Ερωτηματικά και δεύτερες σκέψεις προκαλεί η δυναμική της αλβανικής υποψηφιότητας για την ΕΕ, τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται -στο εσωτερικό τουλάχιστον- να αντιτίθεται σφόδρα θέλοντας να εισάγει την υπόθεση Μπελέρη ως παράγοντα στο πολυμερές ισοζύγιο, εγείροντας ανησυχίες για την ποιότητα του Κράτους Δικαίου.
Την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας με την ΕΕ προωθούν δυναμικά Κομισιόν και Γερμανία, την οποία υποστηρίζει και η Ιταλία, ενώ ακόμα και η Γαλλία δεν έχει δείξει να αντιτίθεται, παρά τις ενστάσεις της Ελλάδας που σχετίζονται με την υπόθεση Μπελέρη.
Αν και η Αθήνα φαίνεται να αντιδρά σφόδρα απειλώντας ακόμη και με veto, στην Ευρώπη η αντίσταση αυτή δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη απήχηση. Ιδιαίτερα στο διευθυντήριο ακόμη και η πάντα σκεπτική Γαλλία δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις ελληνικές θέσεις, ενώ ούτε η Κύπρος έχει δείξει διάθεση να ευθυγραμμιστεί με τις ελληνικές θέσεις. Υπ΄ αυτό το πρίσμα εγείρονται εύλογα ερωτηματικά για το ενδεχόμενο είτε το διπλωματικό και πολιτικό κεφάλαιο της Ελλάδας και του Κυριάκου Μητσοτάκη προσωπικά να έχουν αδυνατίσει τόσο, είτε η Αθήνα ακολουθεί διαφορετική επικοινωνιακή πολιτική εντός και διαφορετική εκτός… κάτι που έχει συμβεί κατά κόρον στο πρόσφατο και απώτερο παρελθόν.
Στις Βρυξέλλες, που διεξάγεται η ιστορική Σύνοδος Κορυφής, ενδεχόμενη σθεναρή αντίθεση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας θα μπορούσε να υπονομεύσει τον ρόλο της χώρας στην Ευρύτερη βαλκανική περιοχή, οδηγώντας σε αναβάθμιση της Τουρκίας και της Βουλγαρίας ως περιφερειακών παικτών. Ενδεχόμενη περαιτέρω σκλήρυνση ων ελληνικών θέσεων και της στάσης της χώρας στα όργανα της ΕΕ έθετε αυτομάτως την ελληνική κυβέρνηση στην πλευρά του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος έχει αντιτεθεί στην προοπτική εισόδου της Ουκρανίας εν μέσω πολέμου. Ωστόσο, ο ίδιος έχει δείξει ανοιχτός να επανεξετάσει τη στάση του εφόσον η ΕΕ επιδείξει διάθεση να ξεπαγώσει κονδύλια που έχει μπλοκάρει για ις παρεμβάσεις στο Κράτος Δικαίου.
Στην Ελλάδα, το ζήτημα Μπελέρη έχει υποβαθμιστεί επικοινωνιακά και ανασύρεται ad hoc σε επίπεδο καταγραφής των εξελίξεων. Οι τόνοι από κυβερνητικής πλευράς έχουν πέσει και ούτε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, ούτε η υφυπουργός Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου θέτουν το θέμα δημοσίως. Στα social media το θέμα αναδεικνύουν πρόσωπα και ομάδες που συσχετίζονται με τις Ένοπλες Δυνάμεις, έχουν ερείσματα και αναφορές σε υπερ-δεξιές και ακροδεξιές ομάδες, είτε όσοι κάνουν κριτική στην κυβέρνηση.
Από Γερμανικής πλευράς η υπόκλιση του συνολικού μπροστά στο εθνικό σε ζητήματα ευρωπαϊκής πολιτικής και ασφάλειας αποτελεί έναν ακόμη λόγο για την προώθηση της αναθεώρησης του δικαιώματος της αρνησικυρίας. Την προοπτική αυτή στηρίζει και η Κομισιόν, καθώς θα οδηγήσει σε ευκολότερες διαπργματεύσεις και θα ενισχύσει την ευελιξία και αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης. Κάτι τέτοιο όμως θα περιορίσει δραματικά τη συγκριτική ισχύ μικρών χωρών, ενώ υπονομεύει την ισονομία της ΕΕ.
