Την ανάδειξη της ΔΕΗ σε ρόλο λοκομοτίβας του ενεργειακού μετασχηματισμού της Ελλάδας και παράγοντα γεωοικονομικής συνοχής για την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων επισήμανε ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για τους Ενεργειακούς Πόρους Τζεφρι Πάιατ στο περιθώριο του στρατηγικού διαλόγου ΗΠΑ – Ελλάδας.
Στην αναβάθμιση του γεωοικονομικού ρόλου της Ελλάδας στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας και των Βαλκανίων, καθώς και τον κομβικό ρόλο των νέων υποδομών και των ΑΠΕ στην κατεύθυνση της απεξάρτησης από τη Ρωσία, αναφέρθηκε ο Τζέφρι Πάιατ, στην ημερίδα του foundation for Defence of Democracies με θέμα “Η Ανατολική Μεσόγειος σε Σταυροδρόμι: Το Μέλλος της Περιφερειακής Ενσωμάτωσης και οι Συμμαχίες”.
Μεταξύ άλλων, ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ υπογράμμισε τον επιτυχημένο εταιρικό μετασχηματισμό που ολοκλήρωσε η διοίκηση της, υπό τον Γιώργο Στάσση. Επίσης, επισήμανε το άλμα στην ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας. Νωρίτερα, ο CEO της ΔΕΗ στο πλαίσιο συνάντησης με τον Αμερικανό Διπλωμάτη προανήγγειλε την είσοδο της ΔΕΗ και στην αγορά της Βουλγαρίας.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι η ΔΕΗ έχει θέση και στην αγορά της Βόρειας Μακεδονίας, αν και η προοπτική ανάληψης του έργου για τον υδροηλεκτρικό σταθμό κατέρρευσε -για το άμεσο μέλλον- καθώς το έργο ακυρώθηκε προεκλογικά από την κυβέρνηση.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως είχε η αναφορά του στη Λωρίδα της Γάζας και την επόμενη ημέρα, ανοίγοντας το ζήτημα της ανοικοδόμησης της περιοχής, όπου άνοιξε παράθυρο για τη συμμετοχή και της Ελλάδας, ιδιαίτερα λόγω του ρόλου που παίζει η CCC, ως μείζον πάροχος ενέργειας στην περιοχή, ενώ η έδρα της εταιρίας βρίσκεται στην Αθήνα. Ο ίδιος έθιξε το ζήτημα μετατροπής της βασικής μονάδας ηλεκτροπαραγωγής της Γάζας αρχικά σε φυσικό αέριο, κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει έναυσμα για τη συνεργασία της CCC με ελληνικές εταιρίες που διαθέτουν τεχνογνωσία, όπως η ΔΕΗ ή/και η MYTILINEOS.
Οι προοπτικές
Συνδυαστικά, οι αναφορές του Τζέφτι Πάιατ τόσο στη ΔΕΗ και τα project που υλοποιεί τόσο εντός της Ελλάδας, όσο και στην Ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, καθώς και στην προοπτική περαιτέρω διεύρυνσης του πεδίου δραστηριοτήτων στην Ανατολική Μεσόγειο, μέσω του εδάφους που καλλιεργεί ο Στρατηγικός Διάλογος, προσδίδουν -αν μη τι άλλο- ένα νέο επίπεδο στο business plan και καλλιεργούν προσδοκίες για την κερδοφορία της εταιρίας.
Τα σχόλια Πάιατ έρχονται σε συνέχεια της ενημέρωσης που είχε από τον CEO της ΔΕΗ Γιώργο Στάσση, για τον εταιρικό μετασχηματισμό και τις εταιρικές πρωτοβουλίες που έχει εφαρμόσει η νέα διοίκηση. Όπως αναφέρει μάλιστα ο κ. Στάσσης το business plan επικεντρώνεται στην περιφερειοποίησή της στα Δυτικά Βαλκάνια και την περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Ο CEO της ΔΕΗ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα σχέδιά για την ενεργειακή μετάβαση, τις νέες καθαρές και ευέλικτες επενδύσεις παραγωγής στην Ελλάδα, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την υπόλοιπη περιφέρεια. Μάλιστα, στη διμερή συνάντηση έγινε σαφής αναφορά και στον σημαντικό ρόλο της ΔΕΗ στην επέκταση των ενεργειακών διαδρόμων των περιφερειών και την Πρωτοβουλία Τρεις Θάλασσες.
