Πόσο καλά η ελληνική οικονομία; Σύμφωνα με τον Economist η Ελλάδα είναι η χώρα που το 2023 εμφάνισε σωρευτικά τη μεγαλύτερη βελτίωση και δεν έχει άδικο, απλώς φωτίζει τη μια μόνο πλευρά του φεγγαριού…
Στην αθέατη πλευρά του φεγγαριού κάνει πάντα κρύο και σκοτάδι. Η ελληνική οικονομία είναι κατακερματισμένη:
Τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων αυξάνονται, η ανεργία μειώνεται, το χρέος υποχωρεί και πολύ χρήμα μπαίνει στη χώρα. Αυτή είναι η φωτεινή πλευρά. Στη σκοτεινή, το brain drain συνεχίζεται, οι πραγματικές θέσεις εργασίας είναι λιγότερες από το 2009, το χρέος έχει αυξηθεί σε ονοματικές τιμές και το επενδυτικό χάσμα διευρύνεται, με τη χώρα να οδηγείται πρακτικά σε αποεπένδυση.
Η ανεργία υποχωρεί σταθερά, πέφτοντας ακόμη και κάτω από το 10% -μετά από 14 χρόνια-, η κυβέρνηση περνά νόμο για την νομιμοποίηση μεταναστών στη βάση της ανάγκης προσέλκυσης εργατών γης, όπου υπάρχει έλλειμμα προσωπικού. Την ανάγκη για προσωπικό “διαδηλώνουν” και οι κατασκευαστικές εταιρίες, δηλώνοντας αδυναμία να ανταποκριθούν στην έκταση του κατασκευαστικού αντικειμένου λόγω της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού. Η πληθυσμός της χώρας όμως μειώνεται, τόσο από την υπογεννητικότητα, όσο και από την συνεχιζόμενη εκροή νέων.
Η Ελλάδα θα κληθεί σύντομα να αντιμετωπίσει πολλαπλά ελλείματα που θα προκύπτουν από την επενδυτική και εργατική απομόχλευση της χώρας. Για την ώρα, η κρίση του covid και ο πακτωλός κεφαλαίων από το Ταμείο ανάκαμψης εξωράισαν την πραγματικότητα. Καθώς όμως η πλημμυρίδα ευρωπαϊκών κεφαλαίων θα υποχωρεί και η ώρα τις αποπληρωμής των δανείων θα πλησιάζει, το αναπτυξιακό θαύμα θα αρχίσει να προσομοιάζει με φούσκα, η οποία ιδανικά θα ξεφουσκώσει, αλλά το ενδεχόμενο να σκάσει δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Τί συμβαίνει
Σίγουρα το brain drain έχει ανακόψει ρυθμούς και η κατάσταση απέχει παρασάγγας από αυτό που συνέβαινε τα χρόνια της κρίσης, Τότε όμως η Ελλάδα βίωνε τις συνέπειες της εσωτερικής υποτίμησης, σήμερα διολισθαίνει. Οι νέοι συνεχίζουν να φεύγουν, όχι όμως αμέσως μετά τις σπουδές, αλλά όταν έρχεται η ώρα της προαγωγής, τότε οι τίτλοι μπορεί να αλλάξουν, οι μισθοί όμως δεν ανεβαίνουν επαρκώς ώστε να είναι σε θέση οι νέοι να εξασφαλίσουν αυτόνομα το επιθυμητό επίπεδο διαβίωσης,
Αυτό το φαινόμενο αποτελεί στρέβλωση. Η ανεργία μειώνεται γιατί περί τους 300 χιλ ανέργους έχουν αφαιρεθεί από τα μητρώα, καθώς η Στατιστική Αρχή μετέβαλε τη μέθοδο υπολογισμού του ενεργού πληθυσμού. Παράλληλα, οι νέοι που φεύγουν για το εξωτερικό ή δουλεύουν απομακρυσμένα για ξένες επιχιερήσεις δεν καταγράφονται στα μητρώα ανέργων. Άρα στην πραγματικότητα τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ καταγράφουν μόνο ένα σκέλος της πραγματικότητας.
Από την άλλη πλευρά, οι ποιοτικές μετρήσεις δείχνουν χαμηλότερους μισθούς, περισσότερες ώρες εργασίας, υποχρησιμοποίηση ανθρώπινου κεφαλαίου και glass seiling στην άνοδο των γυναικών σε διοικητικές και εκτελεστικές θέσεις στις εταιρίες και την κυβέρνηση…
Την ίδια στιγμή οι καταστροφές από τις φωτιές και τις πλημμύρες έχουν απονευρώσει την επαρχία, η οποία ζει βασιζόμενη σε εισοδηματικές ενισχύσεις και με εν μέσω αβεβαιότητας. Καθώς η πρωτογενής παραγωγή έχει υποχωρήσει, αυτό αντικατοπτρίζεται στις εξαγωγές, που ιδιαίτερα μετά την αφαίρεση των καυσίμων, υποχωρούν και μάλιστα ραγδαία.
Το επενδυτικό κενό
Το αναπτυξιακό θαύμα της Ελλάδας βασίζεται στα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης, τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στο ΑΕΠ και κατ επέκταση στο λόγω του χρέους προς το ΑΕΠ. Με τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα να παραμένουν στα προ-δεκαετίας επίπεδα και τις τριετίες παγωμένες, η υπεραξία που παράγεται από τις επιχειρήσεις, που επιστρέφουν ή διευρύνουν την κερδοφορία τους, μεταφέρεται στους μετόχους και μάλιστα με μειωμένο συντελεστή φορολόγησης.
