Πίσω από το οικονομικό δίλημμα αναβάθμιση ή παροχές, φαίνεται ότι θα επιχειρήσει να καλυφθεί η κυβέρνηση, ενόψει της ΔΕΘ, μετά τα καμπανάκια που έκρουσαν διεθνείς οίκοι και καθώς το Eurogroup έχει συμφωνήσει σε κόφτη δαπανών και αυτόματη επιβολή Μνημονίων.
Όπερ σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός δεν αναμένεται να εξαγγείλει μέτρα με δημοσιονομικό κόστος, ούτε παρεμβάσεις που θα υπονομεύσουν την ανταγωνιστικότητα. Ήτοι, εκτός πλαισίου τίθενται αυτόματα οριζόντια μέτρα στήριξης για ενέργεια – ακρίβεια και το ξεπάγωμα των τριετιών στον ιδιωτικό τομέα.
Η αναβάθμιση ως… στοίχημα
Την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από αναγνωρισμένους από την ΕΚΤ οίκος τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο προσπαθεί να αναθερμάνει κυβερνητική φράξια, ενόψει ΔΕΘ, αλλά πλέον ως στοίχημα και όχι ως βεβαιότητα. Το ξαναζεσταμένο αυτό αφήγημα σερβίρεται τη στιγμή που η αγορά δείχνει να μην έχει καταλύτες ικανούς να τροφοδοτήσουν τη βραχυχρόνια τάση και καθώς οι φωτιές και οι άστοχοι χειρισμοί σε ζητήματα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού ανεβάζουν το πολιτικό ρίσκο.
Στις 8 Σεπτεμβρίου αναμένεται η ετυμηγορία της DBRS και στις 20 Οκτωβρίου της Standard & Poors. Μεταξύ των δύο μεσολαβεί η ΔΕΘ και η αξιολόγηση της Moody’s, η οποία αν και αναμένεται να αναβαθμίσει την Ελλάδα, εν τούτοις απέχει αρκετά από την επενδυτική βαθμίδα.
Το αφήγημα της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας έχει από καιρό παιχθεί και προεξοφληθεί στην αγορά και πλέον ενδεχόμενη επιβεβαίωση -από οίκο αναγνωσμένο από την ΕΚΤ- θα οδηγήσει πιθανότητα σε κατοχύρωση κερδών –όπως συνέβη και στην περίπτωση εισόδου της Τράπεζας Πειραιώς στον MSCI Standard Greece-.
Στην κυβέρνηση, η αλήθεια είναι, ότι έχουν αρχίσει να αγχώνονται κάπως. καθώς τόσο η Scope -που αναβάθμισε την Ελλάδα σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας-, όσο και η Morgan Stanley έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου στην κυβέρνηση για τις παροχές και την αντιστροφή μνημονιακών πολιτικών. Αυτό, είχε σαν αποτέλεσμα ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, να σπεύσει να διαψεύσει, μέσω διαρροών, σενάρια για νέο πακέτο παροχών που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, στη βάση της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης.
Το σκηνικό
Η DBRS που αξιολογεί στην Ελλάδα στις 8 Σεπτεμβρίου, ημέρα που ανοίγει η ΔΕΘ, θα ήταν πιο περίπλοκο τεχνικά να αναβαθμίσει την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα, δεδομένου ότι αξιολογεί τις προοπτικές ως… σταθερές. Βέβαια, αν το έπραττε θα έδινε τεράστιο boost στον Κυριάκο Μητσοτάκη που πριν την ανακοίνωση -αλλά γνωρίζοντας- θα έχει την ομιλία του στο Βελίδειο, ενώ την επόμενη ημέρα με την απόφαση ανά χείρας, θα παραχωρεί συνέντευξη Τύπου.
Πιθανότερο, υπ αυτό το πρίσμα, είναι το σενάριο αναβάθμισης της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα από τη Standard & Poors στις 20 Οκτωβρίου. Τότε, θα συμπέσει με την κατάθεση και συζήτηση του προϋπόλογισμού και τα σχόλια του οίκου θα αποτελέσουν καλό υπόβαθρο για τοποθετήσεις στη Βουλή και τα αντιπαράθεση στα κανάλια.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης και του πακέτου της ΔΕΘ, καθοδηγούνται από την προοπτική αναβάθμισης και τις επισημάνσεις των αναλυτών, που έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα και έχουν λάβει στοιχεία και ανταλλάξει εκτιμήσεις με το οικονομικό επιτελείο και άλλους παράγοντες της κυβέρνησης.
Γι΄ αυτό άλλωστε και τα ίδια φιλοκυβερνητικά media αναλαμβάνουν να κατεβάσουν τον πήχη των προσδοκιών για τις εξαγγελίες από το βήμα της ΔΕΘ, δημιουργώντας το trade-off “αναβάθμιση ή παροχές”, αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε δεύτερη φάση και έχοντας κατακτήσει τα ορόσημα αυτά, η κυβέρνηση θα έχει μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών.
Το πακέτο της ΔΕΘ
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να εστιάσει στο investment firendly profile, επαναλαμβάνοντας δεσμεύσεις για την ενίσχυση της θελκτικότητας για επενδύσεις και κατοχυρώνοντας την πρόοδο, όπως αυτή αποτυπώνεται σε όρους απορρόφησης κονδυλίων από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, Ξένων Άμεσων Επενδύσεων και της πορεία του Χρηματιστηρίου, συνυπολογίζοντας τις… εξαγγελθείσες νέες εισαγωγές και τους διαγωνισμούς του ΤΧΣ.
Μετά, θα αναφερθεί στην αύξηση των εσόδων, αποδίδοντας τα εύσημα στον τουρισμό, παραλείποντας όμως τη στρέβλωση που προκαλεί ο πληθωρισμός. Θα εστιάσει στη στρατηγική για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, εμπεδώνοντας τη λογική διεύρυνσης της φορολογικής βάσης. Αυτό το σκέλος, εκτιμάται ότι θα συνδέσει με τις παροχές.
Ακολούθως θα αναφερθεί στην αντιμετώπιση του κύματος ακρίβειας, με στοχευμένες παρεμβάσεις για τη στήριξη χαμηλών εισοδημάτων, ενίσχυση της λειτουργίας του εποπτικού ρόλου του κράτους και τη στρατηγική ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης μέσω της αύξησης του κατώτατου μισθού.