Η διεύρυνση της Πρωτοβουλίας Τρεις Θάλασσες
Η Πρωτοβουλία Τριών Θαλασσών (ΠΤΘ), γνωστή και ως Πρωτοβουλία Βαλτικής, Αδριατικής, Μαύρης Θάλασσας (ΠΒΑΜ), ή απλά η Τρεις Θάλασσες (στα λατινικά: Trimarium), είναι φόρουμ δώδεκα κρατών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά μήκος ενός άξονα βορρά-νότου από τη Βαλτική Θάλασσα έως την Αδριατική Θάλασσα και τον Εύξεινο Πόντο στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Η Πρωτοβουλία στοχεύει στη δημιουργία ενός περιφερειακού διαλόγου που βασίζεται στο Intermarium για διάφορα ζητήματα που επηρεάζουν τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη είναι η Αυστρία, η Βουλγαρία, η Κροατία, η Τσεχία, η Εσθονία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Σλοβακία και η Σλοβενία, οι οποίες συναντήθηκαν για την πρώτη τους σύνοδο κορυφής το 2016 στο Ντουμπρόβνικ.
Αν και η Ελλάδα δεν συμμετέχει -γεωγραφικά- στην πρωτοβουλία, εν τούτοις η έντονη κινητικότητα που αναπτύσσει η ΔΕΗ, η τεχνογνωσία και το νέο πλαίσιο που δημιουργεί ο Στρατηγικός Διάλογος Ελλάδας – ΗΠΑ, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την είσοδό της στα έργα και την παροχή τεχνογνωσίας. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται η προοπτική διεύρυνσης του γεωπολιτικού αποτυπώματος της Ελλάδας και ενίσχυσης του γεωπολιτικού της κεφαλαίου.
Τα έργα που προωθούνται
Η πρωτοβουλία σχετίζεται στενά με δύο μεγάλα έργα υποδομής στην περιοχή:
- Ένας αυτοκινητόδρομος Βορρά-Νότου «Via Carpathia», που συνδέει την Κλάιπεντα στη Λιθουανία με τη Θεσσαλονίκη στην Ελλάδα
- Υποδομή υγροποιημένου φυσικού αερίου, με θαλάσσιους τερματικούς σταθμούς στην Πολωνία και την Κροατία και έναν αγωγό σύνδεσης
Άλλα έργα είναι, οι σιδηροδρομικές συνδέσεις Βαλτικής-Αδριατικής, η Ευρωπαϊκή Οδός Ε67, η Rail Baltica και η εμπορική διαδρομή κεχριμπαριού.
Ταμείο Επενδύσεων Τριών Θαλασσών
Τα πρώτα δύο ιδρυτικά ιδρύματα από την Πολωνία και τη Ρουμανία δεσμεύτηκαν να πραγματοποιήσουν πληρωμές συνολικού ύψους άνω των 500 εκατομμυρίων ευρώ.[24] Το Ταμείο είναι ανοιχτό σε άλλες χώρες των Τριών Θαλασσών, οι οποίες μπορούν να ενταχθούν μετά τη λήψη των κατάλληλων αδειών. Το εποπτικό συμβούλιο του Ταμείου αποτελείται από εκπροσώπους αναπτυξιακών τραπεζών από την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Λετονία και την Τσεχία.
Το 2019, η Bank Gospodarstwa Krajowego και η EximBank της Ρουμανίας, υπέγραψαν την ιδρυτική πράξη του Ταμείου Επενδύσεων Πρωτοβουλίας Τριών Θαλασσών. Το ταμείο θα επικεντρωθεί σε έργα δημιουργίας μεταφορών, ενέργειας και ψηφιακής υποδομής στην περιοχή μεταξύ των Τριών θαλασσών. Ιδιωτικοί επενδυτές από συνταξιοδοτικά ταμεία, ιδιωτικά επενδυτικά ταμεία και άλλες οντότητες θα προσκληθούν επίσης στο ταμείο. Ο στόχος είναι να συγκεντρωθούν έως και 3-5 δισεκατομμύρια ευρώ.[24]
Το ταμείο θα συμμετέχει, σε εμπορική βάση, σε έργα υποδομής συνολικής αξίας έως και 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ οι ανάγκες της περιοχής των Τριών Θαλασσών εκτιμάται σε πάνω από 570 δισεκατομμύρια ευρώ. Στόχος του είναι να ενεργοποιήσει άλλες πηγές χρηματοδότησης, όπως πόρους μεμονωμένων χωρών της περιοχής ή κονδύλια της ΕΕ.
Πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Τάλιν το 2020, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, δεσμεύθηκε να χρηματοδοτήσει έως ένα δισεκατομμύριο δολάρια για το Ταμείο Επενδύσεων.[32]