Αν το 2023 ήταν δύσκολο, σε επίπεδο προβλέψεων, το 2024 δεν θα είναι ευκολότερο. Τα ρίσκα της χρονιάς που φεύγει παραμένουν, ενώ σε αυτά προστίθενται νέα, εντείνοντας τις αβεβαιότητες, που υπό τη σκιά του ακριβότερου -πλέον- χρήματος, δημιουργούν δυναμική περαιτέρω “ευαισθητοποίησης” των αγορών, που συνεπάγεται ευκολότερους… πανικούς.
Το 2024, η τεχνητή νοημοσύνη και οι ωκεανοί θα αναδυθούν ως νέα ζητήματα που θα παρακινούν τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό και τη δυναμική των κανονιστικών ρυθμίσεων.
Για να ευδοκιμήσουν σε αυτή τη νέα εποχή, οι εταιρίες πρέπει να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα, τις στρατηγικές, τις αλυσίδες εφοδιασμού και τα σχέδια βιωσιμότητας.
Ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό του γεωπολιτικού περιβάλλοντος το 2024 θα είναι η πολυπολικότητα. Ένας μεγαλύτερος αριθμός ισχυρών παραγόντων θα διαμορφώσει ένα όλο και πιο περίπλοκο παγκόσμιο σύστημα. Ως μεγάλες δυνάμεις, η ΕΕ, οι ΗΠΑ και η Κίνα θα συνεχίσουν να διαμορφώνουν το παγκόσμιο επιχειρησιακό περιβάλλον με ριζικούς τρόπους. Γεωπολιτικά, χώρες όπως η Ινδία, η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία, η Νότια Αφρική και η Βραζιλία που δεν είναι ειδικά ευθυγραμμισμένες με καμία μεγάλη δύναμη ή μπλοκ, θα αποκτήσουν μεγαλύτερη επιρροή στη διεθνή ατζέντα.
Μεγάλες και καταλυτικές εκλογικές αναμετρήσεις από την Ταϊβάν τον Ιανουάριο μέχρι τις ΗΠΑ το Νοέμβριο και τις ευρωεκλογές, δημιουργούν προοπτική αναμόρφωσης του τοπίου. Ο επίμονος κίνδυνος του κατακερματισμού της Ευρώπης, με την ενδυνάμωση της ακροδεξιάς σε Ουγγαρία, Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία, υπονομεύουν την προοπτική εξέλιξης της ηπείρου και την οδηγούν σε παγίδα εσωστρέφειας, επιτρέποντας σε άλλους παίχτες να καθορίσουν τη διεθνή γεωπολιτική και γεωοικονομική ατζέντα. Το ρίσκο τεχνολογικής αποσύνδεσης ΗΠΑ – Κίνας και ενδεχόμενων εξάρσεων στη Νότια Σινική Θάλασσα μπορεί να υπονομεύουν τόσο το διεθνές εμπόριο όσο και την ισόρροπη ανάπτυξη και ρύθμιση τεχνολογιών όπως το AI.
Το 2023 ήταν αναμφίβολα μια δύσκολη χρονιά, γεμάτη απρόοπτα και απρόβλεπτες καταστάσεις. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έγινε ενδημικός, η σύρραξη στη Γάζα δεν είχε τον αναμενόμενο διεθνή αντίκτυπο, η αύξηση των επιτοκίων δεν σταμάτησε το ράλι στα χρηματιστήρια και η επανάκαμψη της Κίνας δεν ήταν όσο επιθετική αναμενόταν.
Mικρότερες χώρες και οι μη κρατικοί φορείς θα εκμεταλλευτούν επίσης ευκαιρίες για να επαναπροσδιορίσουν τα όρια ή να διαμορφώσουν με άλλο τρόπο τη γωνιά τους στο γεωπολιτικό πολυσύμπαν. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι γεωπολιτικές συγκρούσεις που έχουν φουντώσει σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου μπορεί να είναι μόνο η αρχή.
De-risking και ο κίνδυνος κατακερματισμού στην εφοδιαστική αλυσίδα
Το δεύτερο καθοριστικό χαρακτηριστικό της γεωστρατηγικής το 2024 θα είναι το de-risking. Η πανδημία του COVID-19 και ο πόλεμος στην Ουκρανία τόνισαν τις παγκόσμιες εξαρτήσεις των χωρών και τις προκλήσεις για την επίτευξη ανθεκτικότητας με το just-in-
time delivery και με τις παγκοσμιοποιημένες αλυσίδες εφοδιασμού – ειδικά όταν η παραγωγή ήταν συγκεντρωμένη σε μικρό αριθμό αγορών.
