Σκηνικό σύγκρουσης εξουσιών διαμορφώνεται στην Πολωνία καθώς το Συνταγματικό Δικαστήριο, που απαρτίζεται από Δικαστές που διόρισε το ακροδεξιό κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης, μπλοκάρει έλεγχο της Βουλής στον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Πολωνίας, στο οποίο κυριαρχούν δικαστές που διορίστηκαν από τον πρώην κυβερνών εθνικιστικό κόμα, αποφάσισε ότι η Βουλή δεν μπορεί να ελέγξει τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας, ούτε να τον δικάσει σε ειδικό δικαστήριο, ένα νέο πλήγμα για τη νέα κυβέρνηση.
Η φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ, που βρίσκεται στην εξουσία λιγότερο από ένα μήνα, έχει βάλει στο στόχαστρο τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Άνταμ Γλαπίνσκι, σύμμαχο του αντιπολιτευόμενου κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη, υποβάλλοντάς τον ενδεχομένως στο δίκη— αν και ο Τουσκ έχει πρόσφατα αμβλύνει αυτή τη θέση.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο είπε ότι οι νομοθέτες δεν μπορούν να καρατομήσουν τον ενεργεία διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες και θα πρέπει να ψηφίσουν νόμο που απαιτεί πλειοψηφία τριών πέμπτων στο κοινοβούλιο για να περάσει η πρόταση.
Η απόφαση αποτελεί ένδειξη της αναταραχής δικαστικό σώμα της χώρας, καθώς η κυβέρνηση Τουσκ αγωνίζεται να αντιστρέψει τις αλλαγές που εισήχθησαν κάτω από τον προκάτοχό του. Το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη προσπάθησαν κατά τη διάρκεια της οκταετούς διακυβέρνησης της Πολωνίας να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο της Δικαιοσύνης, των media καθώς και των κρατικών ιδρυμάτων. Οι κινήσεις προκάλεσαν την οργή και πολυεπίπεδη αντίδραση της ΕΕ.
Ο Τουσκ και οι σύμμαχοί του κατηγορούν τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζα της Πολωνίας για παρατυπίες στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που καταδεικνύουν ότι οι αποφάσεις λαμβάνονταν με κομματικά κριτήρια.