Τη σύλληψη καταζητούμενου από τη Βενεζουέλα, που σε βάρος εκκρεμούσε διεθνές ένταλμα σύλληψης από την Interpol ανακοίνωσε η Ελληνική Αστυνομία, σε μια κίνηση με πολιτικο-διπλωματικά χαρακτηριστικά.
Ηγετικό μέλος εγκληματικής οργάνωσης που δραστηριοποιήθηκε στο λαθρεμπόριο πετρελαιοειδών και σε βάρος του εκκρεμούσε Ερυθρά Αγγελία Διεθνών Αναζητήσεων από τις Αρχές της Bενεζουέλας εντόπισαν οι αστυνομικοί στη Βάρκιζα. Πρόκειται για τον 47χρονο Ιταλό, ο Erik Roveta,
Η σύλληψη που αποτελεί κορυφαίο θέμα στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης έγινε σε εκτέλεση red notice της Interpol από τις αρχές της Βενεζουέλας. Αυτό που δεν αναφέρεται όμως είναι ότι ο συγκεκριμένος έχει επισημανθεί ότι βρίσκεται στην Ελλάδα από καιρό και το re notice έχει εγερθεί προ μηνών. Συνεπώς, η απόφαση για τη σύλληψή του τώρα και η δημοσιότητα που δίδεται στο θέμα έχει αρκετές προεκτάσεις.
Σίγουρα, μια τέτοια σύλληψη αποτελεί bonus για την καταβαραθρωμένη Ελληνική Αστυνομία η οποία είναι διψασμένη για επιτυχίες, ενώ δημιουργείται η αίσθηση -με βάση τις τελευταίες εξελίξεις στον πόλεμο της νύχτας- ότι θα μπορούσε να εμπλέκεται και εκεί. Το πλέον ουσιώδες όμως είναι ότι οι ελληνικές αρχές εκτέλεσαν διεθνές ένταλμα σύλληψης κατά Ευρωπαίου και συγκεκριμένα Ιταλού πολίτη, που εξέδωσαν oi αρχές της Βενεζουέλας.
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς μέχρι πρότινος η ελληνική κυβέρνηση είχε άρει την αναγνώρισή της στον πρόεδρο της Βενεζουέλας, Νικλάς Μαδούρο, ενώ είχε επιτεθεί και κατά μελών της διπλωματικής αποστολής της χώρας της Νοτίου Αμερικής στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και ο Ιταλός μαφιόζος βρισκόταν στην Ελλάδα, καθώς θεωρούσε ότι ενώ βρισκόταν επί ευρωπαϊκού εδάφους απολάμβανε κάποια ιδιότυπη ασυλία που ήταν αποτέλεσμα των προβληματικών διμερών σχέσεων Ελλάδας – Βενεζουέλας. Σε μια δεύτερη ανάγνωση, ο συλληφθείς μπορεί να απολάμβανε και άλλων καλύψεων από διεθνείς παίχτες, οι οποίες να αποσύρθηκαν καθώς ο Μαδούρο επανακάμπτει στο διεθνές στερέωμα με τις ευλογίες ΗΠΑ και την κάλυψη της ΕΕ.
Οι διαρροές
Σύμφωνα με τα όσα έχει ανακοινώσει και… διαρρεύσει η αστυνομία, ο συλληφθείς έμενε με την οικογένειά του σε πολυτελή βίλα στα Νότια Προάστια, έκανε πλούσια ζωή και χρησιμοποιούσε πανάκριβα αυτοκίνητα για τις μετακινήσεις του.
Η οργάνωση στην οποία φέρεται ως ηγετικό μέλος, εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτρια δεξαμενοπλοίων, υπό την κάλυψη νομιμοφανών ναυτιλιακών εταιρειών, φόρτωνε προϊόντα πετρελαίου από λιμάνια της Λατινικής Αμερικής και επετύγχανε την ιδιοποίησή τους κατά τη μεταφορά τους, με διάφορα τεχνάσματα.
Προμηθεύονταν συσκευές δορυφορικής αναμετάδοσης και αναγνώρισης από ακινητοποιημένα πλοία που βρίσκονταν σε λιμάνια της Ασίας, τις τοποθετούσαν στα δεξαμενόπλοιά τους, και κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τις απενεργοποιούσαν, καταφέρνοντας να εξαπατήσουν τους ναυλωτές.
Το παράνομο οικονομικό όφελος της οργάνωσης εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 21 δισεκατομμύρια δολάρια.