Σε ειδική συνεδρίαση, εν μέσω αργίας, θα συζητήσει το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ την έφεση του Ντόναλντ Τραμπ στην απόφαση του Δικαστηρίου του Κολοράντο, ενώ θα υπεισέλθει στην ουσία της, όπως ανακοίνωσε.
Το ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο δέχθηκε χθες Παρασκευή να εξετάσει την υπόθεση που αφορά το εάν και κατά πόσον ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δικαίωμα να είναι υποψήφιος για την προεδρία σε 10 μήνες, μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην πολιτεία Κολοράντο στα τέλη του περασμένου μήνα. Σύμφωνα με την απόφαση ο πρώην πρόεδρος δεν δύναται να συμπεριληφθεί στα ψηφοδέλτια των Ρεπουμπλικάνων στις εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη του υποψηφίου για την προεδρία.
Εμπλεκόμενο άμεσα στην —άκρως πολιτική— υπόθεση αυτή, το Ανώτατο Δικαστήριο, όπου οι συντηρητικοί έχουν καθαρή πλειοψηφία (6-3), ανήγγειλε πως θα εξετάσει την έφεση την 8η Φεβρουαρίου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η έφεση Τραμπ στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Κολοράντο έχει ανασταλτικό χαρακτήρα, που συνεπάγεται ότι μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης από το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο, τα ψηφοδέλτια θα πρέπει να συμπεριλάβουν το όνομα του Ντόναλντ Τραμπ τόσο στο Κολοράντο, όσο και στο Μέιν.
Ο μεγιστάνας, αδιαφιλονίκητο φαβορί της εσωκομματικής διαδικασίας των Ρεπουμπλικάνων ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου, προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο —στο οποίο ο ίδιος τοποθέτησε τρία μέλη κατά τη διάρκεια της θητείας του— ζητώντας να αποφανθεί για το ζήτημα.
Το Crisis Monitir έχει εγκαίρως αναδείξει τη δυναμική του Ντόναλντ Τραμπ, επισημαίνοντας τον αντίκτυπο των διώξεων και των πάσης φύσεως εμποδίων, στην υποψηφιότητά του. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το σύνολο των δικαστικών του εξόδων καλύπτονται από τα έσοδα της Καμπάνιας του και όχι από ίδια κεφάλαια.
Οι αποφάσεις σε Κολοράντο και Μέιν
Τη 19η Δεκεμβρίου, το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο και κατόπιν, την 28η Δεκεμβρίου, η υπουργός Εσωτερικών του Μέιν αποφάσισαν να απαγορεύσουν στον Ντόναλντ Τραμπ να είναι υποψήφιος στην εσωκομματική ψηφοφορία του GOP. Οι αποφάσεις αυτές χαρακτηρίστηκαν ιστορικές.
Και στις δύο περιπτώσεις, το επιχείρημα στο οποίο βασίστηκε η λήψη των αποφάσεων είναι πως ο δισεκατομμυριούχος είναι ακατάλληλος για το κορυφαίο αξίωμα διότι ενεπλάκη σε «ανταρσία» όταν έγινε η αιματηρή επίθεση οπαδών του στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021, δυνάμει του άρθρου 3 της 14ης τροπολογίας του Συντάγματος των ΗΠΑ.
Το φλέγον ερώτημα
Η 14η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος υιοθετήθηκε το 1868· στο στόχαστρο την εποχή βρίσκονταν οι οπαδοί της Συνομοσπονδίας, οι Νότιοι που ηττήθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο της απόσχισης (1861-1865), ώστε να αποκλείονται από κάθε δημόσιο αξίωμα όσοι, ενώ είχαν ορκιστεί να υπερασπίζονται το Σύνταγμα, διέπραξαν «ανταρσία» ή «στάση».
Είναι όμως η τροπολογία εφαρμοστέα στην υπόθεση του Ντόναλντ Τραμπ; Αυτό είναι το φλέγον ερώτημα για το οποίο καλείται να αποφανθεί το ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο.
Κατά την επιχειρηματολογία του Ντόναλντ Τραμπ και της ομάδας των δικηγόρων του, αν η απόφαση που έλαβε η δικαιοσύνη στο Κολοράντο εφαρμοστεί, «θα σημάνει την πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ που το δικαστικό σύστημα εμποδίζει τους ψηφοφόρους να καταθέσουν την ψήφο τους υπέρ βασικού υποψηφίου μεγάλου κόμματος για την προεδρία».
Κατ’ αυτούς, μόνο αρμόδιο για να πάρει αποφάσεις για το ζήτημα είναι το Κογκρέσο.
Οι δικηγόροι του κ. Τραμπ επιχειρηματολόγησαν ακόμη πως το άρθρο 3 της 14ης τροπολογίας δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωσή του, αφού ήταν ακόμη πρόεδρος την 6η Ιανουαρίου 2021, καθώς και ότι τα γεγονότα εκείνης της ημέρας δεν ήταν «εξέγερση» και ο μεγιστάνας «επ’ ουδενί συμμετείχε σε εξέγερση».
Εκατοντάδες οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ είχαν επιτεθεί τότε στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο, ναό της αμερικανικής δημοκρατίας, για να εμποδίσουν την τυπική επικύρωση στο Κογκρέσο της νίκης του αντιπάλου του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2020.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρώην πρόεδρος και οι πιο παθιασμένοι υποστηρικτές του εξακολουθούν να διατείνονται, χωρίς να παρουσιάζουν καμιά απόδειξη, πως εκείνος ήταν ο νικητής των προεδρικών εκλογών του 2020.