Διεθνώς, η καταγεγραμμένη αδυναμία της Αθήνας να πιέσει αποτελεσματικά τα Τίρανα αποτελεί σαφή ένδειξη ότι είτε δεν διαθέτει ικανό πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο, είτε δεν ήθελε να το δαπανήσει σε αυτό το ζήτημα. Θα μπορούσε να αποτελεί και ένδειξη απονεύρωσης του υπουργείου Εξωτερικών, αλλά αυτό είναι σενάριο που θα ήγειρε ανησυχία, ιδιαίτερα ενόψει διαπραγματεύσεων με την Τουρκία.
Αντιπαράθεση Σολτς – Μητσοτάκη
Μεταξύ άλλων, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς μίλησε ακόμη και για απόφαση με ειδική πλειοψηφία, ώστε να παρακαμφθεί το βέτο της Ελλάδας για την Αλβανία. Μάλιστα, πρέπει να σημειωθεί ότι η στάση της Ελλάδας μπλοκάρει και την έναρξη των διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία, υπονομεύοντας τις διμερείς σχέσεις.
Απαντώντας εμμέσως στις αναφορές του κ. Σολτς, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε χθες στη Σύνοδο Ε.Ε. – Δυτικών Βαλκανίων την πάγια θέση της Ελλάδας ότι το θέμα ανάληψης καθηκόντων από τον Φρέντι Μπελέρη και το δικαίωμά του σε μια δίκαιη δίκη δεν αποτελούν διμερές ζήτημα Ελλάδας – Αλβανίας, αλλά θέμα σεβασμού του κράτους δικαίου, που είναι η κορωνίδα της ενταξιακής διαδικασίας. Ενώ πρόσθεσε ότι η Ελλάδα επιθυμεί ειλικρινά την επίλυση αυτού του ζητήματος καθώς υπήρξε και παραμένει πρωτεργάτης της ενταξιακής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων.
Η τοποθέτηση του κ. Σολτς, ανοιχτά υποστηρικτική ως προς τα Τίρανα, καταγράφεται λίγες ώρες πριν από τη σημερινή έναρξη της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες, από το προσχέδιο συμπερασμάτων της οποίας έχει αφαιρεθεί η Αλβανία ως αποτέλεσμα της αντίδρασης της Αθήνας, που ήρθε, βεβαίως, μετά την επίδειξη αδιαλλαξίας της κυβέρνησης Ράμα να μην παραχωρήσει στον Μπελέρη ούτε περιορισμένη άδεια ορκωμοσίας για το αξίωμα του δημάρχου Χειμάρρας.
Ο Γερμανός καγκελάριος έκανε λόγο για απόφαση της Ε.Ε. ακόμη και με ειδική πλειοψηφία που θα ακύρωνε τη δυνατότητα βέτο – Εμμένει στις θέσεις της η Αθήνα.
«Οταν μια χώρα έχει προχωρήσει σε εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις, όπως π.χ. στην περίπτωση της Αλβανίας, πρέπει αυτό να αναγνωρίζεται, διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος για εκτεταμένες συνέπειες συνολικά στη διαδικασία διεύρυνσης, κάτι που δεν μπορούμε να επιτρέψουμε», ήταν η σχετική αποστροφή του κ. Σολτς στην ομιλία του στην Μπούντεσταγκ για τον προϋπολογισμό. Ο κ. Σολτς απέφυγε να κάνει οποιαδήποτε αναφορά στην υπόθεση Μπελέρη, αλλά άφησε αιχμές για την Ελλάδα λέγοντας ότι «είναι ο καιρός να δούμε όλοι τη μεγάλη εικόνα και αυτό ισχύει τόσο για τις υποψήφιες χώρες όσο και για τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.».