Νέα άνοδο σημείωσε ο εναρμονισμένος πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο, φτάνοντας στο 3,4%, ενώ στην Ευρωζώνη υποχώρησε στο 2,4%(!).
Στο 3,4% ανέβηκε ο εναρμονισμένος πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Eurostat, ενώ στην Ευρωζώνη υποχώρησε και πλέον διαμορφώνεται μία ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα στο 2,4%.
Ανησυχία στην Τράπεζα της Ελλάδος, το οικονομικό επιτελείο και την Κομισιόν δημιουργεί η παγίωση του πληθωριστικού gap Ελλάδας – Ευρωζώνης, το οποίο μάλιστα καταγράφεται πριν την αύξηση του κατώτατου μισθού. Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα οι προοπτικές επιδεινώνονται, καθώς από 1η Απριλίου έχει αυξηθεί και ο κατώτατος μισθός κίνηση που θα έχει σωρευτικές επιπτώσεις στον δομικό πληθωρισμό.
Καθώς το χάσμα Ελλάδας – Ευρωζώνης παγιώνεται η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ καθίσταται πρόκληση, μιας και η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να υποδεχθεί χαμηλότερα επιτόκια τον Ιούνιο. Οι προοπτικές που διαμορφώνονται από στοιχεία κατατείνουν σε διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, υπονομεύοντας την οικονομική σταθερότητα και κοινωνική συνοχή.
Τα στοιχεία
Τον Φεβρουάριο ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν στο 3,1%, σύμφωνα με τη Eurostat και στο 2,9%, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Χαμηλότερα διαμορφώνεται ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη, στο 2,4% τον Μάρτιο, από 2,6% τον Φεβρουάριο. Η απροσδόκητη πτώση τον περασμένο μήνα ενισχύει την υπόθεση ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να αρχίζει να μειώνει το κόστος δανεισμού από τα υψηλά επίπεδα-ρεκόρ.
Καθοδικά και ο δομικός πληθωρισμός στην ευρωζώνη -πρόκειται για τον δείκτη που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και για τον δείκτη που παρακολουθείται στενά από την ΕΚΤ για να εκτιμήσει τη διάρκεια των πιέσεων στις τιμές. Αυτός ο δείκτης υποχώρησε στο 2,9% από 3,1% σε ετήσια βάση, χαμηλότερα από τις προβλέψεις για 3,0%, όπως μεταδίδει το Bloomberg.
Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ, οι υπηρεσίες είχαν τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Μάρτιο (4,0%, σταθερός σε σχέση με τον Φεβρουάριο), ακολουθούμενες από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (2,7%, έναντι 3,9% τον Φεβρουάριο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (1,1%, έναντι 1,6% τον Φεβρουάριο) και την ενέργεια (-1,8%, έναντι -3,7% τον Φεβρουάριο).