Δυναμική για τη διαφοροποίηση του πολιτικού τοπίο και την αναδιάταξη του κομματικού σκηνικού τόσο στη ΝΔ όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων και τον προσδιορισμό του πλαισίου για την τεκνοθεσία και την παρένθετη μητέρα.
Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ως μια προαναγγελθείσα αναμέτρηση συντηρητικών – προοδευτικών και απόδειξης της αποφασιστικότητας του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναλάβει το πολιτικό κόστος, ειδικά απέναντι σε μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση. Ωστόσο, μια πιο κοντινή ματιά στις εξελίξεις καταδεικνύει ένα πιο σύνθετο σκηνικό.
Τα βασικά σενάρια είναι δύο, τα οποία μπορεί να είναι αντιφατικά ή και παραπληρωματικά, αναλόγως των πολιτικών χειρισμών. Πριν όμως από τα σενάρια απαιτείται η οριοθέτηση της μεγάλης εικόνας: Ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών μπορεί να αποτελεί το πρώτο -ιδεολογικού χαρακτήρα- crash test της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν θα είναι όμως το μόνο. Ακολουθεί σειρά θεμάτων για τα πανεπιστήμια, τη Συμφωνία των Πρεσπών και την επαναπροσέγγιση και την επόμενη ημέρα με την Τουρκία.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο εσωκομματικός φραξιονισμός θα μπορούσε να αποτελέσει προοίμιο για τα όσα θα ακολουθήσουν σε σοβαρότερα ζητήματα. Παράλληλα, όμως, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα sandbox για την εκδήλωση και αντιμετώπιση των εσωκομματικών και γενικότερων παραταξιακών αντιδράσεων.
Η πρόταση Μητσοτάκη για αποχή και οι υπομνήσεις για παραίτηση υπουργών, η αντίδραση Σαμαρά και η τοποθέτηση Βορίδη, σκιαγραφούν τις δυνάμεις που επιδρούν στη διαδικασία επαναπροσδιορισμού του κομματικού πλαισίου στη Νέα Δημοκρατία. Στον ΣΥΡΙΖΑ, η κατάσταση είναι πιο πολύπλοκη, καθώς οι αρχηγικές εξάρσεις του Στέφανου Κασσελάκη, οι προστακτικές και η ανάγκη του Παύλου Πολάκη να συντηρήσει τα ερείσματά του με λαϊκιστικές κορώνες εγείρουν νέα ερωτηματικά για τον πολιτικό και ιδεολογικό προσανατολισμού του κόμματος.
Στη Νέα Δημοκρατία
Το μήνυμα που έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πολύ προσεκτικά μελετημένο, προσφέροντας διέξοδο. Ο πρωθυπουργός απέφυγε την ιδεολογική πόλωση, χαλάρωσε τα δεσμά της κομματικής πειθαρχίας και χρησιμοποίησε την τακτική της δημιουργικής ασάφειας για το υπουργικό Συμβούλιο και το κυβερνητικό σχήμα εν γένει.
Βέβαια, καλά πληροφορημένες πηγές και δεύτερες φωνές σημειώνουν ότι μπορεί να μην υπάρχει απειλή καρατόμησης υπουργών τώρα, αλλά οι διαφοροποιήσεις καταγράφονται στο “πολιτικό μητρώο” και θα αξιολογηθούν εν καιρώ.