Με τη λογική των trickle down economics αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει σε νέες επενδύσεις που θα υποστήριζαν τη διατήρηση της ανοδικής δυναμικής. Ούτε αυτό συνέβη όμως: Η Τράπεζα της Ελλάδος κατέβασε τον πήχη για την ανάπτυξη το 2023 από το 3 στο 2,4%, επίπεδο που προβλέπεται να διατηρήσει και για το 2025 και 2026. Ο πληθωρισμός την ίδια περίοδο θα παραμείνει πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ για 2%, όπου αναμένεται να υποχωρήσει το 2026.
Το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε από την κρίση χρέους είναι τόσο μεγάλο που με τον υφιστάμενο ρυθμό νέων επενδύσεων, η ελληνική οικονομία οδηγείται πρακτικά σε αποεπένδυση. Όπερ σημαίνει ότι στν επόμενη φάση του οικονομικού κύκλου και μετά την επίδραση της μαζικής εισροής κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια γηρασμένη και εκτός ανταγωνισμού βιομηχανία, έναν αποστεωμένο επενδυτικό ιστό και την ανεργία να καλπάζει ξανά.
Τα στοιχεία για το επενδυτικό κενό, την πραγματική ανεργία, την εκροή ανθρώπινου κεφαλαίου και την αποστράγγιση των επενδυτικών αποθεματικών παρουσιάζουν πολλές μελέτες διεθνών οργανισμών όπως το ΔΝΤ και οι μεγάλες ελεγκτικές εταιρίες, καθώς και ελληνικών πανεπιστημίων.
Η αγορά εργασίας
Η εικόνα της απασχόλησης στην Ελλάδα δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού. Οι θέσεις εργασίας παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, στα 4,257 εκατομμύρια άτομα και αφετέρου, είναι σημαντικά μειωμένη, κατά περίπου 300.000 εργαζόμενους, σε σχέση με τον αριθμό των απασχολούμενων (4,551 εκατ.) κατά τον Αύγουστο του 2009.
Γεγονός που καταδεικνύει ότι το πρόβλημα στην αγορά εργασίας είναι πολυδιάστατο και απαιτούνται ουσιαστικά αναπτυξιακά μέτρα που θα οδηγήσουν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σε αύξηση των μισθών και, βέβαια, σε αύξηση του εργατικού δυναμικού, επαναπατρίζοντας σημαντικό αριθμό εργαζόμενων που εγκατέλειψαν τη χώρα.
Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής είναι άλλωστε αποκαλυπτικά. Δείχνουν ότι οι απασχολούμενοι ανήλθαν τον Οκτώβριο σε 4.257.939 άτομα, σημειώνοντας αύξηση κατά 145.353 εργαζόμενους σε σχέση τον Οκτώβριο του 2022 (+3,5%), αλλά και κατά 55.348 εργαζόμενους (+1,3%) σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα, Σεπτέμβριο.
Αυτό δείχνουν και τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, για το ποσοστό απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Συγκεκριμένα, ενώ στην Ευρωζώνη παρατηρήθηκε αύξηση κατά 0,6% και στις χώρες της ΕΕ κατά 0,5%, η Ελλάδα συγκαταλέγεται σε μία από τις τέσσερις χώρες στις οποίες καταγράφηκε μείωση (-0,3%). Αλλά και τα στοιχεία του προϋπολογισμού δείχνουν πως και τον επόμενο χρόνο θα συνεχιστεί η σημαντική επιβράδυνση στον ρυθμό αύξησης των απασχολούμενων από το +2,5% το 2022, στο +1,4% το 2023 και στο μόλις +0,9% το 2024.
Όπως επισημαίνει μάλιστα πρόσφατη έκθεση της Alpha Βank, παρά την τάση δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας που υπαγορεύεται από την ισχυρή δυναμική των επενδύσεων, το ποσοστό της ανεργίας προσεγγίζει το φυσικό του επίπεδο, δηλαδή εκείνο που οφείλεται στη διαρθρωτική ανεργία και όχι σε διαταραχές του οικονομικού κύκλου.
Πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας παρατηρούνται στις γυναίκες, στα άτομα ηλικίας έως 24 ετών, στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει έως λίγες τάξεις του Δημοτικού. Το μεγαλύτερο ποσοστό εργατικού δυναμικού παρατηρείται στους άνδρες, στα άτομα ηλικίας 30-44 ετών, στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και στα άτομα ξένης ιθαγένειας.
Οι τάσεις στην αγορά εργασίας
Τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού», δηλαδή όσοι δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 4.264.694. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών ανέρχονται σε 3.032.538. Το ποσοστό τους μειώθηκε κατά 0,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 0,9% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Κατά το Γ’ τρίμηνο του 2023, το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (69,1%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (20,0%).
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 6,6%, μειωμένο κατά 10,5% σε σχέση με το Β’ τρίμηνο του έτους και κατά 8,8% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Αντίθετα, αυξήθηκαν οι θέσεις προσωρινής εργασίας, με το ποσοστό πλέον να φθάνει το 8,1% (+5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο).
Τα επαγγέλματα
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό απασχολουμένων είναι η παροχή υπηρεσιών και πωλητές (22,6%) και οι επαγγελματίες (21,6%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (3,4%) ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους τεχνικούς και ασκούντες συναφή επαγγέλματα (2,6%).
Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (8%) ενώ η μεγαλύτερη μείωση στους τεχνικούς και ασκούντες συναφή επαγγέλματα (3,6%).
Την ίδια ώρα, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν πως ένας στους 5 εργαζόμενους εργάζεται πάνω από 48 ώρες την εβδομάδα. Συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (49,2%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40-47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (21,0%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (77,1%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες κατά την εβδομάδα αναφοράς.