Σημαντική διεύρυνση παρουσίασε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας διευρύνθηκε στα 1,778 δισ. ευρώ τον Απρίλιο του 2023, από 1,657 δισ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους,
Το έλλειμμα πρωτογενούς εισοδήματος αυξήθηκε σε 212,1 εκατ. ευρώ από 56,8 εκατ. ευρώ και το δευτερογενές εισόδημα μετατοπίστηκε σε έλλειμμα 116,1 εκατ. ευρώ. από πλεόνασμα 544,2 εκατ. ευρώ. Από την άλλη πλευρά, ο έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών μειώθηκε στα 2,28 δισ. ευρώ, από 2,95 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ το πλεόνασμα των υπηρεσιών αυξήθηκε στα 829,2 εκατ. ευρώ από 807,5 εκατ. ευρώ.
- Τον Απρίλιο του 2023, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2022, λόγω της επιδείνωσης των ισοζυγίων πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων, ενώ το ισοζύγιο αγαθών και, σε μικρότερο βαθμό, το ισοζύγιο υπηρεσιών βελτιώθηκαν.
- Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2023, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2022, κυρίως λόγω της βελτίωσης του ισοζυγίου αγαθών, αλλά και του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων, η οποία ως ένα βαθμό αντισταθμίστηκε από την επιδείνωση του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων.
Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών
Τον Απρίλιο του 2023, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε αύξηση κατά 120,7 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Απρίλιο του 2022 και διαμορφώθηκε σε 1,8 δισεκ. ευρώ.
Η μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στη μεγαλύτερη μείωση των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών. Οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 3,9% σε τρέχουσες τιμές (αύξηση 1,7% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 11,9% σε τρέχουσες τιμές (-4,1% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα μειώθηκαν κατά 4,1% σε τρέχουσες τιμές (-7,2% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα μειώθηκαν κατά 4,0% σε τρέχουσες τιμές (-6,1% σε σταθερές τιμές).
Η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών οφείλεται στη βελτίωση του ισοζυγίου λοιπών υπηρεσιών, καθώς και του ταξιδιωτικού ισοζυγίου, ενώ το ισοζύγιο μεταφορών επιδεινώθηκε. Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 30,0% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 19,9% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2022.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων αυξήθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2022, λόγω της αύξησης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων κατέγραψε έλλειμμα, έναντι πλεονάσματος τον Απρίλιο του 2022, κυρίως λόγω της καταγραφής καθαρών πληρωμών, έναντι καθαρών εισπράξεων, στον τομέα της γενικής κυβέρνησης.[1]
Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2023, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 3,0 δισεκ. ευρώ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022 και διαμορφώθηκε σε 5,6 δισεκ. ευρώ.
Η μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στην αύξηση των εξαγωγών με ταυτόχρονη μείωση των εισαγωγών. Οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 12,0% σε τρέχουσες τιμές (8,3% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές κατέγραψαν μείωση κατά 2,1% σε τρέχουσες τιμές (-0,3% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν αύξηση κατά 8,4%, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές μικρή μείωση κατά 0,3% (0,3% και -3,8% σε σταθερές τιμές αντίστοιχα).
Η μικρή αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών οφείλεται στη βελτίωση των ισοζυγίων ταξιδιωτικών και λοιπών υπηρεσιών, που αντισταθμίστηκε στη μεγαλύτερη έκτασή της από την επιδείνωση του ισοζυγίου μεταφορών. Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 52,5% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 38,0% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων μειώθηκε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022, λόγω της αύξησης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από την αύξηση των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων αυξήθηκε σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, κυρίως λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων στον τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Ισοζύγιο Κεφαλαίων
Τον Απρίλιο του 2023, το πλεόνασμα του ισοζυγίου κεφαλαίων μειώθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2022 και διαμορφώθηκε σε 28,1 εκατ. ευρώ, λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων στον τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2023, το ισοζύγιο κεφαλαίων κατέγραψε αύξηση του πλεονάσματος σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022 και διαμορφώθηκε σε 2,0 δισεκ. ευρώ, κυρίως λόγω της καταγραφής καθαρών εισπράξεων έναντι καθαρών πληρωμών στους λοιπούς, εκτός γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας, και σε μικρότερο βαθμό λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων στον τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαίων
Τον Απρίλιο του 2023, το έλλειμμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) αυξήθηκε και διαμορφώθηκε σε 1,7 δισεκ. ευρώ.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2023, το έλλειμμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων μειώθηκε κατά το ήμισυ περίπου, έναντι του ελλείμματος την αντίστοιχη περίοδο του 2022, και διαμορφώθηκε σε 3,7 δισεκ. ευρώ.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Απρίλιο του 2023, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατέγραψαν αύξηση κατά 193,2 εκατ. ευρώ, ενώ οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού αυξήθηκαν κατά 277,5 εκατ. ευρώ, χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται κυρίως στη μείωση κατά 83,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται στην αύξηση κατά 2,2 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων καταγράφηκε μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, κυρίως λόγω της μείωσης κατά 220,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό. Η μείωση των υποχρεώσεών τους αντανακλά κυρίως τη μείωση κατά 1,4 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET), η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση κατά 119,3 εκατ. ευρώ της χορήγησης δανείων από μη κατοίκους.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2023, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού σημείωσαν αύξηση κατά 364,9 εκατ. ευρώ και οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που αντιστοιχούν σε άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα, κατέγραψαν αύξηση κατά 1,1 δισεκ. ευρώ.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην αύξηση κατά 2,3 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται κυρίως στην αύξηση κατά 2,9 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων, η μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που οφείλεται στη μείωση κατά 1,2 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό και στη μείωση κατά 326,6 εκατ. ευρώ της χορήγησης δανείων σε μη κατοίκους από εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αντισταθμίστηκε μερικώς από τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 997,0 εκατ. ευρώ). Η αύξηση των υποχρεώσεών τους αντανακλά την άνοδο κατά 523,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET), αλλά και τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 997,0 εκατ. ευρώ), οι οποίες αντισταθμίστηκαν εν μέρει από τη μείωση κατά 220,2 εκατ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεών τους προς μη κατοίκους.
Στο τέλος Απριλίου 2023, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 12,0 δισεκ. ευρώ, έναντι 11,5 δισεκ. ευρώ στο τέλος Απριλίου 2022.