Ενώ το Χρηματιστήριο της Αθήνας φαίνεται έτοιμο να πανηγυρίσει την αναβάθμισε της οικονομίας σε επενδυτική βαθμίδα, από την DBRS, που αντανακλά μια σειρά προιουσών εξελίξεων, η οικονομία βιώνει διαδοχικά, συστημικά σοκ, τα οποία υπονομεύουν μεσοπρόθεσμα την αναπτυξιακή δυναμική και αυξάνουν το πολιτικό ρίσκο.
Η Ελλάδα αποδεικνύεται εξαιρετικά ευάλωτη σε κλιματικά στρες, τα οποία φαίνεται να πυκνώνουν. Ταυτόχρονα, οι κρίσεις αναδεικνύουν ελλείμματα ηγεσίας, αντανακλαστικών, επάρκειας και δυσλειτουργία ακόμα και στους πλέον βασικούς μηχανισμούς ανακούφησης. Τα στοιχεία αυτά, παραγνωρίζονται χρηματιστηριακά, καθώς η αγορά επικεντρώνει σε διαφορετικά ζητήματα και καθοδηγείται από την προσήλωση των επενδυτών σε εξω-οικονομικούς κύκλους αποδόσεων και μια σειρά από projects που έχουν δρομολογηθεί και δεν επηρεάζονται βραχυχρόνια από τις κρίσεις και τον αντίκτυπό τους.
Οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες το 2023 προκάλεσαν την καταστροφή 1,7 εκατ. καμένα και 750 χιλ. πλημμυρισμένα στρέμματα . Παράλληλα όμως, καταστράφηκε μεγάλο μέρος της φυτικής και ζωικής γραμμής, σε τέσσερις συνολικά νομούς. Σε συνδυασμό με την καταστροφή της Εύβοιας το 2021 και της Αττικής, η ζημιά σε εθνικό επίπεδο σε περιβάλλον και οικονομία είναι εκθετικά μεγάλη. Ήδη, το άμεσο κόστος από τις πυρκαγιές υπολογίζεται στα 2 δισ., από τις πλημμύρες υπερβαίνει το 1,5 δισ. και το Ταμείου Φυσικών Καταστροφών δεν έχει λεφτά. Η Εύβοια έχει ξεχαστεί και ο πρωθυπουργός ανέβαλε την επίσκεψη στον Έβρο. Μόνο από τις πλημμύρες έχουν χαθεί έως 18.000 ζώα, ενώ πολλαπλάσιες είναι οι επιπτώσεις από τις πυρκαγιές.
Οι κίνδυνοι φυσικών καταστροφών στην Ελλάδα, στα περισσότερα country profiles, είνα πειρορισμένοι, ενώ οι εκθέσεις του Disaster Risk Management Knowledge Centre της ΕΕ διαπιστώνουν επάρκεια μέσων αντιμετώπισης και υποδομών. Όπως αποδεικνύεται όμως, τα σενάρια αυτά είναι εκτός τόπου και χρόνου, χρησιμοποιήθηκαν όμως στην αξιολόγηση, παρέχοντας την επίφαση ολιστικής προσέγγισης και επάρκειας. Όταν η πραγματικότητα όμως διαψεύδει τις εκτιμήσεις, τότε οι αγορές -ακόμα και ετεροχρονισμένα- αντιδρούν βίαια…
Αλυσιδωτές εκρήξεις
Το παραγόμενο προϊόν υποχωρεί, αναπόφευκτα, μειώνεται η εγχώρια πρωτογενής παραγωγή, σε μια περίοδο κρίσης πληθωρισμού, με τις τιμές των τροφίμων να καλπάζουν για πάνω από δύο χρόνια με ρυθμό υψηλότερο του 10%. Αυτό σημαίνει ότι αφενός η πληθωριστική κρίση θα παραταθεί και θα ενταθεί και αφετέρου ότι ενδεχόμενο έλλειμμα προσφοράς -που θεωρείται βέβαιο- θα καλυφθεί από εισαγωγές, σε υψηλότερες τιμές. Όπερ σημαίνει ότι θα επβαρυνθεί έτι περαιτέρω το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Συνεπώς βραχυχρόνια η χώρα αντιμετωπίζει κρίση υποβάθμισης βιοτικού επιπέδου, ενώ μεσοπρόθεσμα θα βρεθεί μπροστά στην ανάγκη νέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και συμφωνιών που θα επιτρέψουν την εισαγωγή χαμηλότερης ποιότητας πρώτων υλών και τροφίμων.
Ταυτόχρονα, όμως, οι αλλεπάλληλες καταστροφές υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή. Η διαφαινόμενη επιδοματική αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας, έχει αποδεδειγμένα υπονομεύσει μεσομακροπρόθεσμα το συνολικό ύψος της πρωτογενούς παραγωγής. Η αδυναμία του κράτους να διαχειριστεί αποτελεσματικά προβλήματα φυσικών καταστροφών στην ήπειρο και οι συνεπακόλουθες πολιτικές, ενισχύουν τον κίνδυνο νέου κύματος αστυφιλίας και εγκατάλεψης της υπαίθρου.
Πολιτικό ρίσκο και αξιοπιστία
Κατ επέκταση, ο κίνδυνος κοινωνικών αναταραχών, ανόδου λαϊκιστικών μορφωμάτων που θα αποσταθεροποιήσουν το πολιτικό σκηνικό είναι υπαρκτός. Η αξιοπιστία της χώρας στο εξωτερικό είναι μεν σε καλύτερα επίπεδα, η κατάρρευσή της όμως, έχει αποδειχθεί ότι είναι εύκολη.
Η αποδεδειγμένα δυσλειτουργική κυβέρνηση, η κατακερματισμένη και εσωστρεφής αντιπολίτευση, μαζί με ένα ιδιαζόντως εξαρτημένο μιντιακό σύστημα, επέτρεψαν την ανάδειξη μιας ανεξέλεγκτης κυβέρνησης, που δεν μπορεί να καταρρεύσει ελλείψει εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνσης, οποιασδήποτε. Η αντιπολίτευση, ούτε σε παραταξιακή συσπείρωση δεν μπορεί να απειλήσει την κυβερνητική σταθερότητα, ούτε να διεκδικήσει απαντήσεις.
Την ίδια στιγμή η ακροδεξιά καλπάζει, παρά τα δικά της εσωτερικά προβλήματα και συσπειρώνεται διαπιστώνοντας κενό εξουσίας και την ανάγκη μιας απηυδισμένης κοινωνίας.
Κοινωνικός ανταγωνισμός στις πόλεις
Η μαζική εισροή στα αστικά κέντρα μεγάλων κοινωνικών ομάδων, όμως, θα αποτελέσει επίσης πρόκληση για την κοινωνική συνοχή, καθώς θα αυξηθεί το κόστος στέγασης, τόσο αγοράς όσο και ενοικίασης. Σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους των τροφίμων, των σταθερά υψηλότερων τιμών ενέργειας και της μείωσης της αγοαραστικής δύναμης, δημιουργείται ένα εντελώς δυστοπικό -οικονομικά- σκηνικό.
Καθώς η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική βρίσκονται σε κυκλική σύσφιξη, περιορίζοντας σημαντικά τη ρευστότητα στην οικονομία, για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, η δυνατότητα αντιστάθμισης απωλειών και επενδύσεων για την επόμενη ημέρα γίνεται ακόμα πιο δυσχερής.