Ζήτημα γεννάται όμως με την υψηλών τόνων αντίδραση του Αντώνη Σαμαρά. Ο πρώην πρωθυπουργός διαμήνυσε ότι διαφωνεί με το νομοσχέδιο και ότι δεν σκοπεύει να πάει την “εύκολη διέξοδο” της αποχής από την ψηφοφορία στη Βουλή που υπέδειξε ως λύση ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Εδώ γεννάται το ερώτημα: Αν ο κ. Σαμαράς είναι τόσο σκληρά αντίθετος με ένα κοινωνικό ζήτημα, τί θα πράξει θα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και τα εθνικά θέματα, που είναι πυρηνικά για τον ίδιο;
Αν και πολιτικά το βάρος πέφτει στους υπουργούς και τους υφυπουργούς, που προεξάρχοντος του Μάκη Βορίδη θα απέχουν ή θα καταψηφίσουν, στρατηγικά το ενδιαφέρον εστιάζεται στην ευρύτερη κοινοβουλευτική ομάδα και τον Αντώνη Σαμαρά. Εκεί θα κριθεί αν πρόκειται για ad hoc ιδεολογική διαφοροποίηση ή αν αυτή έχει και χαρακτηριστικά πολιτικού φραξιονισμού. Στο πρώτο σενάριο, οι βουλευτές που θα καταψηφίσουν ή θα απέχουν θα χάσουν τη θέση τους στην επετηρίδα για την εισαγωγή τους στη ν κυβέρνηση και θα βρεθούν στη μοίρα των κυβερνητικών που θα διαφοροποιηθούν. Αν όμως τελικά δημιουργηθούν προϋποθέσεις πολιτικής φράξιας, όσοι εκ των βουλευτών ενταχθούν σε αυτή μπορεί να έχουν ισχυρότερες πιθανότητες ένταξης στην κυβέρνηση, εφόσον το Μαξίμου κρίνει σκόπιμη τη διάσπαση της ομάδας αυτής.
Σε κάθε περίπτωση το σκηνικό στη ΝΔ και την κυβέρνηση παραμένει ρευστό και για κάποιους μπορεί να εξελιχθεί σε κινούμενη άμμο. Η προοπτική όμως εσωκομματικής φράξιας μπορεί να συγκρατήσει τη λαϊκή δεξιά και την ακροδεξιά που έχει ενταχθεί στη ΝΔ, από το να αναζητήσουν έκφραση σε άλλους σχηματισμούς. Κάτι τέτοιο θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο, αλλά θεωρείται πρακτικά δύσκολο να εμπιστευτεί σε έναν τέτοιο ρόλο τον Αντώνη Σαμαρά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και ο Μάκης Βορίδης όμως δεν είναι απόλυτα ασφαλές στοίχημα, δεδομένου ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να εκδηλώσει αρχηγικές φιλοδοξίες.
Η πειθαρχία
Η αόριστη αναφορά του πρωθυπουργού, που δεν έλυνε τον γρίφο τι θα γίνει εάν κάποιο μέλος της κυβέρνησης απέχει ή καταψηφίσει το νομοσχέδιο, δεν έγινε τυχαία. Το προηγούμενο διάστημα στο Μέγαρο Μαξίμου, στις κλειστές συσκέψεις όπου συζητήθηκε το θέμα της πειθαρχίας, οι επιλογές που έπεσαν στο τραπέζι ήταν τρεις:
- Να υπάρξει απόλυτη ελευθερία και στους υπουργούς χωρίς κυρώσεις, μια πρόταση που απορρίφθηκε εν τη γενέσει της, καθώς θα έστελνε λάθος μήνυμα και θα δημιουργούσε φοβερές ανισορροπίες στο εσωτερικό της Κ.Ο
- Να δώσει το δικαίωμα να αποφασίσουν και οι υπουργοί, όπως οι βουλευτές, κατά συνείδηση, και
- Να αποφασιστεί πως όποιος παρεκκλίνει της κυβερνητικής γραμμής φεύγει αυτομάτως από την κυβέρνηση.
Με την τοποθέτησή του ο πρωθυπουργός έδειξε πως επέλεξε την πρώτη επιλογή για τους εξής δύο λόγους: αφενός ο ίδιος απέφυγε να εμφανιστεί πολύ σκληρός σε ένα θέμα που διχάζει την Κοινοβουλευτική Ομάδα, αφετέρου θέλησε με αυτόν τον τρόπο να μετρήσει τις αντιδράσεις των στελεχών του.
Τα πρόσωπα
Οσον αφορά τα πρόσωπα που ανήκουν στο υπουργικό συμβούλιο και κλίνουν προς την αποχή ή την καταψήφιση είναι τα εξής:
- ο Μάκης Βορίδης, που έχει δηλώσει πως για λόγους συνείδησης δεν θα το ψηφίσει.
