρύ πρόστιμο 337,5 εκατομμυρίων ευρώ επέβαλε η Κομισιόν στη Mondelēz International, Inc. (Mondelēz) για παρεμπόδιση του διασυνοριακού εμπορίου σοκολάτας, μπισκότων και προϊόντων καφέ μεταξύ κρατών μελών.
Σαφείς ενδείξεις κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης από τη Mondelez εντόπισε η Κομισιόν, με τη DG Comp να επιβάλλει βαρύτατο πρόστιμο 337 εκατ. στην εταιρία.
Το βαρύτατο αυτό πρόστιμο σε μια μεγάλη πολυεθνική έρχεται σε μια χρονική στιγμή όπου γίνεται μεγάλη συζήτηση για τις υψηλές τιμές και πώς οι μεγάλες εταιρείες χρεώνουν τα προϊόντα τους ανά χώρα.
Στην Ελλάδα δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα στο θέμα, καθώς η κυβέρνηση αποτυγχάνει στη μάχη κατά της ακρίβειας και ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε επιστολή στην Κομισιόν ζητώντας ευρωπαϊκή παρέμβαση κατά των πολυεθνικών, σε μια προσπάθεια να διεθνοποιήσει το θέμα, περιορίζοντας την έκθεση της κυβέρνησής του και αντιμεταθέτοντας τις ευθύνες.
Ωστόσο, οι έλεγχοι στις τιμές της σοκολάτες προέκυψαν καθώς παρά την αποκατάσταση της παραγωγικής δυναμικότητα από την πλευρά της προσφοράς, στην Ευρώπη οι τιμές συνέχισαν να ανεβαίνουν.
Το πρόστιμο της Βεστάγκερ
Αναφορικά με την Mondelēz, σύμφωνα με την Κομισιόν, οι παρακτικές της παραβαίνουν τους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ., αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τονίζει ότι παραμένει προσηλωμένη στην άρση των αδικαιολόγητων φραγμών για να διασφαλίσει την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Οι εδαφικοί περιορισμοί εφοδιασμού από τους προμηθευτές αποτελούν ένα είδος μη ρυθμιστικών φραγμών για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.
Η παράβαση
Η Mondelēz, με έδρα τις ΗΠΑ, είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς προϊόντων σοκολάτας και μπισκότων στον κόσμο. Το χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνει γνωστές μάρκες σοκολάτας και μπισκότων όπως Côte d’Or, Milka, Oreo, Ritz, Toblerone και TUC και μέχρι το 2015 μάρκες καφέ όπως HAG, Jacobs και Velours Noir.
Η έρευνα της Επιτροπής διαπίστωσε ότι η Mondelēz παραβίασε τους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ: (i) με τη σύναψη αντιανταγωνιστικών συμφωνιών ή εναρμονισμένων πρακτικών που αποσκοπούν στον περιορισμό του διασυνοριακού εμπορίου διαφόρων προϊόντων σοκολάτας, μπισκότων και καφέ· και (ii) με κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της σε ορισμένες εθνικές αγορές για την πώληση ταμπλετών σοκολάτας.
Ειδικότερα, η Κομισιόν διαπίστωσε ότι η Mondelēz συμμετείχε σε είκοσι δύο αντιανταγωνιστικές συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές, κατά παράβαση του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»), με:
- Περιορισμό των περιοχών ή των πελατών στους οποίους επτά πελάτες χονδρικής (έμποροι/«μεσίτες») θα μπορούσαν να μεταπωλήσουν τα προϊόντα της Mondelēz. Μια συμφωνία περιελάμβανε επίσης μια διάταξη που έδινε εντολή στον πελάτη της Mondelēz να εφαρμόζει υψηλότερες τιμές για τις εξαγωγές σε σύγκριση με τις εγχώριες πωλήσεις. Αυτές οι συμφωνίες και οι εναρμονισμένες πρακτικές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 2012 και 2019 και κάλυψαν όλες τις αγορές της ΕΕ.
- Αποτροπή δέκα αποκλειστικών διανομέων που δραστηριοποιούνται σε ορισμένα κράτη μέλη από το να απαντούν σε αιτήματα πώλησης από πελάτες που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη χωρίς προηγούμενη άδεια από τη Mondelēz. Αυτές οι συμφωνίες και πρακτικές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 2006 και 2020 και κάλυψαν όλες τις αγορές της ΕΕ.
Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι, μεταξύ 2015 και 2019, η Mondelēz έκανε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της, κατά παράβαση του άρθρου 102 της ΣΛΕΕ, με:
- ‘Αρνηση παροχής μεσολαβητή στη Γερμανία για να αποτρέψει τη μεταπώληση προϊόντων ταμπλέτας σοκολάτας στην Αυστρία, στο Βέλγιο, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία όπου οι τιμές ήταν υψηλότερες.
- Διακοπή της προμήθειας προϊόντων ταμπλέτας σοκολάτας στην Ολλανδία για να αποτραπεί η εισαγωγή τους στο Βέλγιο, όπου η Mondelēz πουλούσε αυτά τα προϊόντα σε υψηλότερες τιμές.
Η Κομισιόν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παράνομες πρακτικές της Mondelēz εμπόδισαν τους λιανοπωλητές να μπορούν να προμηθεύονται ελεύθερα προϊόντα σε κράτη μέλη με χαμηλότερες τιμές και «τεμάχισε» τεχνητά την εσωτερική αγορά. Στόχος της Mondelēz, όπως σημειώνει η Κομισιόν, ήταν να αποφευχθεί ότι το διασυνοριακό εμπόριο θα οδηγούσε σε μειώσεις των τιμών σε χώρες με υψηλότερες τιμές. Τέτοιες παράνομες πρακτικές επέτρεψαν στη Mondelēz να συνεχίσει να χρεώνει περισσότερα για τα δικά της προϊόντα, εις βάρος των καταναλωτών στην ΕΕ.
Όπως δήλωσε η Μαργκρέτε Βεστάγκερ, Εκτελεστική Αντιπρόεδρος αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού «οι τιμές των τροφίμων διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών. Το εμπόριο πάνω από τα σύνορα των κρατών μελών στην εσωτερική αγορά μπορεί να μειώσει τις τιμές και να αυξήσει τη διαθεσιμότητα των προϊόντων για τους καταναλωτές. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού. Στη σημερινή απόφαση, διαπιστώνουμε ότι η Mondelēz περιόρισε παράνομα τις διασυνοριακές πωλήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ. Η Mondelez το έκανε αυτό για να διατηρήσει υψηλότερες τιμές για τα προϊόντα της εις βάρος των καταναλωτών. Ως εκ τούτου, επιβάλλαμε στη Mondelēz πρόστιμο ύψους 337,5 εκατ. ευρώ».