Οι κυβερνήσεις ανταποκρίθηκαν επαναλαμβάνοντας ή επεκτείνοντας την εξάρτησή τους από τη βιομηχανική πολιτική. Επιδιώκουν να προωθήσουν μεγαλύτερη εγχώρια παραγωγή κρίσιμων προϊόντων. Σε ορισμένες αγορές, ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός έχει ήδη ενσωματωθεί σε αυτές τις βιομηχανικές πολιτικές. Θα δούμε περισσότερη από αυτή τη ρητή σύνδεση μεταξύ της οικονομικής πολιτικής και των πολιτικών εξωτερικής ή εθνικής ασφάλειας το επόμενο έτος.
Το Crisis Monitor έχει εγκαίρως επισημάνει τους κινδύνους του derisking για την παγκόσμια και περιφερειακή ανάπτυξη.
Ο ανταγωνισμός για το AI
Με βάση τη δυναμική της το 2023, η γεωπολιτική της τεχνητής νοημοσύνης θα γίνει πιο σημαντική το 2024. Οι κυβερνήσεις θα αγωνιστούν για να ρυθμίσουν την τεχνητή νοημοσύνη για να μειώσουν τις πιθανότητες κοινωνικοπολιτικών κινδύνων. Αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα προσπαθήσουν ταυτόχρονα να προωθήσουν την εγχώρια καινοτομία της τεχνητής νοημοσύνης για να ανταγωνιστούν γεωπολιτικά. Σαν αποτέλεσμα,
Η τεχνητή νοημοσύνη θα είναι μια κεντρική δυναμική στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας. Το 2024, η ταυτόχρονη διττή κούρσα για την καινοτομία και τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης θα επιταχύνει τη στροφή προς ξεχωριστά γεωπολιτικά μπλοκ.
Οι κίνδυνοι
Κι ενώ η επόμενη ημέρα του πολέμου στην Ουκρανία θα κριθεί μεταξύ Λευκού Οίκου και Κρεμλίνου, μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, δεν ισχύει το ίδιο για τη σύρραξη στη Μέση Ανατολή. Η ολοκληρωτική ισοπέδωση της Γάζας από το Ισραήλ, η ανασφάλεια Νετανιάχου και η διάχυση της έντασης στην περιφέρεια, δημιουργούν προϋποθέσεις μακρόσυρτης σύγκρουσης, με εξάρσεις και υφέσεις, και εντείνουν τον κίνδυνο μετάστασης εστιών του στην Ευρώπη.
Oι αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου είναι το σημαντικότερο γεγονός του 2024 στη διεθνή ατζέντα, καθώς η αναμέτρηση προοιωνίζεται αμφίρροπη και η προοπτική μιας νέας εκλογικής νίκης του Ντόναλντ Τραμπ προβληματίζει τη διεθνή κοινότητα.
Νέοι εμπορικοί πόλεμοι, επιφυλακτικότητα έναντι του ΝΑΤΟ, ξενοφοβική ρητορική στο εσωτερικό και απόσυρση από διεθνείς συμφωνίες και δομές στο εξωτερικό είναι μερικές από τις πιθανές εξελίξεις, σε περίπτωση επικράτησης του Τραμπ επί του Τζο Μπάιντεν.
Πλέον κεντρική θέση στο μιξ των κινδύνων καταλαμβάνουν και τα επιτόκια. Όσο περισσότερο παραμένουν ψηλά, τόσο μεγαλύτερο το πλήγμα στην ανάπτυξη. Επίσης, σε πολλές περιοχές ανοίγει η συζήτηση για την αποδοχή πληθωρισμού υψηλότερου από τον μεσοσταθμικό στόχο του 2%, ως κανονικότητα. Κάτι τέτοιο θα είχε ευρείες επιπτώσεις ακόμα κι αν δεν έχει αντίστοιχη εφαρμογή.