Από εκεί και πέρα στους υφυπουργούς που έχουν ενστάσεις, αλλά περιμένουν να δουν αναλυτικά το νομοσχέδιο, είναι
- ο Γιάννης Κεφαλογιάννης,
- η Μαρία Κεφάλα,
- ο Κωνσταντίνος Κυρανάκης και
- ο Σταύρος Κελέτσης, που ζήτησε τη γνώμη της επιτροπής Βιοηθικής για να αποφασίσει.
Οσον αφορά τους απλούς βουλευτές, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα, καθώς η απόφασή τους εξαρτάται από διαφορετικές παραμέτρους, που έχουν εκλογικά και τοπικά κίνητρα. Ιδιαίτερα στην περιφέρεια οι πιέσεις που δέχονται από τους πολίτες είναι πολύ πιο άμεσες, ενώ η σχέση με την Εκκλησία παίζει τον δικό της ισχυρό ρόλο. Κρίσιμο είναι σε πολλές περιπτώσεις και το τι θα πράξει ο εσωκομματικός αντίπαλος στην ίδια περιφέρεια, αλλά και το κατά πόσο τρέφουν φιλοδοξία να υπουργοποιηθούν στο μέλλον.
Τί θα κάνουν οι βουλευτές
Πηγές του Μαξίμου φαίνεται να ενθαρρύνουν αυτό το σκεπτικό, λέγοντας πως η στάση των βουλευτών σ’ αυτό το νομοσχέδιο θα ληφθεί υπόψη για πιθανή είσοδό τους στο μέλλον στο κυβερνητικό σχήμα. Βασικό κριτήριο θα παίξουν και οι εσωτερικές αντιπαλότητες ανά νομό. Για παράδειγμα, την ώρα που ο Σταύρος Καλαφάτης ως γραμματέας της Ν.Δ. και η Ελενα Ράπτη ως υφυπουργός θα υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο, ο αντίπαλός τους στην Α΄ Θεσσαλονίκης, Κώστας Γκιουλέκας, κλίνει προς καταψήφιση, διατηρώντας έτσι την απήχησή του στο πιο συντηρητικό κοινό. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά σε όλη την Ελλάδα.
Ενδεικτικά στην Α΄ Αθηνών πλην των υπουργών Κυριάκου Πιερρακάκη, Ολγας Κεφαλογιάννη και Βασίλη Κικίλια που θα υπερψηφίσουν, υπέρ τάσσονται και ο Νικήτας Κακλαμάνης με τον Αγγελο Συρίγο. Στα βόρεια, οι υπουργοί Κωστής Χατζηδάκης, Αδωνις Γεωργιάδης, Νίκη Κεραμέως, Δημήτρης Καιρίδης και Νίκος Παπαθανάσης θα υπερψηφίσουν, με τον Θοδωρή Ρουσόπουλο και τη Ζωή Ράπτη να ανήκουν στην κατηγορία των αναποφάσιστων.
Στα νότια, πλην των υπουργών Δένδια και των υφυπουργών Βούλτεψη, Θεοχάρη και Σπανάκη, υπέρ τάσσονται οι Τάκης Θεοδωρικάκος και Διονύσης Χατζηδάκης. Η Αννα Καραμανλή έχει δηλώσει πως είναι κατά, ενώ ερωτηματικό αποτελεί η στάση του Γιάννη Καλλιάνου. Στα δυτικά, πλην του υπουργού Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και της γραμματέως του κόμματος Μαρίας Συρεγγέλα, υπέρ θα ταχθούν και οι Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, Γιάννης Λοβέρδος. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν η Α΄ και η Β΄ Πειραιώς. Στην Α΄ είναι η υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου και ο μέχρι πρότινος υφυπουργός Κώστας Κατσαφάδος, που ανήκει στη δεξιά πτέρυγα. Ο Κατσαφάδος είναι κατά, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες προσανατολίζεται προς την αποχή καθώς δεν θέλει να δημιουργήσει πρόβλημα στην κυβέρνηση.
Στη Β΄ Πειραιώς, ενστάσεις για το νομοσχέδιο έχει ο Δημήτρης Μαρκόπουλος. Αξιοσημείωτο «παιχνίδι» γίνεται στην Αν. Αττική. Εκεί η υπουργός Σοφία Ζαχαράκη θα είναι εκ των βασικών υποστηρικτών και ο Μάκης Βορίδης ο μοναδικός έως τώρα υπουργός που έχει ταχθεί ευθέως εναντίον. Το ποιος θα έχει οφέλη από αυτό το powergame θα φανεί. Την ίδια ώρα, ο Στέλιος Πέτσας εκφράζει προβληματισμούς και ζυγίζει την απόφασή του.
