Επιπτώσεις στην κερδοφορία των τραπεζών, διατήρηση όμως των περιθωρίων και ελεγχόμενη επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών προβλέπει η Moody’s για την Ευρωζώνη.
Μείωση της κερδοφορίας των τραπεζών, όχι όμως των ποιοτικών δεικτών τους προβλέπει η Mood’s για την Ευρωζώνη, επισημαίνοντας ότι η μείωση της ζήτησης δανείων θα πλήξει μεν το bottom line, όχι όμως τα περιθώρια κερδοφορίας.
Στις 11 Απριλίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διατήρησε αμετάβλητα τα βασικά της επιτόκια, διατηρώντας το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης στο 4,50%, το επιτόκιο της οριακής διευκόλυνσης δανεισμού στο 4,75% και το επιτόκιο της διευκόλυνσης καταθέσεων στο 4,00%. Η τράπεζα επανέλαβε ότι τα τρέχοντα επιτόκια πολιτικής είναι επαρκώς τοποθετημένα για να μετακινήσουν τον πληθωρισμό πίσω προς τον στόχο του 2%, αλλά σηματοδότησε την προθυμία να μειώσει τα επιτόκια εάν τα δεδομένα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη του ότι ο πληθωρισμός συνεχίζει να συγκλίνει προς τον στόχο του 2%.
Η ΕΚΤ επανέλαβε επίσης τη μακροχρόνια θέση της ότι η νομισματική δραστηριότητα των ΗΠΑ δεν θα επηρεάσει τις επικείμενες αποφάσεις για τα επιτόκια εκτός εάν έχει επιπτώσεις στα δεδομένα στα οποία βασίζεται η δική της διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Η επίδραση των αυξημένων επιτοκίων τα τελευταία δύο χρόνια συνεχίζει να λειτουργεί μέσω του τραπεζικού καναλιού. Ο τραπεζικός δανεισμός σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ επιβραδύνθηκε σημαντικά. Επιπλέον, η έρευνα της ΕΚΤ για τον τραπεζικό δανεισμό τον Απρίλιο του 2024 έδειξε απρόβλεπτη μείωση της ζήτησης δανείων από μη χρηματοπιστωτικές εταιρίες το πρώτο τρίμηνο, την οποία απέδωσε στα υψηλά επιτόκια και την οικονομική επιβράδυνση.
Σε ανάλυσή της, η Moody’s αναμένει ότι η ζήτηση δανείων θα παραμείνει χαμηλή μέχρι να μειωθούν σημαντικά τα επιτόκια. Ωστόσο, ο ρυθμός μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ ενδέχεται να μην είναι γρήγορος, με τους αναλυτές να προσδοκούν ότι θα παρατείνει την περίοδο της υποτονικής ζήτησης.
Επίσης, οι αναλυτές της Moody’s προσδοκούν ότι τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια στις τράπεζες της Ευρωζώνης θα αρχίσουν να σταθεροποιούνται και να παραμείνουν σταθερά το 2024. Παρά το χαμηλότερο όγκο δανεισμού, τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια θα παραμείνουν ισχυρά επειδή η αναμενόμενη χαλάρωση της ΕΚΤ το δεύτερο εξάμηνο του έτους δεν θα επηρεάσει σημαντικά τη δημιουργία εσόδων.
Ο πίνακας ελέγχου κινδύνου της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών του 4ου τριμήνου 2023 υποδεικνύει ότι το κόστος απομείωσης παραμένει περιορισμένο και παρόλο που αναμένουμε ήπια υποβάθμιση της ποιότητας του ενεργητικού, οι απώλειες δανείων είναι απίθανο να επηρεάσουν σημαντικά την κερδοφορία φέτος.