Την προοπτική πληρωμής μερισμάτων για τις τράπεζες ξεκλείδωσε -όπως όλα δείχνουν- περιορίστηκαν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις του “πυλώνα 2”, ενώ η οργανική κερδοφορία έχει εκτοξευθεί και η βιωσιμότητά της θεωρείται βέβαιη.
Ενδείξεις ότι το κλίμα για τη διανομή μερισμάτων, από τις ευρωπαϊκές και κατ’ επέκταση και τις ελληνικές τράπεζες, ωριμάζει παρείχε σε συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων από τα stress tests SREP ο SSM.
Το σκηνικό φαίνεται βελτιωμένο, καθώς μειώθηκαν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για τον Πυλώνα 2, γεγονός που σημαίνει ότι «χαλαρώνουν» οι κεφαλαιακές ανάγκες για τις ελληνικές τράπεζες. Αυτό βέβαια είναι αποτέλεσμα της μείωσης του αποθέματος NPE’s, της αποδοχής της πρόβλεψης για περιορισμένο ρυθμό δημιουργίας νέων και κατ’vεπέκταση των χαμηλότερων αναγκών για προβλέψεις. Συνδυαστικά, τα παραπάνω περιορίζουν κεφαλαιακές ανάγκες και κεφάλαια για τον Πυλώνα 2
Ως εκ τούτου, οι εξελίξεις εκλαμβάνονται ως πρώιμη έγκριση του επόπτη για διανομή μερισμάτων. Βέβαια, ανοιχτό παραμένει πάντα το ζήτημα της αναβαλλόμενης φορολογίας, αλλά δεν φαίνεται ικανό να ανακόψει τη δυναμική επιστροφής στην κανονικότητα.
Η ποιοτική στροφή της ΕΚΤ
Η ΕΚΤ ενέτεινε τις προσπάθειές της προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι τράπεζες ανέλαβαν δράση για την αντιμετώπιση των ευρημάτων που παρέμεναν σε εκκρεμότητα και των μέτρων που τους είχαν επιβληθεί. Εξέδωσε μέτρα ποιοτικού χαρακτήρα, βασική συνιστώσα της εποπτικής εργαλειοθήκης της, πρωτίστως για να αντιμετωπίσει τις ανεπάρκειες που σχετίζονται με την εσωτερική διακυβέρνηση, τη διαχείριση πιστωτικού κινδύνου και τον κεφαλαιακό προγραμματισμό. Οι τράπεζες πρέπει να συνεχίσουν να δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην εσωτερική διακυβέρνηση, καθώς σε τρεις στις τέσσερις τράπεζες έχουν επιβληθεί μέτρα για την αντιμετώπιση ανεπαρκειών σε αυτόν τον τομέα. Το μεταβαλλόμενο μακροχρηματοπιστωτικό περιβάλλον οδήγησε σε σημαντική αύξηση των μέτρων που εκδόθηκαν για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ρευστότητας και ο κίνδυνος επιτοκίου στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο.
Για τις ελληνικές τράπεζες οι απαιτήσεις για το Pillar 2 διαμορφώνονται ως εξής:
- Alpha Bank για κάθε μια από τις χρονιές 2022-2024
- Eurobank: 3% για το 2022, 2,75% για το 2023 και 2,75% για το 2024
- Εθνική Τράπεζα: 3% για το 2022, 3% για το 2023 και 2,75% για το 2024
- Πειραιώς: 3% για κάθε μια από τις χρονιές 2022-2024
Τα αποτελέσματα των stress test
Τα αποτελέσματα της SREP δείχνουν ότι οι τράπεζες έχουν εύρωστες θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας και αυξημένη κερδοφορία, γνωστοποίησε σήμερα ο SSM σε ανακοίνωσή του.
Η SREP αποτελεί βασική δραστηριότητα των ευρωπαϊκών αρχών τραπεζικής εποπτείας, η οποία τους επιτρέπει να αξιολογούν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και τον τρόπο με τον οποίο τους διαχειρίζονται. Με βάση τα αποτελέσματα της SREP, η ΕΚΤ προσδιορίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και εκδίδει μέτρα ποιοτικού χαρακτήρα για να διορθωθούν οι ανεπάρκειες της κάθε τράπεζας. Το αποτέλεσμα της SREP λαμβάνεται επίσης υπόψη στις εποπτικές προτεραιότητες της ΕΚΤ για την επόμενη τριετία.
Ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ εξακολούθησε να είναι εύρωστος και ανθεκτικός το 2023, γνωστοποιεί ο SSM στην ανακοίνωσή του. Κατά μέσο όρο, οι τράπεζες διατήρησαν εύρωστες θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας, σε επίπεδο πολύ υψηλότερο από τις κανονιστικές απαιτήσεις. Η κερδοφορία των τραπεζών επανήλθε σε επίπεδα που δεν είχαν καταγραφεί εδώ και πάνω από μια δεκαετία, ενισχύοντας την ικανότητά τους να αντεπεξέρχονται σε εξωτερικές διαταραχές, όπως έδειξαν τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ του 2023.
Οι κίνδυνοι
Οι υποτονικές μακροοικονομικές προοπτικές, ωστόσο, και οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης παραμένουν πηγή κινδύνου για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Η ταχεία αύξηση των επιτοκίων συνέβαλε στην ενίσχυση της συνολικής κερδοφορίας των τραπεζών, αλλά αυτή η επίδραση θα μειωθεί καθώς οι τράπεζες θα μετακυλίουν τα υψηλότερα επιτόκια στους καταθέτες. Ταυτόχρονα, τα υψηλότερα επιτόκια συνέβαλαν στον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο αποτίμησης και τον κίνδυνο ρευστότητας. Η αναταραχή στις αγορές τον Μάρτιο του 2023 επισήμανε ακριβώς πόσο σημαντική είναι για τον τραπεζικό τομέα η αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου επιτοκίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, η μέση βαθμολογία SREP παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερή σε 2,6 (με εύρος από 1 έως 4), καθώς η βαθμολογία του 70% των τραπεζών ήταν ίδια όπως και το 2022, η βαθμολογία του 14% των τραπεζών επιδεινώθηκε και η βαθμολογία του 15% των τραπεζών βελτιώθηκε.