Η Βόρεια Ελλάδα
Στην Α΄ Θεσσαλονίκης, ο Στράτος Σιμόπουλος έχει αποφασίσει να απέχει, «απέναντι» στην επικρατούσα επιλογή της περιφέρειάς του. Αντίρροπες δυνάμεις αναπτύσσονται και στην περιφέρεια, όπου οι διαφωνούντες είναι πιο… φανατικοί από ό,τι στην Αθήνα. Εξαίρεση αποτελεί η Ηλεία, όπου Δημήτρης Αβραμόπουλος, Διονυσία Αυγερινοπούλου και ο άρτι υφυπουργοποιηθείς Ανδρέας Νικολακόπουλος θα ψηφίσουν υπέρ. Αντίθετα, στη Μεσσηνία, όλοι οι «γαλάζιοι» θα καταψηφίσουν. Στην Αχαΐα, ο Ανδρέας Κατσανιώτης είναι κατά, «κόντρα» σε Χριστίνα Αλεξοπούλου και Ιάσονα Φωτήλα που είναι πιο θετικοί, ενώ ο Θανάσης Δαβάκης στη Λακωνία επίσης κινείται προς το όχι.
Πιο δύσκολα για την κυβέρνηση είναι τα πράγματα στη Μακεδονία και στη Θράκη, όπου υπάρχει πολύ συντηρητικό κοινό, ενώ η Νίκη και η Ελληνική Λύση πιέζουν δημοσκοπικά τη Ν.Δ. Πλην Θεσσαλονίκης, οι περισσότεροι βουλευτές της Βόρειας Ελλάδας τάσσονται κατά. Παράδειγμα οι Ευριπίδης Στυλιανίδης και Κώστας Γκιουλέκας που έχουν δηλώσει ήδη πως θα το καταψηφίσουν. Εξαίρεση αποτελούν οι Σέρρες, όπου οι Κώστας Καραμανλής, Τάσος Χατζηβασιλείου κινούνται υπέρ. Από την άλλη, υπάρχουν διαφόρων ειδών άτυπες «ομαδοποιήσεις». Για παράδειγμα, οι δύο νέοι σε ηλικία υφυπουργοί Γιάννης Κεφαλογιάννης και Κωνσταντίνος Κυρανάκης έχουν ίδιους προβληματισμούς με τους ίδιας γενιάς βουλευτές Αλέξανδρο Μαρκογιαννάκη και Κώστα Κεφαλογιάννη. Οι βουλευτές λένε πως αν υπάρξουν διευκρινίσεις στο θέμα της τεκνοθεσίας θα ψηφίσουν το νομοσχέδιο.
Τα κουκιά
Στο Μαξίμου σκιαγραφούν το σκηνικό που θα δημιουργηθεί στη Βουλή κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου, προσπαθώντας να διαμορφώσουν σενάρια για την πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, η έγκριση νομοσχεδίων απαιτεί την πλειoψηφία των παρόντων βoυλευτών, η oπoία όμως δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 75 βουλευτές. Με βάση τους υπολογισμούς του Μαξίμου, αυτή τη στιγμή, το νομοσχέδιο θα το ψηφίσουν περίπου 100 βουλευτές της Ν.Δ. Ο στόχος είναι, από τους περίπου 60 που είναι προβληματισμένοι, όσοι δεν μπορούν να το υπερψηφίσουν, τουλάχιστον να απέχουν, κάτι που ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε «αξιοπρεπή στάση».
Στα υποθετικά λοιπόν σενάρια ακόμη και 30 βουλευτές να απέχουν, αμέσως το όριο πέφτει στους 136. Αν μάλιστα απέχουν και περίπου 10 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, όπως λένε οι πληροφορίες, το όριο πέφτει στους 131. Η εκτίμηση του Μαξίμου είναι πως το νομοσχέδιο θα «περάσει σε κάθε περίπτωση», το ζήτημα είναι όμως να περάσει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πλειοψηφία.