Η διασφάλιση ενός μέλλοντος με χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα δεν είναι μόνο απαραίτητη αλλά και καλή για την οικονομία, σύμφωνα με τα τελευταία κλιματικά σενάρια από το Network for Greening the Financial System, μια ομάδα 127 κεντρικών τραπεζών και χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών που εργάζονται για τη διαχείριση των κλιματικών κινδύνων και την τόνωση των πράσινων επενδύσεων.
Τα δεδομένα του NGFS δημοσιεύθηκαν στις αρχές Δεκεμβρίου, ενόψει της COP28 στο Ντουμπάι, όπου ηγέτες από όλο τον κόσμο προσπάθησαν -με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα- να σφυρηλατήσουν συμφωνία σχετικά με τον τρόπο πρόληψης της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Όπως δείχνει το Chart of the Week του ΔΝΤ, η ομαλή μετάβαση στο net zero έως το 2050 θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα το παγκόσμιο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν να είναι 7% υψηλότερο από ό,τι με τις τρέχουσες πολιτικές. Εδώ βέβαια χωράει πολλή συζήτηση για τους ωφελούμενους, τη διάχυση του πρόσθετου πλούτου και τη δυναμική συγκέντρωσής του, αυτό όμως αποτελεί ζήτημα διαφορετικής ανάλυσης.
η ομαλή μετάβαση στο net zero έως το 2050 θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα το παγκόσμιο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν να είναι 7% υψηλότερο από ό,τι με τις τρέχουσες πολιτικές.
Η φετινή χρονιά θα είναι η θερμότερη που έχει καταγραφεί, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό. Ενώ οι θερμοκρασίες αυξάνονται άνισα σε όλο τον κόσμο, κατά μέσο όρο είναι πάνω από 1,2 βαθμούς Κελσίου από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Οι οικονομικοί και χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι αυξάνονται επίσης. Ήδη η Βασιλεία και η BIS έχουν εκπονήσει μοντέλα που η ΕΚΤ επεξεργάζεται ώστε να υποβάλλει σε κλιματικά stress tests τις τράπεζες, οι οποίες -όπως δήλωσε και ο Γιάννης Στουρνάρας- θα αναγκαστούν σύντομα να διενεργούν προβλέψεις για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής.
Τα μοντέλα NGFS δείχνουν ότι η ξηρασία και οι καύσωνες είναι η μεγαλύτερη πηγή κινδύνου σε όλες τις περιοχές. Συγκεκριμένα, χώρες της Ευρώπης και της Ασίας είναι περισσότερο εκτεθειμένες στον καύσωνα, ενώ χώρες της Αφρικής, της Βόρειας Αμερικής και η Μέση Ανατολή είναι πιο ευάλωτες στην ξηρασία.
Το ισοζύγιο των επιπτώσεων
Η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη ζήτηση από τις υψηλότερες τιμές άνθρακα και το ενεργειακό κόστος. Αλλά αυτά μπορούν να αντισταθμιστούν εν μέρει με την ανακύκλωση των εσόδων από άνθρακα σε κρατικές επενδύσεις και χαμηλότερους φόρους απασχόλησης. Το πιο σημαντικό, η μείωση των εκπομπών θα περιορίσει τις φυσικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Αυτό αμβλύνει το μακροοικονομικό κόστος.
Η μετάβαση σε μια καθαρά μηδενική οικονομία θα απαιτήσει σημαντικές επενδύσεις στην πράσινη ηλεκτρική ενέργεια και την αποθήκευση ενέργειας. Ο τρόπος με τον οποίο οι οικονομίες προσεγγίζουν την πραγματοποίηση αυτής της επένδυσης δημιουργεί αντισταθμίσεις πολιτικής, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στο Fiscal Monitor του ΔΝΤ τον Οκτώβριο.
Ποιοί και πως παρακολουθούν τη μετάβαση
Το NGFS, που ιδρύθηκε το 2017, στοχεύει να ενισχύσει την παγκόσμια ανταπόκριση στην επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού και να βοηθήσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα να διαχειριστεί τους κινδύνους. Τα κλιματικά σενάρια, τα οποία είναι ευθυγραμμισμένα με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, συμπληρώνουν εκείνα άλλων διεθνών οργανισμών, όπως η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.
Το ΔΝΤ είναι ένας από τους 20 διεθνείς οργανισμούς που είναι παρατηρητές του NGFS και συμβάλλει ενεργά στον σχεδιασμό και την ανάλυση του σεναρίου.
Η επιλογή και η απεικόνιση βασικών δεικτών από τα κλιματικά σενάρια NGFS επιμελείται από το ΔΝΤ στον πίνακα ελέγχου δεικτών κλιματικής αλλαγής.