Η Ελλάδα μένει καθηλωμένη γιατί η κυβέρνηση μετρά το πολιτικό κόστος και ασχολείται με την μικροπολιτική, αναφέρει στο εβδομαδιαίο άρθρο του ο διευθυντής της Καθημερινής Αλέξης Παπαχελάς, ενώ στην κατακλείδα παροτρύνει τον πρωθυπουργό να μην εγκλωβιστεί στις Ευρωεκλογές και να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να έχουν γίνει.
Την ίδια στιγμή, τα media του Βαγγέλη Μαρινάκη επιμένουν σε “σκληρό ροκ” επί υπαρκτών θεμάτων, τα οποία όμως τρομάζουν τους κυβερνώντες, καθώς για πρώτη φορά μετά από χρόνια δέχονται δημοσιογραφικό έλεγχο. Προφανώς και το ζήτημα είναι το πολιτικό κόστος των δημοσιευμάτων για τους υπουργούς της κυβέρνησης, τον Κυριάκο Μητσοτάκη προσωπικά και τη Νέα Δημοκρατία συνολικά.
Αν και σε πρώτη ανάλυση φαίνεται ότι ο Παπαχελάς είναι διατεθειμένος να καλύψει μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες δημοσιογραφικά, αναλαμβάνοντας ρόλο αντίβαρου στον Βαγγέλη Μαρινάκη που μοιάζει να έχει περάσει στην “απέναντι όχθη” και να “καίει γέφυρες”, σε μια πιο ενδελεχή εξέταση και οι δύο τοποθετήσεις είναι ορθές τόσο δημοσιογραφικά όσο και πολιτικά.
Η κυβέρνηση έχει χάσει πολύτιμο χρόνο και δεν έχει υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις, επισήμανση η οποία είναι ξεκάθαρα επικριτική, έχει όμως διατυπωθεί και από τους οίκους αξιολόγησης, πριν από τον Αλέξη Παπαχελά. Ταυτόχρονα, η έλλειψη ελέγχου επί χρόνια οδήγησε σε σκάνδαλα και υποχώρηση της Ελλάδας στους δείκτες ποιότητας Δημοκρατίας, Δικαιοσύνης και Ελευθερίας του Τύπου. Συνδυαστικά, προκύπτει ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν κάνει τη δουλειά για την οποία εξελέγη, αλλά επιβιώνει γιατί η αντιπολίτευση είναι κατακερματισμένη. Αυτό όμως δεν ισχύει και για τη χώρα, η οποία τρέχει με καύσιμα από ευρωπαϊκούς πόρους, τα οποία όμως τελειώνουν και το απόθεμα που έχει δημιουργηθεί δεν μπορεί να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη χωρίς ουσιαστικές πολιτικές.
Έχουν και οι δύο δίκιο
Αυτό που δεν βγάζει -για πολλούς- νόημα, είναι πώς και γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ βρέθηκε στις συμπληγάδες των Media, ενώ μέχρι τώρα είχε την τυφλή υποστήριξή τους. Ξεκάθαρη απάντηση δεν υπάρχει. Πολιτικά, φαίνεται ότι ο χρόνος εξαντλείται όμως και η πολιτική ιστορία δείχνει ότι καμία κυβέρνηση δεν εξελέγη για τρεις συναπτές τετραετίες. Υπ΄ αυτό το πρίσμα, οι οικονομικοί παράγοντες καλούνται να παίξουν τα χαρτιά τους με σύνεση και προοπτική. Γι’ αυτό ο Βαγγέλης Μαρινάκης συγκρούεται με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, χωρίς στην ουσία να επιλέγει νέα ατζέντα, αλλά αναδεικνύοντας εγνωσμένα ζητήματα και παραβιάζοντας ανοιχτές πόρτες. Τα ίδια λέει, με διαφορετικό τρόπο, και ο Αλέξης Παπαχελάς. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι η μια κριτική είναι δεξιόστροφη και στοχεύει στην αναθέρμανση της μεταρρυθμιστικής ορμής και η άλλη αριστερόστροφη και αναδεικνύει ελλειμματικότητες στην καθημερινότητα και σκάνδαλα.
Η κυβέρνηση όμως μοιάζει αναποφάσιστη. Χωρίς σαφή κατεύθυνση, με εσωτερικά παράκεντρα εξουσίας και κουρασμένο ηγέτη. Ο κίνδυνος να καταστεί η διακυβέρνησή της ρίσκο για τη χώρα πλέον είναι εμφανής, οι οίκοι αξιολόγησης ήδη αναφέρονται σε μεταρρυθμιστική κόπωση και τον κίνδυνο αναποτελεσματικών μεταρρυθμίσεων. Αν μέσα σε αυτά προστεθούν και υπαγορευμένοι από το πολιτικό κόστος χειρισμοί, τότε η “οδήγηση χωρίς χάρτη”, αναβαθμίζεται σε οδήγηση υπό την “επήρεια αλκοόλ”…