Η πορεία προς ένα νέο διεθνές γεωοικονομικό status quo έχει πλέον καταστεί μη-αναστρέψιμη. Εντός του Ιανουαρίου αναμένεται η εισδοχή Αιγύπτου, Αιθιοπίας, Ιράν, Εμιράτων και ενδεχομένως της Αργεντινής στα BRICS. Μπορεί ο άμεσος αντίκτυπος να είναι περιορισμένος, τουλάχιστον σε οικονομική κλίμακα, ο οργανισμός όμως αποκτά νέα δυναμική, επιρροή και απεύθυνση. Σίγουρα δεν αποτελεί αντίπαλο δέος για τους G7 το ΔΝΤ ή την Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά αναδεικνύεται σε αντίβαρο για την οικονομική επιρροή ΗΠΑ και ΕΕ σε συγκεκριμένες περιοχές.
Trump Effect revisited
Κι εκεί που ο κόσμος νόμιζε ότι ξεμπέρδεψε με τον Τραμπ το 2020, το 2024 βρίσκει τον λαϊκιστή, διωκόμενο δισεκατομμυριούχο τέως πρόεδρο να διεκδικεί εκ νέου την προεδρία και μάλιστα με αξιώσεις. Ακόμα και να χάσει, η υποψηφιότητα Τραμπ καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ατζέντα, αναγκάζοντας τον Μπάιντεν να μετατοπιστεί σε πολλά ζητήματα, από το τείχος με το Μεξικό, μέχρι την κλιματική αλλαγή και την εξόρυξη πετρελαίου.
Στο μεταξύ, ο Μπάιντεν αποδεικνύεται αποτυχία. Μπορεί η απασχόληση να ενισχύθηκε επί των ημερών του, όμως ο υψηλός πληθωρισμός και οι συνέπειες των αυξήσεων στα επιτόκια είναι βαριές για τη μέση οικογένεια. Καθώς ο κατακερματισμός και η πόλωση κυριαρχούν στο πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ με τους Ρεπουμπλικάνους και τους Δημοκρατικούς να επιχειρούν να αλλάξουν επιθετικά και από τα παρασκήνια την ατζέντα, οι οίκοι αξιολόγησης υποβαθμίζουν και προειδοποιούν τις ΗΠΑ για το χρέος.
Ο Λευκός Οίκος θα δυσκολευτεί να πάρει από το Κογκρέσο το πράσινο φως για περαιτέρω χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία, εξωθώντας τον Μπάιντεν να αναζητήσει άλλους τρόπους για να συνδράμει οικονομικά το Κίεβο. Κι ενώ μια νίκη Μπάιντεν θα σημάνει συνέχεια στην εξωτερική πολιτική της Ουάσιγκτον, το αντίθετο σενάριο δεν αποκλείεται να οδηγήσει τις ΗΠΑ εκτός συμφωνίας Παρισιού για το κλίμα και να βάλει τέλος στην αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία. Ο Τραμπ θα μπορούσε εξάλλου να εκτοξεύσει απειλές για δασμούς εναντίον της Ε.Ε. και της Κίνας, να διαρρήξει τις σχέσεις του με ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, ενώ η Ρωσία μάλλον θα ερμήνευε την επανεκλογή του ως ιδανική ευκαιρία να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία με τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη.
Το Μεσανατολικό
Το Ισραήλ θα δυσκολευτεί να βρει έναν αξιόπιστο εταίρο για τη διακυβέρνηση της Γάζας και η Παλαιστινιακή Αρχή θα απαιτήσει επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για τη λύση των δύο κρατών, τις οποίες όμως δεν έχει εντολή να πραγματοποιήσει η σημερινή κυβέρνηση, στην οποία κυριαρχούν ακροδεξιά στοιχεία. Αντ’ αυτού, το Ισραήλ θα κληθεί να αναλάβει την ανοικοδόμηση και πολιτική διοίκηση της Λωρίδας της Γάζας, τη στιγμή που απομεινάρια της Χαμάς θα συνεχίσουν να επιτίθενται στις ισραηλινές δυνάμεις τόσο στη Γάζα όσο και στη Δυτική Οχθη, όπου θα στρέψει τις δραστηριότητές της η οργάνωση μαζί με τον Λίβανο και τη Συρία.
Αν και τόσο η Χεζμπολάχ όσο και το Ιράν θα επιχειρήσουν να αποτρέψουν επιθέσεις που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν έναν νέο μεγάλο περιφερειακό πόλεμο, οι σποραδικές επιθέσεις είναι πιθανό να οδηγήσουν το Ισραήλ σε διευρυμένες μυστικές ή και όχι μυστικές επιχειρήσεις στα σύνορα με τον Λίβανο και τη Συρία.
