Εκρηκτική αύξηση κερδοφορίας ανακοίνωσε η Εθνική Τράπεζα για το 2023, με τα οργανικά κέρδη μετά φόρων να διαμορφώνονται στα 1,15 δισ., πολύ υψηλότερα από το guidance της διοίκησης τον Αύγουστο, με τη διοίκηση να προσδοκά σταθεροποίηση στα τρέχοντα επίπεδα και το 2024.
Τα οργανικά κέρδη μετά φόρων αυξήθηκαν κατά σχεδόν 3 φορές σε €1.158 εκατ. το 2023, υπερβαίνοντας σημαντικά το στόχο που είχαμε θέσει τον Αύγουστο 2023. Κύριοι συντελεστές αυτής της υψηλής επίδοσης, εκτός από την ισχυρή δυναμική των καθαρών επιτοκιακών εσόδων, ήταν η σημαντική αύξηση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, η συντηρητική διαχείριση των δαπανών προσωπικού και των γενικών και διοικητικών εξόδων, καθώς και η συνεχιζόμενη ομαλοποίηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου.
Σε τριμηνιαία βάση, τα οργανικά κέρδη μετά φόρων διαμορφώθηκαν σε €329 εκατ. το Δ’ τρίμηνο 2023.
Τα υψηλότερα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την ισχυρή επέκταση των εγχώριων εξυπηρετούμενων δανείων κατά +€0,8 δισ. στο τελευταίο τρίμηνο, απορρόφησαν την αύξηση στο κόστος καταθέσεων και χρηματοδότησης, οδηγώντας τα καθαρά έσοδα από τόκους +6% υψηλότερα σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, σε €594 εκατ. Η ανατιμολόγηση των βασικών επιτοκίων στα δάνεια (loan pass through) έφτασε το 73% το Δ’ τρίμηνο 2023, υποστηρίζοντας την υγιή μείωση του δανειακού επιτοκιακού περιθωρίου, ενώ η ενσωμάτωση της αύξησης των βασικών επιτοκίων στα επιτόκια καταθέσεων (deposit beta) παραμένει σχετικά χαμηλή, στο 11% για το σύνολο των καταθέσεων, αντανακλώντας την ισχυρή και σχετικά σταθερή βάση καταθέσεων πρώτης ζήτησης (79% του συνόλου), η οποία αποτελείται κυρίως από λογαριασμούς ταμιευτηρίου με μέσο υπόλοιπο ~€4 χιλ. ανά πελάτη. Το 2023, τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν σε €2.160 εκατ., ως αποτέλεσμα των υψηλότερων βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ, της υγιούς αύξησης των εξυπηρετούμενων δανείων κατά +€1,2 δισ. ετησίως στην Ελλάδα, καθώς και της αυξημένης συνεισφοράς των εσόδων από χρεόγραφα, ωθώντας το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο υψηλότερα στις 302 μονάδες βάσης.
Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ανήλθαν σε €106 εκατ. το Δ΄ τρίμηνο 2023, σημειώνοντας αύξηση κατά +15% σε τριμηνιαία βάση, αποτυπώνοντας τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης στις προμήθειες σχετιζόμενες με τη χορήγηση δανείων Λιανικής και Εταιρικής Τραπεζικής, τα επενδυτικά και τραπεζοασφαλιστικά (bancassurance) προϊόντα, καθώς και τη χρηματοδότηση εμπορικών συναλλαγών (trade finance). Ως αποτέλεσμα, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά +11% σε ετήσια βάση στα €367 εκατ. για το 2023.
Οι λειτουργικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 4% σε ετήσια βάση, σε €783 εκατ. το 2023, αντανακλώντας τις υψηλότερες αποσβέσεις λόγω των στρατηγικών μας επενδύσεων στον τομέα της πληροφορικής και σε υποδομές τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένης της αντικατάστασης του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών (Core Banking System) της Τράπεζας, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2025. Ο συνεχιζόμενος μετασχηματισμός μας στον τομέα της πληροφορικής αποτελεί βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα, ενισχύοντας τη λειτουργική μας αποτελεσματικότητα, αυτοματοποιώντας τις διαδικασίες που εφαρμόζουμε και βελτιώνοντας τις εμπορικές μας συναλλαγές. Οι δαπάνες προσωπικού αυξήθηκαν κατά +3% σε ετήσια βάση, αντανακλώντας τη νέα κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και το σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών, ενώ η αύξηση των γενικών και διοικητικών εξόδων διαμορφώθηκε σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα του πληθωρισμού, στο +2% σε ετήσια βάση. Το Δ’ τρίμηνο 2023, οι λειτουργικές δαπάνες επηρεάστηκαν από εποχικότητα και μεταβλητές αμοιβές. Η αυστηρή διαχείριση των δαπανών προσωπικού και των γενικών και διοικητικών εξόδων, σε συνδυασμό με την ισχυρή αύξηση των οργανικών εσόδων μείωσε τον δείκτη κόστους προς οργανικά έσοδα σε 31% το 2023 από 46% το 2022.
Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ομαλοποιήθηκαν σε €189 εκατ. το 2023, ήτοι σε 62μ.β. επί του μέσου όρου δανείων μετά από προβλέψεις, έναντι €207 εκατ. το 2022. Το κόστος πιστωτικού κινδύνου της Τράπεζας παραμένει στα χαμηλότερα επίπεδα του κλάδου και αντανακλά τα υψηλά επίπεδα κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις, καθώς και τη διατήρηση της δημιουργίας νέων ΜΕΑ σε χαμηλά επίπεδα, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου.
Διεθνείς δραστηριότητες
Στις διεθνείς δραστηριότητες, τα κέρδη μετά από φόρους αναλογούντα σε μετόχους της Τράπεζας παρέμειναν αμετάβλητα σε ετήσια βάση στα €50 εκατ. το 2023, καθώς η αύξηση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων κατά 35% ή €26 εκατ. ετησίως αντισταθμίστηκε από τις αυξημένες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις (€17 εκατ. το 2023 από €8 εκατ. το 2022) και τα χαμηλότερα έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα (€12 εκατ. το 2023 από €34 εκατ. το 2022).
Ποιότητα χαρτοφυλακίου
Τα ΜΕΑ σε επίπεδο Ομίλου μειώθηκαν κατά €0,5 δισ. σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε €1,3 δισ. το 2023, ως αποτέλεσμα μη οργανικών ενεργειών. Οι οργανικές ροές ΜΕΑ ανήλθαν σε μόλις €0,2 δισ. για το σύνολο του έτους, παραμένοντας πολύ χαμηλότερες των εκτιμήσεών μας, παρά τα υψηλότερα επιτόκια και τις πληθωριστικές πιέσεις, με τις αθετήσεις (defaults) και τις εκ νέου αθετήσεις (redefaults) να αντισταθμίζονται σε μεγάλο βαθμό από την αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (curings ) στη Λιανική Τραπεζική.
Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης ΜΕΑ σε επίπεδο Ομίλου μειώθηκε σε 3,7% το 2023 από 5,2% το 2022, με τον δείκτη κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις να διαμορφώνεται σε 87,5%, παραμένοντας στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου. Στις διεθνείς δραστηριότητες, ο δείκτης ΜΕΑ μειώθηκε σε 4,9%, με τον αντίστοιχο δείκτη κάλυψης από σωρευμένες προβλέψεις να διαμορφώνεται στο 91,8%.
Κεφαλαιακή επάρκεια
Η ισχυρή οργανική κερδοφορία ώθησε τον δείκτη CET1 +220μ.β. υψηλότερα καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 σε 17,8%, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης 90μ.β. για διανομή μερίσματος 30% επί των κερδών. Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (CAD) διαμορφώθηκε σε 20,2%, ενισχυμένος κατά +350μ.β. σε ετήσια βάση. Ο δείκτης MREL του Ομίλου ανήλθε σε 24,2%, ή 25,4% συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης ομολόγων υψηλής εξασφάλισης ύψους €600 εκατ. τον Ιανουάριο 2024, με την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου 2025 να ανέρχεται σε 25,3%.
Ρευστότητα
Οι καταθέσεις στην Ελλάδα παρέμειναν σε ανοδική τροχιά, σημειώνοντας αύξηση κατά +€1,7 δισ. σε ετήσια και +€0,7 δισ. σε τριμηνιαία βάση, σε €55,1 δισ. τον Δεκέμβριο 2023, αντανακλώντας τις εισροές από πελάτες Λιανικής, καθώς οι αυξημένες αναλήψεις καταθέσεων από πελάτες Εταιρικής Τραπεζικής για την αποπληρωμή δανείων επηρέασαν το 2023. Επιπλέον, οι προθεσμιακές καταθέσεις συνεχίζουν να αποτελούν μόλις το ~19% των συνολικών καταθέσεων, ποσοστό που βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα του κλάδου. Στις διεθνείς δραστηριότητες, οι καταθέσεις αυξήθηκαν επίσης κατά +€0,2 δισ. σε σχέση με το προηγούμενο έτος, σε €2,0 δισ. Ως αποτέλεσμα, οι καταθέσεις σε επίπεδο Ομίλου ανήλθαν σε €57,1 δισ. τον Δεκέμβριο 2023, καταγράφοντας αύξηση κατά +€1,9 δισ. σε ετήσια βάση.
Το ισχυρό προφίλ ρευστότητας της Τράπεζας καταδεικνύεται επίσης από τον δείκτη Δανείων προς Καταθέσεις ύψους 58% σε επίπεδο Ομίλου (57% στην Ελλάδα), καθώς και τον υψηλό δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) ύψους 262%, ενώ τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα αυξήθηκαν περαιτέρω κατά €0,6 δισ. σε €8,0 δισ., στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου. Η υπολειπόμενη έκθεσή μας στο Πρόγραμμα Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO ΙΙΙ) παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2023, στα €1,85 δισ. τον Δεκέμβριο 2023, εκ των οποίων τα €1,1 δισ. λήγουν τον Μάρτιο 2024.
