Η παλαιότερη υαλουργία -και μάλλον η τελευταία- στην Ελλάδα βάζει λουκέτο αδυνατώντας να ανταποκριθεί στο γεωμετρικά αυξανόμενο κόστος και στην κάμψη της ζήτησης, αφήνοντας έτσι μια μεγάλη και επίμονη κηλίδα στο αναπτυξιακό “φόρεμα” της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Την ίδια στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να προβάλει την οικονομία ως το δυνατό της χαρτί και τη δημιουργία νέων και καλύτερα εμοιβόμενων θέσεων εργασίας, η αποβιομηχάνιση της Ελλάδας συνεχίζεται και μάλιστα με ορόσημο το λουκέτο στην υαλουργία «Γιούλα».
Πριν από επτά η μονάδα του Αιγάλεω πουλήθηκε από την οικογένεια Βουλγαράκη -HGI- στην πορτογαλική πολυεθνική ΒΑ Glass Group. Αν και ο αγοραστής φάνηκε να έχει ιδιαίτερα φιλόδοξα σχέδια και ανέβαλε δάνεια 335 εκατ., τελικά δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει και έχει ανακοίνωση την πλήρη διακοπή της παραγωγής.
Πρόκειται για ιδιαίτερα μελανή εξέλιξη καθώς η ελληνική οικονομία αποψιλώνεται και δεν παράγει ούτε τα βασικά, οι εξαγωγές αυξάνονται και το ισοζύγιο πληρωμών αποσταθεροποιείται και οι προοπτικές επιδεινώνονται. Δεν πρόκειται απλώς για ένα εμβληματικό λουκέτο, αλλά για πράξη αποεπένδυσης, αποβιομηχάνισης και σηματοδοτεί τη δυναμική της οικονομίας.
Όπως αναφέρει η “Καθημερινή” πρόκειται για το τρίτο «λουκέτο» εργοστασίου πολυεθνικής μέσα στους τελευταίους δώδεκα μήνες, καθώς προηγήθηκαν στις αρχές του 2023 αυτά της Reckitt Benckiser στο Βασιλικό Χαλκίδας και της Tupperware στη Θήβα το περασμένο φθινόπωρο.
Επέκταση, εξαγορά… λουκέτο
Η “Γιούλα” ιδρύθηκε το 1947 από τον Κυριάκο Βουλγαράκη και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80 η παραγωγή των επιτραπέζιων σκευών από γυαλί γινόταν χειροποίητα με τη μέθοδο του φυσητού γυαλιού.
Τη δεκαετία του 2000 η οικογένεια αναγνώρισε την ευρωπαϊκή προοπτική των Βαλκανίων και επεκτάθηκε.
Το 2017 το εργοστάσιο στην Ελλάδα, καθώς και τα εργοστάσια σε Σόφια, Πλόβντιβ και Βουκουρέστι πωλήθηκαν στην BA Glass, με το συνολικό τίμημα να ανέρχεται σε περίπου 500 εκατ. ευρώ (174 εκατ. ευρώ εισέπραξαν οι ιδιοκτήτες και τα υπόλοιπα ήταν δάνεια). Σύμφωνα με δημοσίευμα της “Καθημερινής” το τίμημα για τη δραστηριότητα στην Ελλάδα ανήλθε σε 29,92 εκατ. ευρώ.