Βαρύ αλλά αμυντικό πρόγραμμα επενδύσεων υλοποιεί η ACS στοχεύοντας στην ενίσχυση της δυναμικότητας και την βελτιστοποίηση των διαδικασιών, στοχεύοντας στη δημιουργία εσωτερικής αξίας και την επίτευξη σταθερών ρυθμών ανάπτυξης.
Ετήσια ανάπτυξη με ρυθμούς της τάξης του 10% μεσοσταθμικά και επενδυτικό πρόγραμμα 50 εκατ. στην πενταετία ανακοίνωσε η διοίκηση της ACS. Η εταιρία εστιάζει στην ενίσχυση της εσωτερικής αξίας με τον περιορισμό του κόστους και τη βελτιστοποίηση της λειτουργικής απόδοσης, τόσο σε επίπεδο υποδομών – διαδικασιών, όσο και εργαζομένων.
Ειδικότερα, η διοίκηση της ACS, στο πλαίσιο της παρουσίασης του κέντρου διαλογής στην Πέτρου Ράλλη, ανακοίνωσε ότι δίνει έμφαση στην αναβάθμιση του δικτύου της, μέσω της εγκατάστασης 1000 lockers και περαιτέρω ενίσχυση του last mile, στο οποίο είχε μείνει πίσω, προϋπολογισμού 15 εκατ., ενώ παράλληλα προωθεί -πιλοτικά- τον εμπλουτισμό του στόλου της με ηλεκτρικά αυτοκίνητα και μηχανάκια.
Η διοίκηση της ACS και του ομίλου InfoQuest επιβεβαίωσε το διαρκές ενδιαφέρον για deals και εξαγορές, ενώ διευκρίνισε η εξαγορά του Κωτσόβολου είναι συμφέρουσα μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες και όρους.
Το προφίλ της ACS
Η εταιρεία έχει το 25% της αγοράς ταχυμεταφορών, που υπολογίζεται στη χώρα μας στα 500 εκατ. ευρώ. Στόχος είναι η αύξηση του ποσοστού αυτού μέσα από νέες επενδύσεις αλλά και αξιοποιώντας τις νέες δυνατότητες που δίνει το νέο κέντρο διαλογής, που είναι πλήρως αυτοματοποιημένο και δίνει τη δυνατότητα κάλυψης των αναγκών της εταιρείας για τα επόμενα 10-15 χρόνια.
Απαντώντας σε ερώτηση για την πιθανότητα αυξήσεων στα τιμολόγια, ο διευθύνων σύμβουλος της Quest κ. Γεωργαντζής τόνισε ότι για το 2023 δεν τίθεται τέτοιο θέμα αλλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για τη νέα χρονιά, σημειώνοντας ότι τα κόστη έχουν εκτοξευθεί έως και 60%.
Η εταιρία, με το νέο κέντρο διαλογής έχει ενισχύσει σημαντικά το capacity, ενώ έχει περιθώρια μεγάλης ανάπτυξης τα προσεχή χρόνια χωρίς περαιτέρω επενδύσεις. Παράλληλα, όμως η πλήρης λειτουργικότητα του κέντρου διαλογής θα οδηγήσει σε μεσοσταθμική μείωση του λειτουργικού κόστους κατά 20% συγκριτικά, ενισχύοντας σημαντικά την εσωτερική αξία.