Οι στόχοι έως το 2026
Η τράπεζα έθεσε τους στόχους για τα μεγέθη μέχρι το 2026:
- Προβλέπει ότι το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο που ήταν 303 μονάδες βάσης το 2023 να υποχωρήσει κάτω από τις 290 μονάδες βάσης φέτος και κάτω από 270 μ.β. το 2026.
- Το κόστος (Cost to Core Income) από 32% να κινηθεί κάτω από το 35% το 2024 και στο 35% το 2026.
- Το Cost of Risk να διαμορφωθεί από τις 64 μονάδες βάσης το 2023 σε κάτω από 65 μ.β. το 2024 και κάτω από τις 50 μ.β. το 2026.
- Τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) υπολογίζονται σε περίπου από 1,2 ευρώ να κινηθούν ξανά στο 1,2 ευρώ και πάνω από το 1,3 ευρώ το 2026.
- Η απόδοση κεφαλαίων (Core Rote) από το 18,3% το 2023, το 15% φέτος και πάνω από 13% το 2026.
- Ο εγχώριος δείκτης NPE υπολογίζεται να πέσει στο 3,5% φέτος και κάτω από το 3% το 2026.
Παύλος Μυλωνάς: Εντυπωσιακά τα αποτελέσματα
«Το 2023, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα παρέμεινε σε υγιή ανοδική πορεία, παρά το δυσμενές εξωτερικό οικονομικό περιβάλλον και τις περιοριστικές νομισματικές συνθήκες», επισημαίνει ο CEO.
«Η υψηλή αξιοπιστία σε επίπεδο οικονομικής πολιτικής, η ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής
οικονομίας -με την προσέλκυση σημαντικών εγχώριων και ξένων επενδύσεων– και η ώριμη πλέον φάση του επιχειρηματικού κύκλου στη χώρα μας, υποστηρίζουν την αναπτυξιακή υπεραπόδοση της Ελλάδας. Επιπλέον, τα οφέλη από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα διαχέονται στις ευρύτερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και οδηγούν σε υψηλότερες αποτιμήσεις.
Οι σημαντικές τομές που έχουν γίνει στη χώρα μας έθεσαν τις βάσεις για την επιτυχία της διάθεσης του 22% του μετοχικού μας κεφαλαίου από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο, η οποία συνιστά και έμπρακτη αναγνώριση της αξιοπιστίας μας από τους μετόχους μας μετά από τη συνεπή και ακριβή εκτέλεση σειράς φιλόδοξων επιχειρηματικών σχεδίων τα τελευταία πέντε χρόνια, μέσω του Προγράμματος Μετασχηματισμού μας.
Πράγματι, καταγράψαμε εντυπωσιακά αποτελέσματα και για το 2023, αξιοποιώντας την αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας, τα ισχυρά πλεονεκτήματα του ισολογισμού μας και τον επιτυχημένο ψηφιακό και λειτουργικό μετασχηματισμό μας. Ειδικότερα, τα οργανικά κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε €1,2 δισ. για το 2023, με αποτέλεσμα ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων να διαμορφωθεί πάνω από το 18%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον ετήσιο στόχο που είχαμε θέσει για το 2023. Η επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων ήταν εμφανής σε όλους τους τομείς κερδοφορίας της Τράπεζας.
Όσον αφορά την πιστωτική επέκταση, οι εκταμιεύσεις ξεπέρασαν τα €7,5 δισ. σε επίπεδο Ομίλου, με αποτέλεσμα την υγιή αύξηση των υπολοίπων των εξυπηρετούμενων δανείων μας κατά €1,3 δισ. ετησίως, παρά τις υψηλές αποπληρωμές κατά τη διάρκεια του έτους. Η ισχυρή κερδοφορία ενδυνάμωσε περαιτέρω τα κεφαλαιακά μας αποθέματα, παρέχοντας στην Τράπεζα σημαντική στρατηγική ευελιξία για το μέλλον. Ο δείκτης CET1 αυξήθηκε κατά +220μ.β. ετησίως μετά την πρόβλεψη για διανομή μερίσματος, και ανήλθε σε 17,8%, στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου, με τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται στο 20,2%, ενισχυμένος κατά +350μ.β. σε ετήσια βάση.
Οι αναπτυξιακοί παράγοντες και οι μεταρρυθμίσεις ενισχύουν τις προοπτικές ανάπτυξης για το 2024 και έπειτα, ενώ η Τράπεζα παραμένει προσηλωμένη στη στήριξη των ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η στρατηγική μας αξιοποιεί i) τις επενδύσεις μας στην τεχνολογία, ώστε να ξεχωρίζουμε για τον ευέλικτο και αποτελεσματικό τρόπο λειτουργίας μας και για την υψηλή ποιότητα στην εμπειρία που προσφέρουμε στους πελάτες μας, και ii) τους ανθρώπους μας, οι οποίοι συνεχίζουν να κερδίζουν την εμπιστοσύνη των πελατών μας παρέχοντας βέλτιστες υπηρεσίες, με αποτέλεσμα η Εθνική ΤράπεζαΕΤΕ 0,00% να αναγνωρίζεται ως η Τράπεζα Πρώτης Επιλογής.”