Επιπλέον, οι ισραηλινές επιχειρήσεις στη Γάζα θα είναι διπλωματικά απομονωμένες και αντιδημοφιλείς, θα αφήσουν «παγωμένη» τη διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας – Ισραήλ και θα επιτείνουν τις αμερικανικές επικρίσεις για την πολιτική της ισραηλινής κυβέρνησης. Το Stratfor εκτιμά επίσης ότι η κυβέρνηση Νετανιάχου θα δώσει μάχη για να κρατηθεί στην εξουσία λόγω της διογκούμενης δυσαρέσκειας στο εσωτερικό του Ισραήλ, με την κατάρρευσή της να αποτελεί το πιθανότερο σενάριο.
Κίνα και Ινδία
Οι αναλυτές προβλέπουν τώρα επιβράδυνση της Κίνας το 2024, ενώ το 2023 απέτυχε να πιάσει τους αναπτυξιακούς στόχους, σε περιβάλλον συντονισμένης επιβράδυνσης. Για τις αναπτυσσόμενες αγορές οι επιπτώσεις της επιβράδυνσης θα είναι διαχειρίσιμες. Αν και τα ρίσκα για την επόμενη χρονιά είναι μεγαλύτερα από τους συνήθεις κινδύνους. Η κινεζική οικονομία αναμένεται να τρέξει με ρυθμό 4-5%, κυρίως λόγω της προοπτικής περαιτέρω νομισματικής χαλάρωσης από τη Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας.
Στην Ινδία, το κόμμα του Ναρέντρα Μόντι αναμένεται να κερδίσει τις εκλογές την Άνοιξη, καθώς η δημοτικότητα του BJP παραμένει υψηλή. Ωστόσο, η προεκλογική εκστρατεία είναι πιθανό να σημαδευτεί από βίαια επεισόδια, καθώς το ινδουιστικό εθνικιστικό κόμμα αρέσκεται να υποκινεί τον θρησκευτικό διχασμό για ψηφοθηρικούς λόγους. Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής η Ινδία θα συνεχίσει τη συνεργασία με τις ΗΠΑ για να διασφαλίσει την περιφερειακή σταθερότητα κατά μήκος της περιοχής Ινδίας – Ειρηνικού και να αντισταθμίσει την αυξανόμενη κινεζική επιρροή.
Συνεπώς, το 2024 η Ινδία και οι ΗΠΑ θα καλλιεργήσουν τις στρατιωτικές τους σχέσεις και την αμυντική τους συνεργασία. Παρά τους εν δυνάμει περιορισμούς –όπως οι παραδοσιακές σχέσεις Ινδίας – Ρωσίας και η αναχαίτιση απόπειρας δολοφονίας εναντίον Αμερικανοκαναδού Σιχ αυτονομιστή σε αμερικανικό έδαφος– τα εμπόδια αυτά δεν πρόκειται να πλήξουν ή να διακόψουν τις διμερείς σχέσεις της Ουάσιγκτον με το Νέο Δελχί.
Τέλος, οι σινοϊνδικές σχέσεις αναμένεται να παραμείνουν ένα σύνθετο μείγμα οικονομικής συνεργασίας και ανταγωνισμού, με πεδίο σύγκρουσης την άσκηση επιρροής στην περιοχή.
Οι προσδοκίες
Παρά τις μάλλον δυσοίωνες προβλέψεις, η συντριπτική πλειονότητα της παγκόσμιας κοινής γνώμης, το 70%, πιστεύει ακράδαντα ότι το 2024 θα είναι μια καλύτερη χρονιά σε σχέση με το 2023.
Το ποσοστό αυτό των αισιόδοξων πολιτών του κόσμου είναι 5% υψηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2023. Ταυτόχρονα, όμως, η απειλή της κλιματικής αλλαγής έχει αρχίσει να εδραιώνεται στο συλλογικό υποσυνείδητο. Μετά το 2023, που ήταν η θερμότερη χρονιά στην Ιστορία, το 81% των ερωτηθέντων σε 34 χώρες προβλέπει ότι το θερμόμετρο θα ανεβεί ακόμη ψηλότερα το 2024.